4.-(1) Πας όστις-
(α) εκμεταλλεύεται ή μετέχει εις την εκμετάλλεσιν σχολής οδηγών, δι’ ην δεν εξεδόθη άδεια δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(β) λαμβάνει ή ποιείται χρήσιν του τίτλου ή χαρακτηρισμού του ιδιοκτήτου, διευθυντού ή υπευθύνου σχολής οδηγών ή λαμβάνει ή ποιείται χρήσιν οιουδήποτε ονόματος, τίτλου ή χαρακτηρισμού υποδηλούντος ότι ούτος είναι ιδιοκτήτης, διευθυντής ή υπεύθυνος σχολής οδηγών, δι’ ην δεν εξεδόθη άδεια δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(γ) μη κατέχων άδειαν δυνάμει του παρόντος Νόμου, ενεργεί καθ’ οιονδήποτε τρόπον ως εκπαιδευτής οδηγών ή λαμβάνει ή ποιείται χρήσιν του τίτλου ή χαρακτηρισμού του εκπαιδευτού οδηγών ή λαμβάνει ή ποιείται χρήσιν οιουδήποτε ονόματος, τίτλου ή χαρακτηρισμού υποδηλούντος ότι ούτος είναι εκπαιδευτής οδηγών,
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £150 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
(2) Πας όστις-
(α) ενασκών το επάγγελμα του εκπαιδευτού οδηγών, ποιείται χρήσιν τίτλου ή χαρακτηρισμού εν αναφορά προς οιονδήποτε πρόσωπον εν τη υπηρεσία αυτού στερούμενον αδείας εκπαιδευτού οδηγών, υποδηλούντος ότι το εν λόγω πρόσωπον κατέχει άδειαν εκπαιδευτού οδηγών ή εκδίδει διαφήμισιν ή πρόσκλησιν αποσκοπούσαν εις την δημιουργίαν ψευδών εντυπώσεων καθ’ όσον αφορά εις το γεγονός ότι τα εν τη υπηρεσία αυτού πρόσωπα κατέχουν άδειαν εκπαιδευτού οδηγών·
(β) ενεργεί κατά παράβασιν οιωνδήποτε όρων της αδείας του, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους τρεις μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £150 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης, το δε εκδικάζον το αδίκημα Δικαστήριον δύναται να ακυρώση ή αναστείλη δι’ οιονδήποτε χρόνον οιανδήποτε άδειαν παρασχεθείσαν δυνάμει του παρόντος Νόμου τω καταδικαζομένω διά τοιούτο αδίκημα προσώπω.
(3) Πας όστις, επί τω τέλει λήψεως αδείας δυνάμει του παρόντος Νόμου, εν γνώσει αυτού προβαίνει εις δήλωσιν, είτε έγγραφον είτε προφορικήν, ήτις είναι ψευδής εις τι ουσιώδες αυτής στοιχείον, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης, το δε εκδικάζον το αδίκημα Δικαστήριον δύναται να ακυρώση οιανδήποτε άδειαν παρασεχθείσαν δυνάμει του παρόντος Νόμου τω καταδικαζομένω διά το αδίκημα προσώπω.
(4) Εν αις περιπτώσεσιν ήθελεν αποδειχθή ότι αδίκημα τι δυνάμει του παρόντος άρθρου, διαπραχθέν υπό τινος νομικού προσώπου, διεπράχθη τη συναινέση ή συνενοχή ή δύναται να αποδοθή εις αμέλειαν, οιουδήποτε διευθύνοντος συμβούλου, διευθυντού, γραμματέως ή παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οιουδήποτε προσώπου φερομένου ως ενεργούντος υπό τοιαύτην ιδιότητα, τόσον ο ενεχόμενος εις το αδίκημα όσον και το νομικόν πρόσωπον είναι ένοχοι του εν λόγω αδικήματος, αμφοτέρων υποκειμένων εις ποινικήν δίωξιν και εις την ανάλογον ποινήν.