Περιορισμοί στην κατοχή μετοχικού κεφαλαίου

13.-(1) Εκτός αν η Κεντρική Τράπεζα χορηγήσει προηγουμένως γραπτή έγκριση, με οποιουσδήποτε όρους που η ίδια κρίνει σκόπιμο να επιβάλει, απαγορεύεται σε τράπεζα να αποκτά ή να κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μετοχικό κεφάλαιο οποιασδήποτε εταιρείας σε ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό του μετοχικού κεφαλαίου της εν λόγω εταιρείας ή να έχει τον έλεγχο μιας τέτοιας εταιρείας και σε περίπτωση τράπεζας που συστάθηκε στη Δημοκρατία η συνολική αξία του μετοχικού κεφαλαίου που κατέχεται από αυτή σε οποιαδήποτε εταιρεία δε θα υπερβαίνει το ποσοστό του δέκα τοις εκατό και σε όλες τις εταιρείες συνολικά δε θα υπερβαίνει το ποσοστό του είκοσι πέντε τοις εκατό της κεφαλαιουχικής βάσης της τράπεζας.

(2) Το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που η τράπεζα αποκτά ή κατέχει-

(α) Οποιοδήποτε μέρος του μετοχικού κεφαλαίου άλλης εταιρείας βάσει σύμβασης για την εξασφάλιση ή αντεξασφάλιση έκδοσης των μετοχών της άλλης εταιρείας και για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, εκτός αν η Κεντρική Τράπεζα κρίνει σκόπιμο να παρατείνει την προθεσμία των δύο ετών λόγω εξαιρετικών περιστάσεων·

(β) οποιαδήποτε συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρείας η οποία διεξάγει τραπεζικές εργασίες ή εργασίες εντολοδόχου, εκτελεστή ή επιτρόπου ή άλλες εργασίες που κατά κύριο λόγο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τραπεζικές εργασίες ή σχετίζονται στενά με αυτές με την προϋπόθεση ότι η εταιρεία αυτή συστάθηκε στη Δημοκρατία·

(γ) οποιαδήποτε συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο ασφαλιστικής εταιρείας με την προϋπόθεση ότι η εταιρεία αυτή συστάθηκε στη Δημοκρατία.

(3) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου 2 τα ακόλουθα συνιστούν εργασίες που είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τραπεζικές εργασίες ή σχετίζονται στενά με αυτές·

(α) Χρηματοδοτική μίσθωση, περιλαμβανομένης και χρηματοδότησης με ενοικιαγορά·

(β) υπηρεσίες διακίνησης χρημάτων·

(γ) έκδοση και διαχείριση μέσων πληρωμής, περιλαμβανομένων πιστωτικών καρτών, ταξιδιωτικών επιταγών και επιταγών τραπεζίτη·

(δ) εγγυήσεις και αναλήψεις υποχρεώσεων·

(ε) διεξαγωγή συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό της εταιρείας η των πελατών της που έχουν σχέση με-

(i) αξίες ή τίτλους της χρηματαγοράς περιλαμβανομένων επιταγών, συναλλαγματικών, γραμματίων και ομολόγων καταθέσεων,

(ii) ξένο συνάλλαγμα,

(iii)προθεσμιακούς χρηματοδοτικούς τίτλους ή τίτλους με δικαίωμα επιλογής (options),

(iv) τίτλους που αφορούν συνάλλαγμα και επιτόκια,

(ν) αξιόγραφα·

(στ) συμμετοχή σε εκδόσεις αξιογράφων και παροχή συναφών υπηρεσιών·

(ζ) παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου, τη βιομηχανική στρατηγική και συναφή θέματα και παροχή συμβουλών καθώς και υπηρεσιών στον τομέα της συγχώνευσης και της αγοράς επιχειρήσεων·

(η) διαμεσολάβηση στις χρηματαγορές·

(θ) διαχείριση χαρτοφυλακίου επενδύσεων ή παροχή συμβουλών για τη διαχείριση χαρτοφυλακίου·

(ι) φύλαξη και διαχείριση αξιογράφων·

(ια) παροχή πληροφοριών για φερεγγυότητα·

(ιβ) υπηρεσίες ασφαλούς φύλαξης·

(ιγ) υπηρεσίες μηχανογράφησης και επεξεργασίας δεδομένων·

(ιδ) υπηρεσίες διαμεσολάβησης για ασφαλιστικές εργασίες·

(ιε)οποιεσδήποτε άλλες εργασίες θα ορίσει η Κεντρική Τράπεζα.

(4) Για σκοπούς συμμόρφωσης με το εδάφιο (1) εξαιρείται οποιοδήποτε μετοχικό κεφάλαιο άλλης εταιρείας που αποκτήθηκε από την τράπεζα κατά το διακανονισμό οφειλών προς την τράπεζα νοουμένου ότι το μετοχικό αυτό κεφάλαιο διατίθεται το αργότερο εντός τριών ετών από την ημερομηνία απόκτησης του εκτός αν η Κεντρική Τράπεζα κρίνει σκόπιμο να παρατείνει την προθεσμία των τριών ετών λόγω εξαιρετικών περιστάσεων.