Μεταβατική διάταξη για υφιστάμενα οικιστικά δάνεια

5.-(1) Στην περίπτωση υφιστάμενων οικιστικών δανείων των οποίων το αρχικό ποσό μαζί με εκείνο τυχόν συμπληρωματικών δανείων δεν υπερβαίνει το ποσό των εξήντα χιλιάδων λιρών Κύπρου, παρέχεται δικαίωμα στον οφειλέτη να επιλέξει με γραπτή ειδοποίηση που πρέπει να παραληφθεί από τον πιστωτή μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου αντί χρέωσης με κυμαινόμενο επιτόκιο, τη χρέωση του υπολοίπου του δανείου του με σταθερό επιτόκιο εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως:

Νοείται ότι η εν λόγω επιλογή θα ισχύει μέχρι πλήρους εξοφλήσεως του δανείου, εκτός εάν τούτο δεν εξοφληθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2002, οπότε αμέσως μετά την πάροδο της εν λόγω προθεσμίας η χρέωση τόκου θα γίνεται με κυμαινόμενο επιτόκιο.

(2) Εάν κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του σταθερού επιτοκίου δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, ο μέσος όρος του κυμαινόμενου επιτοκίου για οικιστικά δάνεια υπερβαίνει ποσοστό εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως, τότε κάθε πιστωτικό ίδρυμα του οποίου το σύνολο των οικιστικών δανείων κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) του συνολικού ποσού των οφειλομένων σ' αυτό δανείων, θα επιχορηγηθεί από τη Δημοκρατία μέσω του προϋπολογισμού της με ποσό που ισοδυναμεί με τη διαφορά μεταξύ του πιο πάνω μέσου κυμαινόμενου επιτοκίου και του εννέα τοις εκατόν (9%) επί του μέσου όρου του εκκρεμούντος υπολοίπου των οικιστικών δανείων του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, για τα οποία έγινε επιλογή σταθερού επιτοκίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(3) Εάν κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος σταθερού επιτοκίου δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, ο μέσος όρος του κυμαινόμενου επιτοκίου για οικιστικά δάνεια ελαττωθεί κάτω του εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως, τότε κάθε πιστωτικό ίδρυμα, του οποίου το σύνολο των οικιστικών δανείων κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατόν (25%) του συνολικού ποσού των οφειλομένων σ' αυτό δανείων, θα καταβάλλει στο πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας ποσό που ισούται με τη διαφορά μεταξύ του πιο πάνω μέσου κυμαινόμενου επιτοκίου και του εννέα τοις εκατόν (9%) επί του μέσου όρου του εκκρεμούντος υπολοίπου των οικιστικών δανείων του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, για τα οποία έγινε επιλογή σταθερού επιτοκίου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο για στεγαστικά δάνεια θα είναι το ποσό του τόκου που χρεώθηκε κατά τη διάρκεια ολόκληρης της μεταβατικής περιόδου πάνω σε στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο σαν ποσοστό του μέσου όρου των ημερήσιων εκκρεμούντων υπολοίπων των πιο πάνω δανείων.

Για το κάθε πιστωτικό ίδρυμα που θα δικαιούται κυβερνητικής επιχορήγησης ή αντίστροφα, θα υπολογίζεται το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο με τον τρόπο που περιγράφεται πιο πάνω με βάση τα δικά του δεδομένα.

Εφόσον οι πληρωμές που θα γίνονται βάσει του άρθρου 5(2) και (3) θα βαρύνουν την κυβέρνηση ή θα είναι προς όφελος της, το αρμόδιο όργανο που θα προβαίνει στον υπολογισμό των πληρωτέων ποσών είναι το Υπουργείο Οικονομικών, κάμνοντας χρήση των υπηρεσιών και άλλων οργανισμών.