17.-(1) Μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει εν πάση περιπτώσει τις ενενήντα ημέρες από την έκδοση του δικαστικού εντάλματος, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 8, 9 και 19 του παρόντος Νόμου, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κοινοποιεί προς το θιγέν πρόσωπο, αν αυτό κατοικεί, διαμένει ή βρίσκεται στη Δημοκρατία, έκθεση η οποία περιγράφει τα ακόλουθα:
(α) Το γεγονός της έκδοσης του δικαστικού εντάλματος,
(β) την ημερομηνία έκδοσης του δικαστικού εντάλματος και την περίοδο κατά την οποία δόθηκε εξουσιοδότηση ή έγκριση παρακολούθησης, και
(γ) το γεγονός ότι κατά την ανωτέρω περίοδο έλαβε χώρα ή όχι παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας.
(2) Το δικαστήριο, κατόπιν αιτήσεως του θιγέντος προσώπου, μπορεί, κατά την κρίση του να διατάξει να προσκομιστούν σ’ αυτό ή στο δικηγόρο του για έρευνα τέτοια αποσπάσματα περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία λήφθηκε έπειτα από παρακολούθηση, τα οποία κρίνει ότι πρέπει να γνωστοποιηθούν στο θιγέν πρόσωπο για σκοπούς απονομής της δικαιοσύνης, εκτός αν αυτά καταστράφηκαν ήδη, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου.
(3) Κατόπιν ex parte αιτήσεως του Γενικού Εισαγγελέα, το δικαστήριο μπορεί κατά καιρούς να αναβάλλει την ημερομηνία κοινοποίησης προς το θιγέν πρόσωπο της έκθεσης που προβλέπεται από το εδάφιο (1), αν κρίνει ότι απαιτείται προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας υγείας ή των δημόσιων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων ή των ελευθεριών ή της υπόληψης άλλων και προς παρεμπόδιση της αποκάλυψης πληροφοριών που λήφθηκαν εμπιστευτικά ή προς το δημόσιο συμφέρον.
(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται, όταν ο δικαστής αρνείται την έκδοση δικαστικού εντάλματος δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 8, 9 και 19 του παρόντος Νόμου.