36.-(1) Εις οιανδήποτε των ακολούθων περιστάσεων, ήτοι-
(α) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνήται ή αμελή να προβή εις την εξάλειψιν υποθήκης ως εν άρθρω 35, καίτοι η διά ταύτης εξασφαλιζομένη υποχρέωσις εξωφλήθη ή έπαυσεν υφισταμένη ή
(β) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνήται να αποδεχθή πληρωμήν του ποσού δι’ ο συνέστη η υποθήκη, αφού τούτο κατέστη πληρωτέον, και να προβή εις εξάλειψιν της υποθήκης ή
(γ) εάν ο ενυπόθηκος δανειστής είναι αγνώστου διαμονής, ή είναι εταιρεία ή συνεταιρισμός ουχί πλέον εν ζωή, ή απέθανε και ο προσωπικός αντιπρόσωπος ή οι κληρονόμοι αυτού είναι άγνωστοι, και εις οιανδήποτε των ως είρηται περιπτώσεων είτε ο ενυπόθηκος οφειλέτης αδυνατεί, ως εξ οιουδήποτε των προμνησθέντων λόγων, να πληρώση εις τον δικαιούχον το διά της υποθήκης εξασφαλιζόμενον ποσόν αφού τούτο κατέστη πληρωτέον, είτε ή διά της υποθήκης εξασφαλιζομένη υποχρέωσις εξωφλήθη ή έπαυσεν υφισταμένη,
ο ενυπόθηκος οφειλέτης δύναται να ζητήση παρά του Επαρχιακού Δικαστηρίου την έκδοσιν ακυρωτικού της υποθήκης διατάγματος, το δε Επαρχιακόν Δικαστήριον άμα τη υποβολή της τοιαύτης αιτήσεως δύναται να εκδώση το κατά το δοκούν δίκαιον υπό τας περιστάσεις διάταγμα, αναφορικώς προς την γνωστοποίησιν της γενομένης αιτήσεως προς οιονδήποτε πρόσωπον, την ακύρωσιν της υποθήκης, την κατάθεσιν χρηματικού τινος ποσού παρά τω Επαρχιακώ Δικαστηρίω, την διάθεσιν του ούτω κατατεθησομένου ποσού και οιονδήποτε έτερον συναφές ζήτημα.
(2) Άμα ως προσκομισθή τω Διευθυντή κεκυρωμένον αντίγραφον ακυρωτικού υποθήκης διατάγματος, εκδοθέντος ως εν εδαφίω (1), ούτος οφείλει να εκτελέση τούτο και να γνωστοποιήση το γεγονός εις πάντα ενυπόθηκον δανειστήν μεταγενεστέρας υποθήκης συνεστημένης επί του ακινήτου όπερ βαρύνεται διά της πληρωμής του ποσού του εξασφαλιζομένου διά της υποθήκης εις ην αφορά το ακυρωτικόν διάταγμα, ως εάν η τοιαύτη υποθήκη είχεν εξαλειφθή υπό του ενυποθήκου δανειστού δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35.