9.―(1) Οσάκις πρόσωπόν τι εκδίδον ασφαλιστικά συμβόλαια εναντίον ατυχημάτων ενασκή, κατά την γνώμην του Εφόρου, την ασφαλιστικήν ταύτην επιχείρησιν κατά τοιούτον τρόπον ώστε να καθίσταται ανέφικτος ή ασύμφορος η καταβολή των επί τοιούτων ασφαλιστηρίων επιβαλλομένων τελών υπό μορφήν χαρτοσήμου, ο Έφορος δύναται να συμφωνήση μετά του προσώπου τούτου όπως ανά τρίμηνον παραδίδη εις τον Έφορον καταστάσεις δεικνυούσας άπαντα τα ποσά άτινα ελήφθησαν υπό μορφήν ασφαλίστρων επί ασφαλιστικών συμβολαίων εναντίον ατυχημάτων.
(2) Ο τύπος της συμφωνίας εγκρίνεται υπό του Εφόρου, εμπεριέχει δε αύτη τοιούτους όρους και προϋποθέσεις, ως ο Έφορος ήθελε κρίνει προσήκον να επιβάλη. Το πρόσωπον μεθ' ου συνάπτεται η συμφωνία υποχρεούται να τηρή άπαντας τους εν τω Δευτέρω Παραρτήματι εμπεριεχομένους κανονισμούς.
(3) 'Αμα τη συνάψει της συμφωνίας μεταξύ του Εφόρου και ετέρου τινός προσώπου, και ενόσω η συμφωνία αύτη τελή εν ισχύϊ, τα υπό του προσώπου τούτου εκδιδόμενα ασφαλιστικά συμβόλαια εναντίον ατυχημάτων εις ουδέν τέλος θα υπόκεινται, αντί δε του εν λόγω τέλους, και υπό τύπον συμβιβασμού δια το επιβλητέον τέλος χαρτοσήμου, θα επιβάλληται φόρος με βάσιν συντελεστήν πέντε επί τοις εκατόν επί του αθροίσματος απάντων των ποσών άτινα εισεπράχθησαν υπό μορφήν ασφαλίστρων επί ασφαλιστικών συμβολαίων εναντίον ατυχημάτων, ως τέλος χαρτοσήμου.
(4) Εάν ο επιβληθείς φόρος δεν καταβληθή άμα τη παραδόσει των καταστάσεων, ούτος θα είναι χρέος οφειλόμενον εις την Δημοκρατίαν παρά του προσώπου υφ' ου, ή εκ μέρους ούτινος, παρεδόθησαν οι καταστάσεις.
(5) Εν περιπτώσει αμελείας παραδόσεως των υπό του παρόντος άρθρου απαιτουμένων καταστάσεων, ή αμελείας καταβολής του φόρου συμφώνως τω παρόντι άρθρω, το πρόσωπον τούτο θα υποχρεούται να καταβάλη εις τον Έφορον ποσόν ίσον προς δέκα επί τοις εκατόν επί του ποσού του πληρωτέου φόρου, και παρόμοιον πρόστιμον δι' έκαστον μήνα καθ' ον συνεχίζεται η αμέλεια μετά την λήξιν του πρώτου μηνός.