9.-(1) Δεν επιτρέπεται να ζητηθή παρά προσώπου ευρισκομένου εις νοσοκομείον διά περίθαλψιν, η παροχή δείγματος εκπνοής ή αίματος διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός εάν ο ιατρός ο έχων υπό την άμεσον ιατρικήν παρακολούθησιν του το τοιούτο πρόσωπον επιτρέψη, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), την παραχώρησιν του ζητουμένου δείγματος και υπό τον όρον ότι η τοιαύτη παραχώρησις του δείγματος θα πραγματοποιηθή εντός του νοσοκομείου εις το οποίον ευρίσκεται διά περίθαλψιν το πρόσωπον.
(2) Ιατρός, έχων υπό την άμεσον αυτού ιατρικήν παρακολούθησιν οιονδήποτε πρόσωπον παρά του οποίου ζητείται η παροχή δείγματος εκπνοής ή αίματος διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, δύναται όπως αρνηθή να επιτρέψη την υπό του τοιούτου προσώπου παροχήν του ζητουμένου δείγματος εκπνοής ή αίματος, μόνον εάν κρίνη ότι, είτε αυτή ταύτη η παροχή του δείγματος, είτε η προειδοποίησις η οποία προνοείται εις το εδάφιον (5) του άρθρου 7 δυνατόν να επηρεάσωσιν αρνητικώς την θεραπευτικήν αγωγήν ή την κατάστασιν της υγείας του προσώπου.
(3) Δείγμα αίματος ζητούμενον δυνάμει των διατάξεων της δευτέρας επιφυλάξεως του εδαφίου (1) του άρθρου 7, παραχωρείται μόνον τη συγκαταθέσει του προσώπου παρά του οποίου τούτο ζητείται: