10Β.—(1) Η καλωδιακή αναμετάδοση εκπομπών από Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως γίνεται βάσει ατομικών ή συλλογικών συμβάσεων μεταξύ των δημιουργών της εκπομπής και των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων αφ' ενός και των επιχειρήσεων εκμεταλλεύσεως καλωδιακών δικτύων αφ' ετέρου, οι οποίοι είναι εκατέρωθεν υπόχρεοι να συνάψουν μία αμοιβαίως επωφελή συμφωνία. Αν δε συναφθεί συμφωνία, οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορεί να ζητήσει από την Αρχή του άρθρου 15 να ενεργήσει ως μεσολαβητής. Η διατύπωση της προτάσεως μπορεί να γίνει με την τήρηση διαδικασίας κατ' αντιμωλίαν, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των περί Αρχής Κανονισμών. Θεωρείται ότι όλα τα μέρη αποδέχονται την πρόταση της Αρχής, εάν κανένα από αυτά δεν προβάλει αντιρρήσεις μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την κοινοποίησή της.
(2) Το δικαίωμα του δικαιούχου έργου (πλην εκπομπής) ή συγγενικού δικαιώματος να παρέχει άδεια ή να αρνείται την παροχή άδειας στην καλωδιακή αναμετάδοση του έργου του ή της παραστάσεως ή της εκτελέσεως αντιστοίχως, ασκείται μόνο μέσω σώματος χορηγήσεως αδειών. Όταν ο δικαιούχος δεν έχει αναθέσει τη διαχείριση του δικαιώματος σε σώμα χορηγήσεως αδειών, μπορεί να το διαχειρίζεται το σώμα που έχει αναλάβει τη διαχείριση των δικαιωμάτων της αυτής κατηγορίας. Όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα σώματα χορηγήσεως αδειών για δικαιώματα αυτής της κατηγορίας, ο δικαιούχος είναι ελεύθερος να επιλέξει μεταξύ αυτών. Ο δικαιούχος έχει κατά τα άλλα τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με εκείνους, οι οποίοι έχουν αναθέσει τη διαχείριση, και μπορεί να αξιώσει τα δικαιώματα αυτά μέσα σε διάστημα τριών (3) ετών από την ημερομηνία της καλωδιακής αναμεταδόσεως του έργου του ή της παραστάσεως ή της εκτελέσεως αντιστοίχως επί της οποίας υφίσταται συγγενικό δικαίωμα.
(3) Ως δικαιώματα του δικαιούχου εκπομπής, τα οποία κατά τα ανωτέρω δεν υπόκεινται στην υποχρέωση συλλογικής διαχειρίσεως, λογίζονται και εκείνα τα δικαιώματα που του έχουν μεταβιβασθεί από άλλους δικαιούχους στο πλαίσιο της συμβάσεως εκπομπής.