7.-(1) Απαγορεύεται η πώληση, κατά τρόπο που επηρεάζει δυσμενώς τον αγοραστή, οποιουδήποτε τροφίμου το οποίο δεν είναι της φύσης ή της ουσίας ή της ποιότητας που ζητεί ο αγοραστής.
(2)Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται-
(α) Στην περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες, ή και στις δύο ποινές,
(β) στην περίπτωση δεύτερου ή μεταγενέστερου αδικήματος, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές.
(3) Δε θεωρείται ότι διαπράχθηκε αδίκημα βάσει του Νόμου αυτού-
(α)Όταν οποιοδήποτε συστατικό ή υλικό αβλαβές για την υγεία προστίθεται σε είδος τροφίμου επειδή απαιτείται για την παραγωγή ή προετοιμασία του για μεταφορά ή κατανάλωση και όχι για αύξηση του όγκου, του βάρους ή του μεγέθους του είδους τροφίμου, ή για απόκρυψη της κατώτερης ποιότητας του,
(β) όταν το τρόφιμο είναι το αντικείμενο προνομίου ευρεσιτεχνίας σε ισχύ και προμηθεύεται στην κατάσταση που απαιτείται από τις προδιαγραφές του προνομίου ευρεσιτεχνίας ή είναι ιδιοκατασκεύασμα,
(γ) όταν το τρόφιμο είναι αναπόφευκτα αναμειγμένο με κάποια ξένη ουσία κατά τη διαδικασία συλλογής ή παρασκευής.
(4) Σε περίπτωση δίωξης βάσει του άρθρου αυτού, δεν αποτελεί υπεράσπιση ο ισχυρισμός ότι ο αγοραστής, επειδή αγόρασε το τρόφιμο μόνο για ανάλυση ή/και εξέταση, δε ζημιώθηκε.
(5)Όταν Κανονισμοί που εκδίδονται βάσει του παρόντος Νόμου καθορίζουν τη σύνθεση οποιουδήποτε είδους τροφίμου που προορίζεται για πώληση ή απαγορεύουν ή περιορίζουν την προσθήκη ή παρουσία οποιουδήποτε πρόσθετου ή άλλου συστατικού ή υλικού σε οποιοδήποτε τέτοιο είδος, ο αγοραστής του είδους αυτού, εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, θα θεωρείται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ότι απαίτησε είδος σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών.