38.—(1) Τηρουμένων των εξαιρέσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (7), όταν πρόσωπο καταδικάζεται για οποιοδήποτε αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση και πληρούνται οι προϋποθέσεις οι αναφερόμενες στο εδάφιο (3), το δικαστήριο το οποίο καταδίκασε το εν λόγω πρόσωπο δύναται με διάταγμα του (το οποίο για σκοπούς του Μέρους αυτού καλείται διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας) να εξουσιοδοτήσει την εισδοχή και κράτηση του καταδικασθέντος σε κατάλληλο κέντρο για τους σκοπούς της απαιτούμενης νοσηλείας.
(2) Το δικαστήριο δύναται, όταν εκδίδει διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας, να θέτει όρους και να δίδει οδηγίες που κατά τη γνώμη του είναι απαραίτητοι για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή του διατάγματος και την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους εκδίδεται.
(3) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) προϋποθέσεις είναι-
(α) Το δικαστήριο ικανοποιείται με βάση γραπτή ή προφορική ιατρική γνωμάτευση ψυχίατρου κατά εξουσιοδότηση του διευθυντή ή και άλλων ψυχίατρων που το δικαστήριο θα ακούσει ότι ο καταδικα σθείς υποφέρει από σοβαρή ψυχική διαταραχή τέτοιας μορφής και τέτοιου βαθμού, που δικαιολογούν την κράτησή του σε κατάλληλο κέντρο για παροχή της αναγκαίας θεραπευτικής αγωγής· και
(β) το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη του όλα τα περιστατικά της υπόθεσης περιλαμβανομένων της φύσης του αδικήματος, του χαρακτήρα και του ιστορικού του καταδικασθέντος όπως επίσης και άλλων τρόπων μεταχείρισης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η έκδοση διατάγματος ψυχιατρικής νοσηλείας είναι ο καταλληλότερος τρόπος μεταχείρισης του καταδικασθέντος.
(4) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, υπεύθυνος κατάλληλου νοσοκομείου περιλαμβάνει το γιατρό που είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση και θεραπεία του καταδικασθέντος και κατάλληλο νοσοκομείο ή κέντρο σημαίνει το νοσοκομείο ή το κέντρο, τα οποία έχουν κηρυχθεί ως κέντρα ψυχιατρικής καταδικασθέντων δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(5) Διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας καταδικασθέντος αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση-
(α) Σε αστυνομικό ή κηδεμονευτικό λειτουργό ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο προς το οποίο το δικαστήριο απευθύνεται, για να μετα φέρει τον καταδικασθέντα στο κέντρο το αναφερόμενο στο διάταγμα εντός της καθορισμένης σε αυτό περιόδου·
(β) στον υπεύθυνο του αναφερόμενου στο διάταγμα κέντρου να δεχθεί την εισαγωγή του καταδικασθέντος στο κέντρο εντός της προαναφερθείσας περιόδου και ακολούθως να τον κρατήσει στο εν λόγω κέντρο σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους αυτού του Νόμου και των όρων και οδηγιών που το δικαστήριο θα περιλάβει στο διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας καταδικασθέντος.
(6)(α) Διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας καταδικασθέντος εφαρμόζεται ως διάταγμα προσωρινής παροχής υποχρεωτικής νοσηλείας και ακολούθως μετατρέπεται σε διάταγμα με τη διατύπωση του άρθρου 10.
(β) Διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας καταδικασθέντος υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 11.
(7) Δεν εκδίδεται διάταγμα ψυχιατρικής νοσηλείας καταδικασθένος στις πιο κάτω περιπτώσεις:
(α) Όταν το αδίκημα που διαπράχτηκε είναι φόνος εκ προμελέτης ή άλλο αδίκημα, η ποινή του οποίου καθορίζεται επιτακτικά από νόμο·
(β) όταν το δικαστήριο έχει εξουσία και προτίθεται να εκδώσει δυνάμει άλλου νόμου διάταγμα δήμευσης περιουσίας που αποκτήθηκε παρά νομα από τη διάπραξη του αδικήματος.