41Β.-(1) Άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους παραχωρείται μόνον εφόσον:
(α) Πρόκειται περί εγγεγραμμένης εταιρείας που αιτείται άδεια λειτουργίας ως αναγνωρισμένου συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος ή συνεργατικής εταιρείας που έχει συσταθεί σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα και που αιτείται άδεια λειτουργίας -
(i) διαθέτει χωριστά ίδια κεφάλαια ποσού σε λίρες Κύπρου που ισοδυναμούν τουλάχιστον με ένα εκατομμύριο ευρώ, όπως τα κεφάλαια αυτά υπολογίζονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, στους Θεσμούς ή στα διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (α) του άρθρου 41Ι·
(ii) διευθύνεται από δύο τουλάχιστον πρόσωπα, τα οποία διαθέτουν την απαιτούμενη εντιμότητα και αναγκαία πείρα, που καθορίζουν αποτελεσματικά τον προσανατολισμό των δραστηριοτήτων της και έχει καλή διοικητική και λογιστική οργάνωση και πρόσφορες διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου·
(iii) τα πρόσωπα που ελέγχουν ποσοστό του κεφαλαίου της ή των δικαιωμάτων ψήφου μεγαλύτερου του δέκα επί τοις εκατόν (10%) πληρούν τις προϋποθέσεις που τίθενται από τον παρόντα Νόμο, τους Θεσμούς ή τα διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (γ) του άρθρου 41Ι·
(iv) διαθέτει ή, προκειμένου περί νεοσυσταθείσης εταιρείας, ικανοποιεί τον Έφορο ότι θα αποκτήσει πριν την έναρξη των εργασιών της την απαιτούμενη οικονομική επάρκεια και ρευστότητα για να επιτελέσει το πρόγραμμα δραστηριοτήτων, στο οποίο αποσκοπεί και υποβάλλει με την αίτησή της, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, στους Θεσμούς ή στα διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 41Ι· και
(v) ικανοποιεί τον Έφορο ότι δύναται να διεξάγει τις εργασίες της με τρόπο που να διασφαλίζει τους καταθέτες της και γενικά όσους συναλλάττονται με αυτή.
(β) Προκειμένου περί άλλης εγγεγραμμένης εταιρείας που ασκεί εργασίες συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος, έχει συνδεθεί με τον Κεντρικό Φορέα, αφού πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 41Ζ.
(γ) Προκειμένου περί νομικού προσώπου ή ένωσης προσώπων που έχει συσταθεί ως συνεργατικός οργανισμός σε τρίτη χώρα και, χωρίς να έχει εξασφαλίσει προηγουμένως άδεια λειτουργίας άσκησης εργασιών αποδοχής καταθέσεων ή παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικού χρήματος σε κράτος μέλος, προτίθεται να εγκατασταθεί στην Δημοκρατία μέσω υποκαταστήματος ή να παρέχει διασυνοριακώς υπηρεσίες αποδοχής καταθέσεων ή ηλεκτρονικού χρήματος –
(i) πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν Μέρος για την παραχώρηση άδειας λειτουργίας σε εγγεγραμμένη εταιρεία ως αναγνωρισμένου συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος·
(ii) ικανοποιεί τον Έφορο ότι παρέχονται όλα τα απαιτούμενα εχέγγυα ή προϋποθέσεις για την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·
(iii) έχει εξασφαλίσει οποιαδήποτε άλλη απαιτούμενη άδεια για την άσκηση των δραστηριοτήτων του στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε εκάστοτε σε ισχύ Νόμου στη Δημοκρατία.
(2) Στην άδεια λειτουργίας καθορίζονται οι εργασίες ή δραστηριότητες που το πρόσωπο, στο οποίο η άδεια έχει παραχωρηθεί δύναται να ασκεί και οποιοιδήποτε άλλοι όροι ή προϋποθέσεις έχουν τεθεί.
(3) Άρνηση χορήγησης άδειας λειτουργίας κοινοποιείται στον αιτητή εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ή την ημερομηνία υποβολής των τελευταίων συμπληρωματικών στοιχείων που αφορούν την αίτηση, σε οποιαδήποτε δε περίπτωση, εντός ενός έτους από την υποβολή της αίτησης.
(4) Ο Έφορος γνωστοποιεί στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κάθε άδεια λειτουργίας που παραχωρεί ή ανακαλεί.