Απαγόρευση σε πρόσωπα ή επιχειρήσεις εκτός των πιστωτικών ιδρυμάτων της δραστηριότητας αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό

3.- (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 10Α, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο που δεν είναι ΑΠΙ να ασκεί κατ’ επάγγελμα τη δραστηριότητα της αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό, στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό από τη Δημοκρατία.

(2) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα έχει εύλογες υπόνοιες ότι οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός από τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1), ασκεί εργασίες αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό από τη Δημοκρατία ή τη χορήγηση πιστώσεων για ίδιο λογαριασμό στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό από τη Δημοκρατία, δύναται, με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο αυτό, να το καλέσει να παρουσιάσει σε αρμόδιο λειτουργό της, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ειδοποίηση, οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα που ορίζονται στην ειδοποίηση για να εξακριβωθεί από το λειτουργό αυτό κατά πόσο ασκήθηκε οποιαδήποτε εργασία η οποία απαγορεύεται σύμφωνα με το εδάφιο (1).

(3) Η Κεντρική Τράπεζα έχει εξουσία να εξαιρεί ορισμένες συναλλαγές από τον ορισμό της <κατάθεσης>, με αναφορά σε οποιουσδήποτε παράγοντες που κρίνει κατάλληλους και, ιδιαίτερα, με αναφορά σε οποιουσδήποτε από τους ακόλουθους όρους -

(α) Tο ποσό της κατάθεσης·

(β) τη συνολική υποχρέωσή του προσώπου που αποδέχεται την κατάθεση προς τους καταθέτες του·

(γ) τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες ή το σκοπό, για τον οποίο έγινε η κατάθεση·

(δ) τον αριθμό ή τα ποσά των συναλλαγών οποιασδήποτε ιδιαίτερης περιγραφής που διενεργούνται από το πρόσωπο που αποδέχεται την κατάθεση ή τη συχνότητα, με την οποία το πρόσωπο αυτό διενεργεί συναλλαγές οποιασδήποτε ιδιαίτερης περιγραφής.

(4) Το εδάφιο (1) δεν ισχύει για την αποδοχή καταθέσεων ή άλλων κεφαλαίων επιστρεπτέων από κράτος-μέλος, από τις περιφερειακές ή τοπικές αρχές κράτους-μέλους, από δημόσιους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους είναι μέλη ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή για τις περιπτώσεις που αναφέρονται ρητά στον παρόντα Νόμο ή στο ενωσιακό δίκαιο, υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες αυτές υπόκεινται σε κανονισμούς και ελέγχους που αποσκοπούν στην προστασία των καταθετών και των επενδυτών.