23.-(1) Το Δικαστήριο το οποίο καταδίκασε οποιοδήποτε πρόσωπο για αδίκημα -
(α) δυνάμει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης είτε με τον παρόντα Νόμο είτε με Διάταγμα ή Κανονισμούς, που εκδίδονται βάσει αυτού, ή
(β) δυνάμει άλλου νόμου αναφορικά με παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με Κοινοτικό Κανονισμό ή Κοινοτική Απόφαση, που ρυθμίζει είτε τρόφιμα είτε υλικά ή αντικείμενα, που έρχονται ή προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τρόφιμα,
δύναται, επιπρόσθετα με οποιαδήποτε άλλη ποινή την οποία τυχόν επέβαλε, να εκδίδει διάταγμα περί -
(αα) της κατάσχεσης, καταστροφής ή άλλως πως διάθεσης οποιουδήποτε τροφίμου, υλικού ή αντικειμένου, σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα,
(ββ) της ακύρωσης της άδειας ή εγγραφής των υποστατικών και των προσώπων που τα κατέχουν ή τα ελέγχουν, και του κλεισίματος των υποστατικών, σε σχέση με τα οποία ή εντός των οποίων διαπράχθηκε το αδίκημα,
(γγ) της απαγόρευσης, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη, της εμπορίας από το καταδικαζόμενο πρόσωπο οποιουδήποτε τροφίμου, υλικού ή αντικειμένου, σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα.
(2)(α)Ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου έχει προσαφθεί κατηγορία εναντίον προσώπου για αδίκημα -
(i) βάσει του παρόντος Νόμου, ή
(ii) βάσει άλλου νόμου αναφορικά με παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης Κοινοτικού Κανονισμού ή Κοινοτικής Απόφασης, που ρυθμίζει είτε τρόφιμα είτε υλικά ή αντικείμενα, που έρχονται ή προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τρόφιμα,
δύναται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να εκδίδει διάταγμα δια του οποίου να απαγορεύει στον κατηγορούμενο την εμπορία οποιουδήποτε τροφίμου, υλικού ή αντικειμένου, σε σχέση με το οποίο κατ’ ισχυρισμό διαπράχθηκε το αδίκημα, μέχρι της τελικής εκδίκασης της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει προσαφθεί η κατηγορία.
(β) Το αναφερόμενο στην παράγραφο (α) διάταγμα εκδίδεται κατόπιν αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(γ) Οι προϋποθέσεις έκδοσης του αναφερόμενου στην παράγραφο (α) διατάγματος διέπονται τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 των περί Δικαστηρίων Νόμων.
(δ) Η διαδικασία έκδοσης του αναφερόμενου στην παράγραφο (α) διατάγματος διέπεται, τηρουμένων των αναλογιών, από τους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
(ε) Το αναφερόμενο στην παράγραφο (α) διάταγμα δύναται να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση κατ’ εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτή για σκοπούς καταχώρησης ένστασης ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντιδίκου ο λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το οικείο Δικαστήριο καθορίζεται σε διάστημα που δε θα υπερβαίνει τις δεκατέσσερις ημέρες.
(2α) Δικαστήριο το οποίο εκδικάζει αδίκημα δύναται να εκδίδει, πέραν των διαταγμάτων που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2), οποιοδήποτε άλλο ενδιάμεσο ή τελικό διάταγμα που είναι απαγορευτικό, αποτρεπτικό, προστακτικό ή ανασταλτικό, με σκοπό τον τερματισμό, την αναστολή ή τη μη επανάληψη της ενέργειας ή της παράλειψης, που συνιστά το αδίκημα.
(3) Σε περίπτωση που πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1), (2) ή (2α) παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με αυτό είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές.