16.-(1) Κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου μπορεί να εκλεγεί πρόσωπο το οποίο έχει το δικαίωμα του εκλέγειν και του οποίου το όνομα είναι καταχωρημένο στον εκλογικό κατάλογο, έχει συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του κατά την ημέρα που έχει οριστεί για την υποβολή υποψηφιοτήτων και δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κωλύματα εκλογιμότητας:
(α) Είναι διανοητικά ανίκανο.
(β) Έχει πτωχεύσει και δεν αποκαταστάθηκε.
(γ) Έχει καταδικαστεί στο χρονικό διάστημα των δέκα τελευταίων χρόνων πριν από την ανακήρυξη των υποψηφίων για εκλογή, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, για αδίκημα ατιμωτικό ή για αδίκημα που ενέχει ηθική αισχρότητα ή έχει στερηθεί του δικαιώματος εκλογιμότητας έπειτα από απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου λόγω οποιουδήποτε εκλογικού αδικήματος.
(2) Δεν μπορεί να διατελεί κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου πρόσωπο το οποίο-
(α) Κατέχει οποιοδήποτε ιερατικό αξίωμα,
(β) κατέχει θέση στη δημόσια ή εκπαιδευτική υπηρεσία της Δημοκρατίας, στην Αστυνομική δύναμη, στο στρατό της Δημοκρατίας και σε Οργανισμό Δημόσιου Δικαίου,
(γ) κατέχει τη θέση γραμματέα, υπαλλήλου ή εργάτη στο Συμβούλιο,
(δ) κατέχει αξίωμα Υπουργού, μέλους της Βουλής των Αντιπροσώπων, δημάρχου, μέλους δημοτικού συμβουλίου, ή μέλους άλλου συμβουλίου,
(ε) μετά την εκλογή του καταδικάστηκε για αδίκημα ατιμωτικής φύσης ή ηθικής αισχρότητας ή έχει στερηθεί του δικαιώματος εκλογιμότητας έπειτα από απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου λόγω διάπραξης οποιουδήποτε εκλογικού αδικήματος,
(στ) έχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση με το Συμβούλιο για την εκτέλεση εργασιών ή την παροχή υπηρεσιών με αμοιβή,
(ζ) έχει διαγραφεί από τον εκλογικό κατάλογο,
(η) είναι μη αποκατασταθείς πτωχεύσας.
(3) Σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της θητείας κοινοτάρχη ή μέλους Συμβουλίου υπάρξει οποιοδήποτε από τα κωλύματα εκλογιμότητας ή τα ασυμβίβαστα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, το εν λόγω πρόσωπο παύει να είναι κοινοτάρχης ή μέλος του Συμβουλίου, ανάλογα με την περίπτωση. Η θέση του κενώνεται και πληρούται σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στα άρθρα 36 και 40 του παρόντος Νόμου.
(4) Το Συμβούλιο και ο γραμματέας έχουν υποχρέωση να γνωστοποιούν στον Έπαρχο κάθε περίπτωση όπου παρουσιάζεται σε κοινοτάρχη ή μέλος του Συμβουλίου οποιοδήποτε κώλυμα εκλογιμότητας ή ασυμβίβαστο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.