41ΙΕ.-(1) Οι κατά το άρθρο 41ΙΔ έρευνες διενεργούνται κατ’ εντολήν του Εφόρου ύστερα από προειδοποίηση ή σε επείγουσες και ειδικά αιτιολογημένες περιπτώσεις χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση στο συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα ή στο πρόσωπο, στο οποίο αφορά η εντολή.
(2) Η εντολή του Εφόρου πρέπει να είναι γραπτή και να καθορίζει το πρόσωπο που θα διενεργήσει την έρευνα, το σκοπό της, την ημερομηνία έναρξής της, τη διάταξη επί της οποίας βασίζεται η εξουσία του Εφόρου και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος ή του προσώπου, στο οποίο η εντολή αφορά να συμμορφωθεί προς την εντολή.
(3) Πρόσωπο, εναντίον του οποίου διενεργείται η έρευνα δύναται να συμβουλεύεται το δικηγόρο του κατά τη διάρκεια της έρευνας, η παρουσία όμως αυτού δε συνιστά κατά νόμο προϋπόθεση για την εγκυρότητα της έρευνας.
(4) Δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η διεξαγωγή έρευνας σε κατοικία για σκοπούς του παρόντος Νόμου, παρά μόνο δυνάμει δικαστικού εντάλματος.
(5) Ανεξαρτήτως τυχόν ποινικής ευθύνης, σε περίπτωση άρνησης προσώπου να συμμορφωθεί προς εντολή για έρευνα ή σε περίπτωση που αυτό επιδεικνύει ελλιπή τα αιτηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία, ο Έφορος έχει εξουσία, αφού προηγουμένως καλέσει το πρόσωπο αυτό σε απολογία, να του επιβάλει με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του, τις προβλεπόμενες στο άρθρο 41ΙΗ διοικητικές κυρώσεις.
(6) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς εντολή του Εφόρου για τη διενέργεια έρευνας, ο Έφορος έχει επιπρόσθετη εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες (ΛΚ 200) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράλειψης προς συμμόρφωση.
(7) Σε περίπτωση νομικού προσώπου, η εξουσία του Εφόρου που προβλέπεται στα εδάφια (5) και (6), περιλαμβάνει εξουσία επιβολής του προστίμου στους διευθυντές, αξιωματούχους ή στους έχοντες την ευθύνη διοίκησης του νομικού προσώπου εάν διαπιστώνεται ότι η παράλειψη οφειλόταν σε δική τους υπαιτιότητα.
(8) Οι πληροφορίες που εξασφαλίζει ο Έφορος κατά την άσκηση της εξουσίας του, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, είναι εμπιστευτικές, εάν όμως κατά την έρευνα προκύψουν στοιχεία, τα οποία δυνατό να συνιστούν παράβαση άλλην από αυτήν που διερευνάται ή τα οποία εμπλέκουν άλλα πρόσωπα, τα στοιχεία αυτά δύνανται να αποτελέσουν ικανή βάση για τη λήψη περαιτέρω μέτρων εναντίον οποιουδήποτε προσώπου είναι δυνατό να ενέχεται.