61.-(1) Σύμβαση από ή εξ ονόματος του Συμβουλίου καταρτίζεται γραπτώς και φέρει τη σφραγίδα του, καθώς και την υπογραφή του κοινοτάρχη και δύο μελών του Συμβουλίου που εξουσιοδοτούνται για το σκοπό αυτό από το Συμβούλιο:
Νοείται ότι σύμβαση σχετική με τη συνήθη διεξαγωγή των τρεχουσών συναλλαγών του Συμβουλίου μπορεί, δυνάμει των προνοιών του περί Συμβάσεων Νόμου, να καταρτίζεται γραπτώς ή προφορικώς, ανάλογα με την περίπτωση, από τον κοινοτάρχη για λογαριασμό του Συμβουλίου και να τροποποιείται ή να ακυρώνεται γραπτώς ή προφορικώς: Νοείται περαιτέρω ότι η σύναψη συμβάσεως, η διάρκεια της οποίας υπερβαίνει τη θητεία του Συμβουλίου το οποίο θα τη συνομολογήσει, υπόκειται στην έγκριση του Επάρχου.
(2) Όλες οι συμβάσεις που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό είναι κατά νόμο ισχυρές και δεσμεύουν το Συμβούλιο και όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, καθώς και τους κληρονόμους, εκτελεστές ή διαχειριστές τους, ανάλογα με την περίπτωση.
(3) Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει την εκμίσθωση όλης ή μέρους της κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας του, καθώς και την αποδοχή οποιασδήποτε κληρονομιάς, κληροδοτήματος ή δωρεάς.
(4) Καμιά από τις διατάξεις του άρθρου αυτού δεν μπορεί να επηρεάσει την εγκυρότητα σύμβασης που καταρτίστηκε από αρχή τοπικής διοίκησης, κοινότητα ή περιοχή βελτιώσεως που καταργείται δυνάμει του άρθρου 117 πριν από την έναρξη της ισχύος του Νόμου αυτού.