41.-(1) Ο κοινοτάρχης συγκαλεί συνεδρία του Συμβουλίου μια φορά το μήνα ή εκτάκτως, όποτε το κρίνει σκόπιμο ή όταν αυτό ζητηθεί γραπτώς από το ένα τρίτο τουλάχιστον των μελών του:
Νοείται ότι η συνεδρία πραγματοποιείται μέσα σε επτά μέρες από την ημέρα που θα ληφθεί η αίτηση και έπειτα από γραπτή ειδοποίηση τριών τουλάχιστον ημερών πριν από την ημέρα της συνεδρίας. Αν ο κοινοτάρχης έμπρακτα αρνείται να συγκαλέσει συνεδρία μετά παρέλευση δεκατεσσάρων τουλάχιστον ημερών από την επίδοση της σχετικής αίτησης, οι υπογράφοντες την αίτηση σύμβουλοι έχουν το δικαίωμα να συγκαλέσουν συνεδρία του Συμβουλίου με σχετική πρόσκληση προς τα μέλη και με ημερήσια διάταξη που ορίζεται στη γραπτή αίτηση τους προς τον κοινοτάρχη. Αποφάσεις που λαμβάνονται σε συνεδρία που συγκαλείται σύμφωνα με την επιφύλαξη αυτή είναι έγκυρες και εκτελεστές.
(2) Οι συνεδρίες του Συμβουλίου διεξάγονται σε χρόνο και σε τόπο που ορίζει κάθε φορά ο κοινοτάρχης.
(3) Αν στον παρόντα Νόμο δεν προνοείται διαφορετικά, απαρτία σε συνεδρία του Συμβουλίου υπάρχει, όταν παρευρίσκονται περισσότερα από τα μισά μέλη του, συμπεριλαμβανομένου του κοινοτάρχη. Της συνεδρίας προεδρεύει ο κοινοτάρχης και, αν αυτός απουσιάζει, ο αναπληρωτής κοινοτάρχης, ενώ, αν απουσιάζει και ο αναπληρωτής κοινοτάρχης, προεδρεύει ο γηραιότερος των παρόντων.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία σε συνεδρία δεν επιτυγχάνεται απαρτία, η συνεδρία αναβάλλεται και επανασυγκαλείται, οπότε το Συμβούλιο επιλαμβάνεται των θεμάτων που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη της συνεδρίας, εφόσον παρίστανται περισσότερα από τα μισά μέλη του.
(5) Οι αποφάσεις σε συνεδρία του Συμβουλίου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παριστάμενων μελών, ενώ σε περίπτωση ισοψηφίας ο κοινοτάρχης ή το μέλος του προεδρεύει έχει, επιπρόσθετα από την ψήφο του, δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(6) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε απόφασης του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται από μόνο το γεγονός ότι η θέση μέλους του είναι κενή.