9.-(1) Κατά ή μετά την ορισθείσαν ημέραν η ελαχίστη περίοδος προειδοποιήσεως η δοθησομένη υπό του εργοδότου εις τον εργοδοτούμενον είναι ως ακολούθως:
(α)όταν ο εργοδοτούμενος απησχολήθη συνεχώς δι' εικοσιέξ ή πλείονας εβδομάδας αλλ' ολιγωτέρας των πεντήκοντα δύο, περίοδος μιας εβδομάδος·
(β)όταν ο εργοδοτούμενος απησχολήθη συνεχώς διά πεντήκοντα δύο ή πλείονας εβδομάδας αλλ' ολιγωτέρας των εκατόν τεσσάρων, περίοδος δύο εβδομάδων·
(γ) όταν ο εργοδοτούμενος απησχολήθη συνεχώς δι' εκατόν τέσσαρας ή πλείονας εβδομάδας αλλ' ολιγωτέρας των εκατόν πεντήκοντα εξ, περίοδος τεσσάρων εβδομάδων·
(δ) όταν ο εργοδοτούμενος απησχολήθη συνεχώς δι' εκατόν πεντήκοντα εξ ή πλείονας εβδομάδας αλλ' ολιγωτέρας των διακοσίων οκτώ, περίοδος πέντε εβδομάδων·
(ε) όταν ο εργοδοτούμενος απασχολήθηκε συνεχώς για διακόσιες οκτώ ή περισσότερες εβδομάδες αλλά λιγότερες από διακόσιες πενήντα εννιά εβδομάδες, περίοδος έξι εβδομάδων·
(στ) όταν ο εργοδοτούμενος απασχολήθηκε συνεχώς για διακόσιες εξήντα ή περισσότερες εβδομάδες αλλά λιγότερες από τριακόσιες ένδεκα εβδομάδες, περίοδος επτά εβδομάδων·
(ζ) όταν ο εργοδοτούμενος απασχολήθηκε συνεχώς για τριακόσιες δώδεκα ή περισσότερες εβδομάδες, περίοδος οκτώ εβδομάδων.
Νοείται ότι όταν η απασχόλησις ήτο επί δοκιμαστικής βάσεως, ουδεμία προειδοποίησις απαιτείται εάν κατά την διάρκειαν ή το τέλος της δοκιμαστικής περιόδου οιονδήποτε μέρος αποφασίση όπως η απασχόλησις μη συνεχισθή:
Νοείται περαιτέρω ότι ουδεμία δοκιμαστική περίοδος θα είναι μακροτέρα των εκατόν τεσσάρων εβδομάδων, πάσα δε δοκιμαστική περίοδος μακροτέρα των είκοσιεξ εβδομάδων δεν εμπίπτει εντός της παρούσης επιφυλάξεως ειμή δι' εγγράφου συμφωνίας μεταξύ του εργοδότου και του εργοδοτουμένου γενομένης κατά τον χρόνον της ενάρξεως της απασχολήσεως του εργοδοτουμένου.
(2) Εις πάσας τας ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών διαφοράς δυνάμει του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του εναντίου, ότι η απασχόλησις δεν ήτο επί δοκιμαστικής βάσεως.
(3) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω ή των εν τω άρθρω 10 επηρεάζει το δικαίωμα του εργοδότου ή του εργοδοτουμένου εις μακροτέραν περίοδον προειδοποιήσεως εάν ούτοι δικαιούνται εις ταύτην δυνάμει εθίμου, νόμου, συλλογικής συμφωνίας, συμβάσεως ή δι' άλλον λόγον.
(4) Πάσα πρόνοια εν οιαδήποτε συμβάσει ή άλλη συμφωνία διά προειδοποίησιν μικροτέραν της υπό του παρόντος άρθρου προνοουμένης είναι άκυρος.
(5) Η προειδοποίηση που δίδεται με βάση το εδάφιο (1) πρέπει να είναι έγγραφη.
(6) Η παροχή προειδοποίησης σε εργοδοτούμενο ο οποίος απουσιάζει από την εργασία του λόγω ανικανότητας για εργασία απαγορεύεται για περίοδο μέχρι έξι μηνών από την πρώτη ημέρα της απουσίας του.
(7) Η περίοδος προειδοποίησης εργοδοτουμένου ο οποίος καθίσταται ανίκανος για εργασία συνεπεία επαγγελματικού ατυχήματος το οποίο επισυμβαίνει κατά τη διάρκεια της προειδοποίησης αναστέλλεται.
(8) Ο όρος "ανίκανος για εργασία" στα εδάφια (6) και (7) και ο όρος "επαγγελματικό ατύχημα" στο εδάφιο (7) έχουν την έννοια που αποδίδεται σ' αυτούς στους περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμους του 1980 έως 1993.