29.-(1) Ο κύριος ακινήτου εφ’ ου συνέστη υποθήκη προς εξασφάλισιν της πληρωμής ποσού τινος δύναται, ανεξαρτήτως της υπάρξεως της τοιαύτης υποθήκης, να συστήση μίαν ή πλείονας προσέτι υποθήκας επί του αυτού ακινήτου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου( αι διατάξεις του παρόντος Νόμου θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, επί πάσης τοιαύτης μεταγενεστέρας υποθήκης ως και επί της το πρώτον συσταθείσης τοιαύτης:
Νοείται ότι-
(α) οσάκις σκοπείται η διενέργεια δηλώσεως οιασδήποτε μεταγενεστέρας υποθήκης παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω, προ της αποδοχής της δηλώσεως ο μέλλων ενυπόθηκος δανειστής βεβαιοί ενυπογράφως ότι έλαβε γνώσιν της υφισταμένης υποθήκης και πάντων των στοιχείων αυτής
(β) οσάκις η δήλωσις τοιαύτης μεταγενεστέρας υποθήκης διενεργείται παρ’ οιωδήποτε ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παρά τινι παραρτήματι, το πρόσωπον όπερ ου εγένετο η δήλωσις της τοιαύτης υποθήκης υπογράφει βεβαίωσιν συμφώνως τη παραγράφω (α) της παρούσης επιφυλάξεως, πριν ή ο Διευθυντής αποφασίση να εγγράψη την υποθήκην εν τη ενασκήσει της δυνάμει του άρθρου 14 παρασχεθείσης αυτώ διακριτικής εξουσίας.
(2) Απαγορεύεται η σύστασις μεταγενεστέρας υποθήκης συμφώνως τω εδαφίω (1), εκτός εάν το ενυπόθηκον ακίνητον περιλαμβάνη-
(α) παν ακίνητον περιλαμβανόμενον εις υφισταμένην υποθήκην επί του αυτού ακινήτου και
(β) ουδέν έτερον ακίνητον.