41Η.-(1) Ο Έφορος, τα μέλη της Επιτροπής, οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, οποιαδήποτε πρόσωπα παρέχουν υπηρεσίες με βάση το εδάφιο (6) του άρθρου 4 και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο λαμβάνει γνώση ένεκα της θέσης του ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, έχει υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλει να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές αποκλειστικά για την άσκηση των καθηκόντων του και να μην τις κοινοποιεί, παρά μόνο στην έκταση που η κοινοποίησή τους είναι αναγκαία στα πλαίσια διοικητικής προσφυγής που αφορά την άσκηση των καθηκόντων του ή εφ’ όσον συνιστούν αποδεικτικά της τέλεσης ποινικού ή πειθαρχικού αδικήματος, στοιχεία.
(2) Η εχεμύθεια συνεπάγεται ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες που πρόσωπο λαμβάνει κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύνανται να ανακοινωθούν μόνο σε άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένης και της Κεντρικής Τράπεζας, εφ’ όσον αναφέρονται σε θέματα που εμπίπτουν στις κατά νόμο αρμοδιότητές τους.
(3) Οι αρχές προς τις οποίες ανακοινώνονται οι κατά το εδάφιο (2) εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες υποχρεούνται σε εχεμύθεια:
(4) Εάν συγκεκριμένη πληροφορία προέρχεται από κράτος μέλος, δύναται να κοινοποιηθεί μόνο μετά από ρητή έγκριση των αρμόδιων αρχών που τη διαβιβάζουν και, όπου αυτό ισχύει, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους δόθηκε η έγκριση αυτή.
(5) Επιτρέπεται από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) πρόσωπα η ανακοίνωση εμπιστευτικών πληροφοριών -
(α) Εφ’ όσον η ανακοίνωση γίνεται υπό συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή κατά τρόπο που να μη διακριβώνεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο οποίο αυτή αναφέρεται, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης·
(β) στα πλαίσια αστικής διαδικασίας, σε περίπτωση πτώχευσης φυσικών προσώπων ή αναγκαστικής εκκαθάρισης νομικών προσώπων νοουμένου ότι οι πληροφορίες αυτές δεν αφορούν τρίτους που λαμβάνουν μέτρα διάσωσής τους· ή
(γ) κατόπιν δικαστικού εντάλματος.
(6) Πρόσωπο, το οποίο εν γνώσει του παραβιάζει την υποχρέωση προς εχεμύθεια διαπράττει αδίκημα που, σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με χρηματικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες (ΛΚ 5.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές και, προκειμένου περί δημοσίου υπαλλήλου, η παραβίαση αυτή συνιστά πειθαρχικό αδίκημα, που τιμωρείται μέχρι και με την ποινή της απόλυσης, με βάση τις διατάξεις του εκάστοτε σε ισχύ περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.