Τόκος επί του οφειλομένου φόρου.

18.-(1) Απλούς τόκος προς εννέα τοις εκατόν κατ' έτος καταβάλλεται επί παντός φόρου από της παρόδου ενός μηνός από της ημερομηνίας της διαθέσεως της ιδιοκτησίας μέχρι της ημερομηνίας της πληρωμής, και εισπράττεται ως εάν απετέλει μέρος του εν υπερημερία φόρου:

Νοείται ότι εις περιπτώσεις καθ' ας δεν έχει γίνει η βεβαίωσις του πληρωτέου φόρου, το υπόχρεον εις την καταβολήν του φόρου πρόσωπον δύναται να καταβάλη εις τον Διευθυντήν παν ποσόν έναντι του μετέπειτα βεβαιωθησομένου φόρου, και παν ποσόν ούτω καταβαλλόμενον καταλογίζεται κατά την βεβαίωσιν του φόρου έναντι του φόρου του οφειλομένου υπό του προσώπου τούτου:

Νοείται περαιτέρω ότι, στην περίπτωση πώλησης από τον Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή από τον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό με δημόσιο πλειστηριασμό δεν καταβάλλεται οποιοσδήποτε τόκος.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο ετήσιος τόκος υπολογίζεται με βάση τους συμπληρωμένους μήνες για τους οποίους καθυστερεί η καταβολή του φόρου και αφορά οφειλόμενο φόρο ο οποίος καταβάλλεται κατά ή μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2020.