64.-(1) Για το κάθε οικονομικό έτος, το οποίο αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, κάθε Συμβούλιο ετοιμάζει ετήσιο προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων του με βάση τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
(2) Ο ετήσιος προϋπολογισμός Συμβουλίου πρέπει να είναι ισοσκελισμένος:
Νοείται ότι παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν επιτρέπεται παρά μόνο ύστερα από σχετική έγκριση του Υπουργού.
(3) Ο ετήσιος προϋπολογισμός του Συμβουλίου καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου και υποβάλλεται στον Έπαρχο για έγκριση και στον Υπουργό Οικονομικών για ενημέρωση ή/και έγκριση κατά περίπτωση, όπως προβλέπεται στον εν λόγω Νόμο, μέχρι την 30ή Νοεμβρίου του έτους που προηγείται του οικονομικού έτους στο οποίο αναφέρεται, και εφαρμοζομένων των ακόλουθων διατάξεων:
(α) Ο Έπαρχος ασκεί έλεγχο νομιμότητας του προϋπολογισμού εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής του και πληροφορεί γραπτώς σχετικά το Συμβούλιο:
(β) σε περίπτωση που απαιτείται έγκριση του προϋπολογισμού από τον Υπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου, ο Υπουργός Οικονομικών πληροφορεί γραπτώς σχετικά το Συμβούλιο εντός εξήντα (60) ημερών
(γ) τηρουμένων των διατάξεων του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου, το Συμβούλιο δύναται, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω έγκριση, να δαπανά ετησίως ποσό το οποίο δεν υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατόν (20%) οποιουδήποτε κονδυλίου των δαπανών που έχουν προϋπολογιστεί και εγκριθεί, με τον όρο ότι το επιπρόσθετο αυτό ποσό εξοικονομείται από οποιοδήποτε άλλο κονδύλι ή από οποιαδήποτε άλλα από τα κονδύλια που προβλέφθηκαν και εγκρίθηκαν στον ίδιο προϋπολογισμό
(δ) μετά την έγκριση του προϋπολογισμού το Συμβούλιο υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών και στον Υπουργό τις προβλεπόμενες προβλέψεις εσόδων και δαπανών με τριμηνιαία ανάλυση για όλο το οικονομικό έτος μέχρι το τέλος Ιανουαρίου του οικονομικού έτους και μηνιαία έκθεση του προϋπολογισμού σε χρόνο που καθορίζει ο Υπουργός Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου∙
(ε) εάν ο ετήσιος προϋπολογισμός οποιασδήποτε κοινότητας δεν έχει εγκριθεί από τον Υπουργό μέχρι την έναρξη του οικονομικού έτους στο οποίο αναφέρεται, ο Υπουργός δύναται, με διάταγμα, να εξουσιοδοτήσει τη διενέργεια από το Ταμείο Κοινότητας οποιασδήποτε απαιτούμενης δαπάνης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τον έναν (1) μήνα κάθε φορά και εν πάση περιπτώσει τους δύο (2) μήνες συνολικά, εφόσον το θεωρήσει αναγκαίο για τη συνέχιση των υπηρεσιών που προβλέπονται στον προϋπολογισμό, μέχρι την εκπνοή της περιόδου αυτής:Νοείται ότι, η δαπάνη που διενεργείται για υπηρεσία με την εξουσιοδότηση που αναφέρεται πιο πάνω δεν δύναται να υπερβαίνει το αναλογούν για την περίοδο αυτή ποσό το οποίο εγκρίθηκε για την εν λόγω υπηρεσία με τον προϋπολογισμό του προηγούμενου οικονομικού έτους∙
(στ) το Συμβούλιο δύναται κατά τη διάρκεια του έτους για το οποίο εγκρίθηκε ο προϋπολογισμός να υποβάλει για έγκριση από τον Υπουργό αναθεωρημένο προϋπολογισμό, εάν οι περιστάσεις το απαιτούν, σύμφωνα με την εκάστοτε εγκύκλιο για τον προϋπολογισμό που εκδίδεται από τον Υπουργό Οικονομικών∙
(ζ) ο Υπουργός και ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να εγκρίνουν οποιαδήποτε δαπάνη η οποία διενεργήθηκε από το Συμβούλιο καθ’ υπέρβαση εγκεκριμένου κονδυλίου για εγκεκριμένο σκοπό που προβλέπεται στον προϋπολογισμό κοινότητας, εάν αυτό είναι αναγκαίο για τη συνέχιση της παροχής εγκεκριμένων από την κοινότητα υπηρεσιών ή γενικότερα για την εύρυθμη και απρόσκοπτη λειτουργία της κοινότητας, νοουμένου ότι η δαπάνη που διενεργείται κάθε φορά δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατόν (10%) σε κάθε περίπτωση του εγκεκριμένου κονδυλίου.
(4) Αντίγραφο του εγκεκριμένου προϋπολογισμού Συμβουλίου αποστέλλεται στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.