23.-(1)(α) Κάθε εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται vα χορηγεί χρηματοδοτικά ανοίγματα στα μέλη της, σύμφωνα με τους εγγεγραμμένους ειδικούς κανονισμούς της.
(β) Τηρούμενων των παραγράφων (γ) και (δ), εγγεγραμμένη εταιρεία δύναται να χορηγεί χρηματοδοτικό άνοιγμα σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν είναι μέλος της περιλαμβανομένης συνεργατικής εταιρείας μόνο με τη συγκατάθεση του Εφόρου η οποία θα χορηγείται με κριτήριο την οικονομική κατάστασή της εγγεγραμμένης εταιρείας και την προσφερομένην από τα πιο πάνω πρόσωπα ασφάλεια.
(γ) Η χορήγηση χρηματοδοτικών ανοιγμάτων από ΣΠΙ σε νομικά πρόσωπα επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι ικανοποιούνται κατά προτεραιότητα τα μέλη του.
(δ) Η χορήγηση χρηματοδοτικών ανοιγμάτων από ΣΠΙ σε φυσικά πρόσωπα που δεν είναι μέλη τους δεν επιτρέπεται:
(ε) Εγγεγραμμένη εταιρεία μπορεί, όταν χορηγεί χρηματοδοτικά ανοίγματα ή όταν συνάπτει με μέλος της ή με άλλο πρόσωπο συμφωνία για τη χορήγηση σε αυτό χρηματοδοτικού ανοίγματος ή όταν μέλος ή άλλο πρόσωπο οφείλει προς την εταιρεία αυτή, να απαιτήσει από το μέλος ή το πρόσωπο αυτό να συστήσει επιβάρυνση προς όφελος της εταιρείας επί όλων των στοιχείων της κινητής του περιουσίας κατά τον τύπο που δυνατό να καθορίζεται από τους Θεσμούς, ανεξάρτητα από το αν κατά την ημερομηνία σύστασης της επιβάρυνσης η βεβαρημένη περιουσία υφίσταται ή μη ή αποκτήθηκε ή όχι από το πρόσωπο το οποίο παρέχει την επιβάρυνση.
(2) Εν όσω η επιβάρυνσις τελεί εν ισχύι παρέχει εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν τα ακόλουθα δικαιώματα και επιβάλλει εις αυτήν τας ακολούθους υποχρεώσεις, ήτοι-
(α) δικαίωμα λήψεως της κατοχής της βεβαρημένης περιουσίας, άμα τη επελεύσει γεγονότος καθοριζομένου εν τη επιβαρύνσει ως παρέχοντος εξουσίαν κατασχέσεως της βεβαρημένης περιουσίας·
(β) εν περιπτώσει λήψεως της κατοχής οιασδήποτε βεβαρημένης περιουσίας και μετά παρέλευσιν από της λήψεως πέντε ημερών ή τοιούτου μικροτέρου χρονικού διαστήματος ως ενδέχεται να επιτρέπεται υπό της επιβαρύνσεως, δικαίωμα πωλήσεως της περιουσίας είτε διά πλειστηριασμού ή, εάν ούτω προβλέπεται υπό της επιβαρύνσεως, δι’ ιδιωτικής συμφωνίας και είτε διά πληρωμής του τιμήματος εφ’ άπαξ είτε διά πληρωμής του διά δόσεων·
(γ) εν περιπτώσει εξασκήσεως του τοιούτου δικαιώματος πωλήσεως, υποχρέωσιν διαθέσεως του προϊόντος της πωλήσεως διά ή έναντι εξοφλήσεως των χρημάτων και υποχρεώσεων τα οποία ή αι οποίαι διασφαλίζονται υπό της επιβαρύνσεως και των εξόδων της κατασχέσεως και πωλήσεως, και καταβολής του τυχόν εναπομένοντος υπολοίπου του προϊόντος της πωλήσεως εις το μέλος.
(3) Εν όσω η επιβάρυνσις τελεί εν ισχύι, το μέλος υπόκειται εις τας ακολούθους υποχρεώσεις:
(α) Υποχρέωσιν, οσάκις τούτο πωλή οιανδήποτε βεβαρημένην περιουσίαν ή εισπράττη οιαδήποτε χρήματα εν σχέσει προς την τοιαύτην περιουσίαν να καταβάλλη αμέσως εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν το ποσόν του προϊόντος της πωλήσεως ή τα ούτως εισπραχθέντα χρήματα, εκτός εάν προβλέπεται άλλως υπό της επιβαρύνσεως· τα ούτω, καταβληθέντα ποσά θα διατίθενται υπό της εγγεγραμμένης εταιρείας διά ή έναντι εξοφλήσεως των διασφαλιζομένων υπό της επιβαρύνσεως χρημάτων και υποχρεώσεων·
(β) υποχρέωσιν, εν περιπτώσει καθ’ ην το μέλος ήθελεν εισπράξει οιαδήποτε χρήματα δυνάμει οιουδήποτε ασφαλιστικού συμβολαίου ή υπό μορφήν αποζημιώσεων δι’ οιανδήποτε βεβαρημένην περιουσίαν, να καταβάλλη αμέσως εις την εγγεγραμμένην εταιρείαν τα ούτως εισπραχθέντα ποσά, εκτός εάν προβλέπεται άλλως υπό της επιβαρύνσεως· τα ούτω καταβληθέντα ποσά θα διατίθενται υπό της εγγεγραμμένης εταιρείας διά ή έναντι εξοφλήσεως των διασφαλιζομένων υπό της επιβαρύνσεως χρημάτων και υποχρεώσεων.