10.—(1) Η διαδικασία για την παροχή υποχρεωτικής νοσηλείας είναι η ακόλουθη:
(α) Υποβάλλεται αίτηση στο Δικαστήριο από τον προσωπικό αντιπρόσωπο του ασθενούς για την έκδοση διατάγματος προσωρινής νοσηλείας ασθενούς. Σε περίπτωση που ο προσωπικός αντιπρόσωπος δεν υποβάλει αίτηση ή δε δύναται να εντοπιστεί, την αίτηση υποβάλλει η αστυνομία ή κοινωνικός λειτουργός·
(β) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) η αίτηση υποστηρίζεται από ψυχιατρική γνωμάτευση σχετικά με την αναγκαιότητα της παροχής νοσηλείας βάσει του παρόντος άρθρου·
(γ) το διάταγμα προσωρινής νοσηλείας έχει διάρκεια μέχρι είκοσι οκτώ μέρες·
(δ) το δικαστήριο κατά την έκδοση του διατάγματος ορίζει ημερομηνία κατά την οποία εξετάζει κατά πόσο επιβάλλεται ή όχι η έκδοση διαρ κούς νοσηλείας·
(ε) αν το δικαστήριο κρίνει, κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο εδάφιο (δ) πιο πάνω, ότι από την προσαχθείσα μαρτυρία δε συνιστάται η έκδοση διατάγματος διαρκούς νοσηλείας, τότε ο ασθενής αφήνεται ελεύθερος. Αν όμως το δικαστήριο κρίνει ότι ο ασθενής πρέπει να κρατηθεί σε κέντρο για σκοπούς νοσηλείας, τότε εκδίδει διάταγμα διαρκούς νοσηλείας:
(στ) το διάταγμα διαρκούς νοσηλείας είναι για αρχική περίοδο μέχρι 2 μηνών και δύναται να ανανεώνεται βάσει των προνοιών του άρθρου 11·
(ζ) κατά την έκδοση κάθε διατάγματος νοσηλείας το δικαστήριο ακούει και τον ασθενή, εκτός αν από την προσαχθείσα μαρτυρία πειστεί ότι ο ασθενής δεν είναι σε θέση να καταθέσει. Σε τέτοια περίπτωση το δικαστήριο ακούει τις απόψεις του προσωπικού αντιπροσώπου του ασθενούς και όταν αυτός δεν εντοπίζεται, τις απόψεις του κοινωνικού λειτουργού, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από δικηγόρο και ψυχίατρο της δικής του επιλογής·
(η) το δικαστήριο δύναται, αν κρίνει τούτο σκόπιμο, έχοντας πάντοτε υπόψη την οικονομική κατάσταση του ασθενούς, να διατάξει τα έξοδα τόσο του δικηγόρου όσο και του ψυχίατρου του να καταβληθούν από δημόσιους πόρους.
(2) Η Επιτροπή ενημερώνεται από το δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος προσωρινής νοσηλείας και για την ημερομηνία κατά την οποία το δικαστήριο θα εξετάσει την έκδοση ή όχι διατάγματος διαρκούς νοσηλείας.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο ασθενής αρνείται να εξεταστεί για σκοπούς προσκόμισης της ιατρικής γνωμάτευσης που απαιτείται από τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), ισχύουν οι πιο κάτω διατά ξεις:
(α) Ύστερα από αίτηση από οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για άμεση εξέταση και εκτίμηση της κατάστασης του ασθενούς και έκδοσης της σχετικής γνωμάτευσης, το οποίο στη συνέχεια θα αναφέρεται ως διάταγμα εξέτασης·
(β) η έκδοση διατάγματος εξέτασης παρέχει στην αστυνομία την εξουσία και την υποχρέωση να συλλάβει πάραυτα τον ασθενή και να τον μεταφέρει στο κέντρο ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο κατονομάζεται στο διάταγμα·
(γ) η αστυνομία παραμένει στο χώρο εξέτασης, όπου μεταφέρθηκε ο ασθενής για εξέταση, μέχρις ότου συμπληρωθεί αυτή και ακολούθως:
(i) αποχωρεί από το χώρο εξέτασης, αν ο ψυχίατρος που εξέτασε τον ασθενή είναι της γνώμης ότι ο ασθενής δε χρήζει υποχρεωτικής νοσηλείας· ή
(ii) μεταφέρει τον ασθενή σε χώρο ασφαλούς κράτησης, αν η γνώμη του ψυχίατρου είναι ότι ο ασθενής χρήζει άμεσης υποχρεωτικής νοσηλείας, μέχρις ότου το δικαστήριο διατάξει να μεταφερθεί σε κέντρο ασφαλούς κράτησης. Σε τέτοια περίπτωση η αστυνομία, εκτός αν άλλο πρόσωπο πράξει αυτό, υποβάλλει αίτηση στο δικαστήριο για έκδοση διατάγματος προσωρινής νοσηλείας·
(δ) στην περίπτωση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) πιο πάνω, ο ψυχίατρος εκδίδει αιτιολογημένη έκθεση για τα ευρήματά του, τα οποία αποστέλλει στο δικαστήριο που εξέδωσε το διάταγμα εξέτασης·
(ε) στην περίπτωση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (γ) πιο πάνω, ο ψυχίατρος εκδίδει τη γνωμάτευση που απαιτείται για έκδοση διατάγματος προσωρινής νοσηλείας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου αυτού.