ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Άρθρα 6, 10(5), 11Β, 11Γ, 11Δ, 11Ε, 12Ε(1) και (2), 42(1), 45(5) και 59(5)

ΜΕΡΟΣ Ι:

Τμήμα 1

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

 

Υποχρέωση προς εγγραφή

1.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (3) μέχρι (5) πιο κάτω, πρόσωπο που πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές και δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί—

(α) Στο τέλος οποιουδήποτε μήνα, αν το πρόσωπο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία και η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που τελειώνει σε αυτό το χρονικό σημείο έχει υπερβεί τις £9.000, ή

(β) σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο των τριάντα ημερών που αρχίζει από αυτό το χρονικό σημείο θα υπερβεί τις £9.000.

(2) Όταν επιχείρηση που ασκείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μεταβιβάζεται σε άλλο ως δρώσα οικονομική μονάδα και ο εκδοχέας δεν είναι εγγεγραμμένος δυνάμει του παρόντος Νόμου κατά το χρόνο της μεταβίβασης, τότε, τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (3)μέχρι (5) πιο κάτω, ο εκδοχέας καθίσταται υπόχρεος να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους κατά το χρόνο της μεταβίβασης αν—

(α) Η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που τελειώνει κατά το χρόνο της μεταβίβασης έχει υπερβεί τις £9.000, ή

(β) υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο των τριάντα ημερών που αρχίζει από το χρόνο της μεταβίβασης θα υπερβεί τις £9.000.

(3) Πρόσωπο δεν καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της υποπαραγράφου (1)(α) ή (2)(α)πιο πάνω αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που αρχίζει κατά το χρόνο κατά τον οποίο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η παρούσα υποπαράγραφος, θα καθίστατο υπόχρεο να εγγραφεί, δε θα υπερβεί τις £8.000.

(3Α) Για καθορισμό της αξίας των συναλλαγών προσώπου για τους σκοπούς της παραγράφου 1(α) και 2(α) συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν σε χρόνο κατά τον οποίο ήταν προηγουμένως εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου αγνοούνται αν -

(α) η έγγραφη του ακυρώθηκε για λόγους άλλους από εκείνους της παραγράφου 13(3), της παραγράφου 6(2) του Μέρους ΙΙ, ή της παραγράφου 6(3) του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Παραρτήματος, και

(β) ο Έφορος ικανοποιείται ότι προτού η εγγραφή είχε ακυρωθεί, έχουν δοθεί σε αυτόν όλες οι αναγκαίες πληροφορίες για να καθορίσει αν θα ακυρώσει την εγγραφή.

(3Β) Πρόσωπο θεωρείται ότι έχει καταστεί υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιοδήποτε χρόνο είχε δημιουργηθεί η υποχρέωση του αυτή σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις της παρούσας παραγράφου εκτός για οποιαδήποτε εγγραφή η οποία μεταγενέστερα ακυρώνεται δυνάμει της παραγράφου 13(3), της παραγράφου 6(2) του Μέρους ΙΙ ή της παραγράφου 6(3) του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Παραρτήματος.

(4) Πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους παρά μόνο σύμφωνα με την παράγραφο 2(5), 3 ή 4 πιο κάτω.

(5) Όταν καθορίζεται η αξία των συναλλαγών προσώπου για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) ή (2) πιο πάνω, παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών, που αποτελούν κεφαλαιουχικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της οποίας παραδίδονται ή παρέχονται και οποιεσδήποτε φορολογητέες συναλλαγές οι οποίες δεν θα ήταν φορολογητέες συναλλαγές χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το άρθρο 10(4), δε λαμβάνονται υπόψη.

(6) Για τον καθορισμό της αξίας των συναλλαγών προσώπου για σκοπούς των υποπαραγράφων (1) ή (2), συναλλαγές για τις οποίες το άρθρο 13Β(4) εφαρμόζεται και συναλλαγές θεωρούμενες ότι πραγματοποιήθηκαν από αυτό δυνάμει του άρθρου 13Γ(3) αγνοούνται.

(7) Πρόσωπο θεωρείται "εγκατεστημένο στη Δημοκρατία" όταν αυτό έχει επιχειρηματική εγκατάσταση ή άλλη μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία σε σχέση με την επιχείρηση που ασκεί.

(1Α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Παραρτήματος και οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου που τυγχάνουν εφαρμογής για σκοπούς εγγραφής, οποιοδήποτε πρόσωπο πραγματοποιεί ή προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες παραδόσεις εσπεριδοειδών, και όλες οι παραδόσεις του υπόκεινται στο μηδενικό συντελεστή (0%), δεν καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή:

Νοείται ότι οποιοδήποτε πρόσωπο δεν καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει της αμέσως προηγούμενης παραγράφου και ικανοποιεί τον Έφορο ότι πραγματοποιεί ή προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες παραδόσεις εσπεριδοειδών  , μπορεί να ζητήσει γραπτώς να εγγραφεί δυνάμει των διατάξεων του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου και ο Έφορος, εφόσον το κρίνει σκόπιμο,  προβαίνει στην εγγραφή του η οποία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε:

Νοείται περαιτέρω ότι για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ο όρος “εσπεριδοειδή” περιλαμβάνει λεμόνια, πορτοκάλια, μανταρίνια, γκρέιπ-φρουτ και κίτρα.

2.—(1) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 πιο πάνω και με σκοπό να παρεμποδιστεί η διατήρηση ή δημιουργία οποιουδήποτε τεχνητού διαχωρισμού των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από δύο ή περισσότερα πρόσωπα με αποτέλεσμα την αποφυγή καταβολής του Φ.Π.Α., αν ο Έφορος εκδώσει οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία θεωρούνται ως ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που ασκεί τις δραστηριότητες της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία και αυτό το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους˙ η υποχρέωση του προς εγγραφή αρχίζει από την ημερομηνία της οδηγίας ή, αν έτσι προβλέπει η οδηγία, από τέτοια μεταγενέστερη ημερομηνία που μπορεί να προσδιορίζεται στην οδηγία.

(2) Ο Έφορος δεν εκδίδει οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου κατονομάζοντας οποιοδήποτε πρόσωπο εκτός αν ικανοποιηθεί—

(α) Ότι το πρόσωπο αυτό πραγματοποιεί ή έχει πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές˙ και

(β) ότι οι δραστηριότητες μέσα στα πλαίσια των οποίων πραγματοποιεί ή έχει πραγματοποιήσει τις εν λόγω φορολογητέες συναλλαγές αποτελούν μέρος μόνο ορισμένων δραστηριοτήτων που κανονικά έπρεπε να θεωρούνται ως δραστηριότητες της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία, και ότι οι άλλες δραστηριότητες ασκούνται ταυτόχρονα ή ασκούνταν προηγουμένως (ή και τα δύο) από ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα˙ και

(γ) ότι, αν όλες οι φορολογητέες συναλλαγές αυτής της επιχείρησης λαμβάνονταν υπόψη, το πρόσωπο που ασκεί αυτήν την επιχείρηση θα καθίστατο υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1 πιο πάνω κατά το χρόνο έκδοσης της οδηγίας˙ και

(δ) ότι ο κύριος λόγος ή ένας από τους κύριους λόγους που το εν λόγω πρόσωπο ασκεί τις δραστηριότητες που αναφέρονται πρώτες στην παράγραφο (β) πιο πάνω με τον τρόπο που τις ασκεί είναι η αποφυγή της υποχρέωσης να εγγραφεί (ανεξάρτητα από το αν η υποχρέωση θα ήταν δική του, κάποιου άλλου προσώπου ή δύο ή περισσοτέρων προσώπων από κοινού).

(3) Οδηγία που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου αυτής επιδίδεται σε κάθε ένα από τα πρόσωπα που κατονομάζονται σε αυτή.

(4) Όταν ο Έφορος διαπιστώνει ότι πρόσωπο που δεν κατονομάστηκε σε οδηγία που έχει εκδοθεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια δραστηριοτήτων που κανονικά έπρεπε να θεωρηθούν ως μέρος των δραστηριοτήτων της επιχείρησης που περιγράφεται στην οδηγία, ο Έφορος δύναται να εκδώσει και να επιδώσει στο πρόσωπο αυτό συμπληρωματική οδηγία η οποία να αναφέρεται στην προηγούμενη οδηγία και στην επιχείρηση που προσδιορίζεται σε αυτή και στην οποία να προστίθεται το όνομα αυτού του προσώπου σε εκείνα των προσώπων που κατονομάζονται στην προηγούμενη οδηγία˙ η ισχύς της συμπληρωματικής οδηγίας αρχίζει από—

(α) Την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να πραγματοποιεί τις εν λόγω φορολογητέες συναλλαγές, ή ˙

(β) αν ήταν μεταγενέστερη, την ημερομηνία από την οποία το ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που αναφέρεται στην προηγούμενη οδηγία κατέστη υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους.

(5) Αν, αμέσως πριν την οδηγία (συμπεριλαμβανομένης και συμπληρωματικής οδηγίας) που εκδόθηκε δυνάμει της παρούσας παραγράφου, οποιοδήποτε πρόσωπο που κατονομάζεται στην οδηγία είναι εγγεγραμμένο σε σχέση με φορολογητέες συναλλαγές που πραγματοποιεί όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο (2) ή (4) πιο πάνω, τότε παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί˙ η υποχρέωσή του προς εγγραφή παύει από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ημερομηνίες είναι μεταγενέστερη—

(α) Την ημερομηνία από την οποία το εν λόγω ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο κατέστη υπόχρεο να εγγραφεί˙ και

(β) την ημερομηνία της οδηγίας.

(6) Αναφορικά με επιχείρηση που προσδιορίζεται σε οδηγία ή συμπληρωματική οδηγία που εκδίδεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία μαζί με οποιοδήποτε πρόσωπο που κατονομάζεται στη συμπληρωματική οδηγία, το οποίο σχετίζεται με εκείνη την επιχείρηση (που όλα μαζί θεωρούνται ως ενιαίο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο), αναφέρονται στις υποπαραγράφους (7) και (8) πιο κάτω ως τα "ιδρυτικά μέλη".

(7) Όταν εκδίδεται οδηγία δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τότε, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου—

(α) Το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που ασκεί την επιχείρηση που προσδιορίζεται στην οδηγία είναι εγγράψιμο με το όνομα που θα ήθελαν τα πρόσωπα που κατονομάζονται στην οδηγία να υποδείξουν από κοινού με γραπτή γνωστοποίηση που υποβάλλεται στον Έφορο μέσα σε δεκατέσσερις ημέρες από την ημερομηνία της οδηγίας ή, αν παραλείψουν να υποδείξουν κάποιο όνομα, με το όνομα που καθορίζεται στην οδηγία˙

(β) οποιαδήποτε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών από ή προς ένα από τα ιδρυτικά μέλη μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του υποκείμενου στο φόρο προσώπου θεωρείται ως συναλλαγή από ή προς εκείνο το πρόσωπο˙

(βα) οποιαδήποτε απόκτηση αγαθών από άλλο κράτος μέλος από ένα από τα ιδρυτικά μέλη μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του υποκειμένου στο φόρο προσώπου θεωρείται ως απόκτηση από εκείνο το πρόσωπο·

(γ) κάθε ένα από τα ιδρυτικά μέλη ευθύνονται από κοινού και ξεχωριστά για οποιοδήποτε Φ.Π.Α. οφειλόμενο από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο˙

(δ) χωρίς επηρεασμό της παραγράφου (γ) πιο πάνω, οποιαδήποτε παράλειψη του υποκείμενου στο φόρο προσώπου να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε υποχρέωση που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου θεωρείται ως παράλειψη κάθε ιδρυτικού μέλους ξεχωριστά˙ και

(ε) τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (α) μέχρι (δ) πιο πάνω, τα ιδρυτικά μέλη θεωρούνται ως συνεταιρισμός που ασκεί την επιχείρηση του υποκείμενου στο φόρο προσώπου και οποιοδήποτε ζήτημα ως προς την έκταση των δραστηριοτήτων της εν λόγω επιχείρησης σε οποιοδήποτε χρόνο θα αποφασίζεται αναλόγως.

(8) Αν ο Έφορος διαπιστώσει ότι ο οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη δεν πρέπει να θεωρείται πλέον ως τέτοιο για τους σκοπούς των παραγράφων (γ) και (δ) της υποπαραγράφου (7) πιο πάνω και επιδώσει γνωστοποίηση ότι δεν το θεωρεί ιδρυτικό μέλος, το πρόσωπο αυτό δε θα ευθύνεται δυνάμει των εν λόγω παραγράφων για οτιδήποτε γίνεται μετά την ημερομηνία που καθορίζεται στη γνωστοποίηση και, ανάλογα, εκείνη την ημερομηνία θεωρείται ότι παύει να είναι μέλος του συνεταιρισμού που αναφέρεται στην παράγραφο (ε) της υποπαραγράφου (7).

(9) Όταν καθορίζεται για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω κατά πόσο οποιοσδήποτε διαχωρισμός επιχειρηματικών δραστηριοτήτων είναι τεχνητός, λαμβάνεται υπόψη η έκταση κατά την οποία τα διαφορετικά πρόσωπα που ασκούν εκείνες τις δραστηριότητες συνδέονται στενά το ένα με το άλλο με χρηματοδοτικούς, οικονομικούς και οργανωτικούς δεσμούς.

3. Πρόσωπο που έχει καταστεί υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους, παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί σε οποιοδήποτε χρόνο αν ο Έφορος ικανοποιηθεί σε σχέση με το χρόνο αυτό ότι το εν λόγω πρόσωπο—

(α) Έπαυσε να πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές˙ ή

(β) δεν είναι κατά το χρόνο αυτό πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ισχύει οποιοσδήποτε από τους όρους που καθορίζονται στις παραγράφους 1(1)(α) και (β) και (2)(α) και (β) πιο πάνω.

4.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων της υποπαραγράφου (2) πιο κάτω, πρόσωπο που έχει καταστεί υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους παύει να είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο σε οποιοδήποτε χρόνο ύστερα από την εγγραφή του αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του κατά την περίοδο ενός έτους που αρχίζει από τότε δε θα υπερβεί τις £8.000.

(2) Το πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω αν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι ο λόγος που η αξία των φορολογητέων συναλλαγών του δε θα υπερβεί τις £8.000 είναι ότι κατά την εν λόγω περίοδο θα παύσει να πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές, ή θα αναστείλει την πραγματοποίησή τους για περίοδο τριάντα ημερών ή περισσοτέρων.

(3) Όταν προσδιορίζεται η αξία των συναλλαγών ενός προσώπου για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) πιο πάνω, παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών, που αποτελούν κεφαλαιουχικά περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της οποίας παραδίδονται ή παρέχονται και οποιεσδήποτε φορολογητέες συναλλαγές οι οποίες δεν θα ήταν φορολογητέες συναλλαγές εκτός από το άρθρο 10(4) δεν θα λαμβάνονται υπόψη.

 

Ειδοποίηση για την υποχρέωση εγγραφής και εγγραφή

5.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(α) πιο πάνω οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του μέσα σε τριάντα ημέρες από το τέλος του σχετικού μήνα.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι)και η εγγραφή του ισχύει από το τέλος του μήνα που ακολουθεί το σχετικό μήνα ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Στην παρούσα παράγραφο ο "σχετικός μήνας", σε σχέση με πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(α) πιο πάνω, σημαίνει το μήνα κατά το τέλος του οποίου καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί.

6.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(β) πιο πάνω, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωση του πριν το τέλος της περιόδου των τριάντα ημερών εντός της οποίας δημιουργείται η υποχρέωση.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι)και η εγγραφή του ισχύει από την αρχή της περιόδου των τριάντα ημερών εντός της οποίας δημιουργείται η υποχρέωση.

7.—(1) Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(2) πιο πάνω οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του μέσα σε τριάντα ημέρες από το χρόνο της μεταβίβασης της επιχείρησης.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο (είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι)και η εγγραφή του ισχύει από το χρόνο της μεταβίβασης της επιχείρησης.

8. Όταν ένα πρόσωπο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(1)(α) και δυνάμει της παραγράφου 1(1)(β) ή 1(2) κατά τον ίδιο χρόνο, ο Έφορος το εγγράφει σύμφωνα με την παράγραφο 6(2) ή 7(2) πιο πάνω, ανάλογα με την περίπτωση, αντί δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 5(2) πιο πάνω.

 

Δικαίωμα προς εγγραφή

9. Όταν πρόσωπο, που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο, ικανοποιεί τον Έφορο ότι—

(α) Πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές˙ ή

(β) ασκεί επιχείρηση και προτίθεται να πραγματοποιήσει τέτοιες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησης αυτής,

ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το εν λόγω πρόσωπο, προβαίνει στην εγγραφή του και η εγγραφή ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

10.—(1) Όταν πρόσωπο, που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο, ικανοποιεί τον Έφορο ότι-

(α) Πραγματοποιεί συναλλαγές που εμπίπτουν στην υποπαράγραφο (2) πιο κάτω˙ ή

(β) ασκεί επιχείρηση και προτίθεται να πραγματοποιήσει τέτοιες συναλλαγές μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση αυτής της επιχείρησης, και (είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση) εμπίπτει στην υποπαράγραφο (3) πιο κάτω, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς τέτοιο πρόσωπο, το εγγράφει και η εγγραφή του αρχίζει να ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Μια συναλλαγή εμπίπτει στην παρούσα υποπαράγραφο αν –

(α) Πραγματοποιείται εκτός της Δημοκρατίας ή αν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 21(2)(γ) του παρόντος Νόμου, αλλά θα ήταν φορολογητέα συναλλαγή αν πραγματοποιείτο στο εσωτερικό της Δημοκρατίας,

(β) εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 42 Α του Νόμου.

(3) Ένα πρόσωπο εμπίπτει στην παρούσα υποπαράγραφο αν—

(α) Έχει επιχειρηματική εγκατάσταση στη Δημοκρατία ή ο συνηθισμένος τόπος της διαμονής του είναι στη Δημοκρατία˙ και

(β) δεν πραγματοποιεί και ούτε προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές.

(4) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου—

(α) Πρόσωπο που ασκεί επιχείρηση μέσω υποκαταστήματος ή αντιπροσωπείας στη Δημοκρατία θεωρείται ότι έχει επιχειρηματική εγκατάσταση στη Δημοκρατία, και

(β) "συνηθισμένος τόπος διαμονής", σε σχέση με νομικό πρόσωπο, σημαίνει τον τόπο όπου έχει νόμιμα συσταθεί.

 

Ειδοποίηση για τον τερματισμό της υποχρέωσης ή του δικαιώματος για εγγραφή

11. Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 5, 6 ή 9 πιο πάνω, που παύει να πραγματοποιεί ή να έχει την πρόθεση να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημέρα της επέλευσής του εκτός αν, όταν παύει τοιουτοτρόπως, θα ήταν διαφορετικά υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου αν η εγγραφή του και οποιοδήποτε νομοθέτημα που παρεμποδίζει πρόσωπο από το αν είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει διαφορετικών διατάξεων κατά τον ίδιο χρόνο δεν λέχθηκαν υπόψη.

12. Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 10 πιο πάνω το οποίο—

(α) Παύει να πραγματοποιεί ή να έχει την πρόθεση να πραγματοποιήσει συναλλαγές που εμπίπτουν στην υποπαράγραφο (2) της παραγράφου 10˙ ή

(β) πραγματοποιεί ή έχει πρόθεση να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές,

οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημέρα της επέλευσής του εκτός, στην περίπτωση προσώπου που παύει σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α), θα ήταν, όταν παύει τοιουτοτρόπως, διαφορετικά υπόχρεο ή δικαιούχο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου αν η εγγραφή του και οποιοδήποτε νομοθέτημα που παρεμποδίζει πρόσωπο από το αν είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει διαφορετικών διατάξεων κατά τον ίδιο χρόνο δεν λήφθηκαν υπόψη.

 

Ακύρωση της εγγραφής

13.—(1) Όταν εγγεγραμμένο πρόσωπο ικανοποιεί τον Έφορο ότι δεν είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το πρόσωπο, ακυρώνει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι εγγεγραμμένο πρόσωπο έχει παύσει να είναι εγγράψιμο, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα της παύσης ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι την ημέρα κατά την οποία ενεγράφη κάποιο πρόσωπο δεν ήταν εγγράψιμο, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από εκείνη την ημέρα.

(4) Ο Έφορος δεν ακυρώνει δυνάμει της υποπαραγράφου (1) την εγγραφή προσώπου με ισχύ ακύρωσης της από οποιοδήποτε χρόνο εκτός αν ικανοποιείται ότι δεν είναι ο χρόνος κατά τον οποίο αυτό το πρόσωπο θα ήταν υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(5) Ο Έφορος δεν ακυρώνει  δυνάμει της υποπαραγράφου (2) την εγγραφή προσώπου με ισχύ ακύρωσης της από οποιοδήποτε χρόνο, εκτός αν ικανοποιείται ότι δεν είναι ο χρόνος κατά τον οποίο αυτό το πρόσωπο θα ήταν υπόχρεο, ή δικαιούχο, για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(6) Για καθορισμό για τους σκοπούς των υποπαραγράφων (4)  ή  (5) κατά πόσο πρόσωπο   θα ήταν   υπόχρεο, ή δικαιούχο, να εγγραφεί σε οποιοδήποτε χρόνο δεν λαμβάνεται υπόψη, μόνο στην έκταση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή οποία παρεμποδίζει πρόσωπο από το να καταστεί υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή όταν είναι ήδη εγγεγραμμένο ή όταν είναι τοιουτοτρόπως υπόχρεο δυνάμει οποιασδήποτε άλλης διάταξης.

(7)Στην παρούσα παράγραφο, οποιαδήποτε αναφορά σε εγγεγραμμένο πρόσωπο είναι αναφορά σε πρόσωπο που εγγράφεται δυνάμει του παρόντος Μέρους.

 

Εξουσία διαφοροποίησης καθορισμένων ποσών με διάταγμα

14. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα να αντικαταστήσει οποιαδήποτε από τα ποσά που καθορίζονται στο παρόν Μέρος με άλλα ποσά που θα έκρινε σκόπιμο.

 

Συμπληρωματικές διατάξεις

15. Η αξία παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών καθορίζεται για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους χωρίς να λαμβάνεται υπόψη οποιοσδήποτε Φ.Π.Α. επιβλητέος επί της συναλλαγής.

16. Οποιαδήποτε ειδοποίηση που απαιτείται να υποβληθεί στον Έφορο δυνάμει του παρόντος Μέρους, υποβάλλεται σε τέτοιο τύπο και περιέχει τέτοια στοιχεία που θα μπορούσαν να καθορίσουν Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

17. Στο παρόν Παράρτημα "εγγράψιμος" σημαίνει υπόχρεο ή δικαιούχο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους.

18. Αναφορές στο παρόν Μέρος σε συναλλαγές είναι αναφορές σε συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων επιχείρησης.

 

Τμήμα 2

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΑ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΟΥ
ΕΠΩΦΕΛΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΕ
ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

1. Για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος-

“απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση” σημαίνει κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εγκατεστημένο εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης  το οποίο πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο οποίος δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) και το οποίο  επωφελείται ή επιθυμεί και δικαιούται να επωφεληθεί από απαλλαγή σε κράτος μέλος σύμφωνα με το σημείο 3 του παρόντος Τμήματος·

“ετήσιος κύκλος εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης” σημαίνει την ετήσια συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών χωρίς ΦΠΑ, που πραγματοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους.

2. Τηρουμένων των διατάξεων του Τμήματος 1 του Μέρους Ι του παρόντος Παραρτήματος, τα σημεία 3 έως 13 εφαρμόζονται για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος.

3.(1) Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο το οποίο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία για να κάνει χρήση του δικαιώματος για απαλλαγή σε άλλο κράτος μέλος, εκτός της Δημοκρατίας, με βάση διατάξεις που εφαρμόζονται σε εκείνο το κράτος μέλος αντίστοιχες των διατάξεων  του Τμήματος 2 του Μέρους ΙΑ-

(α) παρέχει προηγούμενη κοινοποίηση στον Έφορο για την άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής σε άλλο ή άλλα κράτη μέλη·

(β) ενημερώνει τον Έφορο για την πρόθεσή του να κάνει χρήση της ευχέρειας που παρέχεται σε άλλο ή άλλα κράτη μέλη για απαλλαγή από υποχρέωση εγγραφή, λόγω του ετήσιου κύκλου εργασιών του·

(γ) ταυτοποιείται για την εφαρμογή της απαλλαγής από αριθμό ΦΠΑ στη Δημοκρατία και φέρει το επίθημα “ΕΧ”·

(δ) υποβάλλει στοιχεία για την αξία φορολογητέων συναλλαγών εκφρασμένο σε ευρώ που έχουν πραγματοποιηθεί από την αρχή του τρέχοντος ημερολογιακού τριμήνου·

(ε) ενημερώνει για την παύση της απαλλαγής από την υποχρέωση εγγραφής σε άλλο ή άλλα κράτη μέλη και τέτοια παύση:

Νοείται ότι, η παύση τίθεται σε ισχύ από την πρώτη ημέρα του επόμενου ημερολογιακού τριμήνου μετά την παραλαβή των πληροφοριών από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ή, σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές παραλαμβάνονται κατά τον τελευταίο μήνα του ημερολογιακού τριμήνου, από την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα του επόμενου ημερολογιακού τριμήνου.

(2)  Η κοινοποίηση η οποία υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου (1) περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο σημείο 4 του παρόντος Τμήματος.

(3)(α) Η απαλλαγή ισχύει σε ό,τι αφορά το κράτος μέλος στο οποίο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δεν είναι εγκατεστημένο και στο οποίο το εν λόγω πρόσωπο προτίθεται να κάνει χρήση της απαλλαγής δυνάμει-

(i) προηγούμενης κοινοποίησης, από την ημερομηνία κατά την οποία γνωστοποιείται στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ο ατομικός αριθμός ταυτοποίησης από το κράτος μέλος εγκατάστασης· ή

(ii) επικαιροποίησης προηγούμενης κοινοποίησης, από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος εγκατάστασης επιβεβαιώνει τον αριθμό στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, ως συνέπεια της επικαιροποίησης.

(β) Η προβλεπόμενη στην υποπαράγραφο (α) ημερομηνία δεν υπερβαίνει τις τριάντα πέντε (35) εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της προηγούμενης κοινοποίησης ή την επικαιροποίηση της προηγούμενης κοινοποίησης που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (α) έως (ε) της παραγράφου (1) του σημείου 2, εκτός από ειδικές περιπτώσεις στις οποίες για την πρόληψη της φοροδιαφυγής ή της φοροαποφυγής ο Έφορος Φορολογίας ενδέχεται να καθορίσει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τη διενέργεια των απαραίτητων ελέγχων.

4. (1) Η προβλεπόμενη στην υποπαράγραφο (α) της παραγράφου (1) του σημείου 3 προηγούμενη κοινοποίηση περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Το ονοματεπώνυμο, τη δραστηριότητα, τη νομική μορφή και τη διεύθυνση του υποκείμενου στο φόρο προσώπου·

(β) το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο προτίθεται να κάνει χρήση της απαλλαγής·

(γ) τη συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και/ή παροχών υπηρεσιών που έχουν πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και σε καθένα από τα άλλα κράτη μέλη κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

(δ) τη συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και/ή παροχών υπηρεσιών που έχουν πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και σε καθένα από τα άλλα κράτη μέλη κατά το τρέχον ημερολογιακό έτος πριν από την κοινοποίηση.

(2) Οι πληροφορίες που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (γ) της παραγράφου (1) του σημείου 4 παρέχονται για κάθε προηγούμενο ημερολογιακό έτος που εντάσσεται στην περίοδο που προβλέπεται στο Άρθρο 288α, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/285 για κάθε κράτος μέλος που εφαρμόζει την εκεί προβλεπόμενη επιλογή.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ενημερώνει το κράτος μέλος εγκατάστασης, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου (1) του σημείου 3, ότι προτίθεται να κάνει χρήση της απαλλαγής σε κράτος μέλος ή κράτη μέλη διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στην προηγούμενη κοινοποίηση, το εν λόγω πρόσωπο δεν υποχρεούται να παράσχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (1) του σημείου 4, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες έχουν ήδη συμπεριληφθεί σε αναφορές στοιχείων υποβληθείσες σε προηγούμενο χρόνο βάσει του σημείου 5.

5. Το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που κάνει χρήση της προβλεπόμενης στην παράγραφο (1) του σημείου 3 απαλλαγής σε κράτος μέλος στο οποίο το εν λόγω πρόσωπο δεν είναι εγκατεστημένο σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στις υποπαραγράφους (α) έως (ε) της παραγράφου (1) του σημείου 3, υποβάλλει για κάθε ημερολογιακό τρίμηνο στο κράτος μέλος εγκατάστασης,  συμπεριλαμβανομένου του αριθμού ΦΠΑ που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (γ) της παραγράφου (1) του σημείου 3, τα ακόλουθα:

(α) Τη συνολική αξία των παραδόσεων ή παροχών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού τριμήνου στη Δημοκρατία ή «0», σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις ή παροχές·

(β) τη συνολική αξία των παραδόσεων ή παροχών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού τριμήνου σε καθένα από τα κράτη μέλη εκτός της Δημοκρατίας ή «0», σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις ή παροχές.

6.  Το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο κοινοποιεί τις πληροφορίες που ορίζονται στο σημείο 5 εντός ενός  μηνός από το τέλος του ημερολογιακού τριμήνου.

7.  Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρεται στο Άρθρο 284, παράγραφος 2, στοιχείο α) της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/285, το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ενημερώνει τον Έφορο Φορολογίας εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών και παράλληλα, υποβάλλει στοιχεία για την αξία των παραδόσεων ή παροχών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 και οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί από την αρχή του τρέχοντος ημερολογιακού τριμήνου έως την ημερομηνία κατά την οποία σημειώθηκε η υπέρβαση του ορίου του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της  Ευρωπαϊκής Ένωσης.

8. Ο Έφορος Φορολογίας δύναται να απαιτεί την υποβολή των στοιχείων που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (α) έως (δ) της παραγράφου (1) του σημείου 1 και στα σημεία 6 και 7 με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ο ίδιος ορίζει.

9. Το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία και κάνει χρήση της απαλλαγής σύμφωνα με το σημείο 3 και σε οποιοδήποτε κράτος μέλος στο οποίο το εν λόγω πρόσωπο δεν είναι εγκατεστημένο δεν υποχρεούται σε ό,τι αφορά τις παραδόσεις ή τις παροχές που καλύπτονται από την απαλλαγή στο κράτος μέλος εγκατάστασης να υποβάλει δήλωση ΦΠΑ σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 17 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών.

10. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 8, σε περίπτωση κατά την οποία υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες που προβλέπονται στα σημεία 5, 6 και 7, ο Έφορος Φορολογίας δύναται να απαιτεί από το εν λόγω πρόσωπο να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις όσον αφορά τον ΦΠΑ όπως αυτές αναφέρονται στο σημείο 8.

11. Για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος η μετατροπή οποιασδήποτε αξίας σε ευρώ γίνεται με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους σύμφωνα με τη συναλλαγματική ισοτιμία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

12. (1) Ο Έφορος Φορολογίας προβαίνει αμελλητί είτε σε απενεργοποίηση του αριθμού ταυτοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του σημείου 3 είτε, σε περίπτωση που το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εξακολουθεί να κάνει χρήση της απαλλαγής σε άλλο κράτος μέλος ή άλλα κράτη μέλη, προσαρμόζει τα στοιχεία που παρέλαβε δυνάμει της παραγράφου (1) του σημείου 3 σε ό,τι αφορά το ενδιαφερόμενο ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δηλώθηκε από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο υπερβαίνει το όριο του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρεται στο Άρθρο 284, παράγραφος 2, στοιχείο α) της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/285·

(β) σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος Φορολογίας ο οποίος χορηγεί την απαλλαγή έχει κοινοποιήσει ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δε δικαιούται να κάνει χρήση της απαλλαγής ή η απαλλαγή έχει παύσει να ισχύει σε εκείνο το κράτος μέλος·

(γ) σε περίπτωση κατά την οποία το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει γνωστοποιήσει την απόφασή του να παύσει να εφαρμόζει την απαλλαγή· ή

(δ) σε περίπτωση κατά την οποία το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει ενημερώσει ή δύναται να συναχθεί με άλλο τρόπο το συμπέρασμα ότι οι δραστηριότητές του έχουν παύσει.

 

ΜΕΡΟΣ ΙΑ

Τμήμα 1

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ:

ΜΗ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Υποχρέωση για εγγραφή

1.-(1) Πρόσωπο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί σύμφωνα με το παρόν Μέρος σε οποιονδήποτε χρόνο, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις Α έως Δ που αναφέρονται στις παραγράφους (2) έως (5).

(2)  Η προϋπόθεση Α συνεπάγεται ότι –

(α) το πρόσωπο πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές, ή

(β) υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι το πρόσωπο θα πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές κατά την περίοδο των τριάντα (30) ημερών που αρχίζει από αυτό το χρονικό σημείο.

(3) Η προϋπόθεση Β συνεπάγεται ότι αυτές οι συναλλαγές ή οποιεσδήποτε από αυτές, πραγματοποιούνται ή θα πραγματοποιηθούν μέσα στο πλαίσιο ή για προώθηση οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκείται από το πρόσωπο.

(4) Η προϋπόθεση Γ συνεπάγεται ότι το πρόσωπο δεν έχει οποιαδήποτε επιχειρηματική εγκατάσταση ή οποιαδήποτε άλλη μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία σε σχέση με την επιχείρηση που ασκείται από αυτό.

(5) Η προϋπόθεση Δ συνεπάγεται ότι το πρόσωπο δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

2.-(1) Πρόσωπο δεν καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(2)(β) του παρόντος Μέρους αν ο λόγος που πιστεύεται ότι θα πραγματοποιηθούν φορολογητέες συναλλαγές στην αναφερομένη περίοδο των τριάντα (30) ημερών είναι ότι η επιχείρηση ή μέρος της επιχείρησης που ασκείται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο θα μεταβιβαστεί στο πρόσωπο αυτό ως δρώσα οικονομική μονάδα κατά την περίοδο αυτή.

(2) Στην περίπτωση που η μεταβίβαση λαμβάνει χώραν, το πρόσωπο στο οποίο μεταβιβάζεται η επιχείρηση καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις  Α έως Δ της παραγράφου 1 σε σχέση με το εν λόγω πρόσωπο κατά το χρόνο αυτό.

(3) Κατά τον καθορισμό για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (2) της παρούσας παραγράφου του κατά πόσον τηρείται η προϋπόθεση Β, η αναφορά στην παράγραφο 1(3) σε επιχείρηση, θεωρείται ως αναφορά σε επιχείρηση ή μέρος της επιχείρησης η οποία μεταβιβάζεται στο πρόσωπο που την αποκτά.

3. Πρόσωπο θεωρείται ότι έχει καταστεί υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιονδήποτε χρόνο όταν το πρόσωπο θα καθίστατο υπόχρεο δυνάμει της παραγράφου 1 ή 2 με εξαίρεση οποιαδήποτε εγγραφή η οποία ακυρώνεται σε μεταγενέστερο στάδιο σύμφωνα με–

(α) την παράγραφο 11·

(β) την παράγραφο 13(3) του Μέρους Ι του Πρώτου Παραρτήματος·

(γ) την παράγραφο 6(2) του Μέρους ΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος· και

(δ) την παράγραφο 6(3) του Μέρους ΙΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος·

4.-(1) Πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους με εξαίρεση την περίπτωση της υποπαραγράφου (2) της παρούσας παραγράφου.

(2) Πρόσωπο το οποίο έχει καταστεί υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους, παύει να είναι υπόχρεο να εγγραφεί σε οποιονδήποτε χρόνο εφόσον ο Έφορος ικανοποιηθεί σε σχέση με το χρόνο αυτό ότι το εν λόγω πρόσωπο –

(α) έπαυσε να πραγματοποιεί φορολογητέες συναλλαγές μέσα στο πλαίσιο ή για προώθηση οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκείται από το πρόσωπο αυτό· ή

(β) δεν είναι πλέον πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ισχύει η προϋπόθεση Γ που καθορίζεται στην παράγραφο 1(4).

 

Ειδοποίηση για την υποχρέωση εγγραφής και εγγραφή

5.-(1) Πρόσωπο το οποίο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(2) ή 2(2), οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωση αυτή πριν από το τέλος της περιόδου των τριάντα (30) ημερών που αρχίζει από την ημέρα κατά την οποία δημιουργείται η υποχρέωση.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο, ανεξαρτήτως του εάν το εν λόγω πρόσωπο τον έχει ειδοποιήσει ή όχι, και η εγγραφή του ισχύει αναδρομικά από την ημέρα κατά την οποία δημιουργείται η υποχρέωση.

6.-(1) Πρόσωπο, το οποίο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1(2)(β) ειδοποιεί τον Έφορο για την υποχρέωση αυτή πριν από το τέλος της περιόδου, με αναφορά στη δημιουργία της υποχρέωσης.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο, ανεξαρτήτως του εάν το εν λόγω πρόσωπο τον έχει ειδοποιήσει ή όχι, και η εγγραφή του ισχύει από την αρχή της περιόδου με αναφορά στη δημιουργία της υποχρέωσης.

 

Ειδοποίηση για τερματισμό της υποχρέωσης

7.-(1) Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 5 ή 6, το οποίο παύει να πραγματοποιεί ή να έχει πρόθεση να πραγματοποιήσει φορολογητέες συναλλαγές μέσα στο πλαίσιο ή για προώθηση της επιχείρησης που ασκείται από αυτό σε οποιονδήποτε χρόνο, ειδοποιεί τον Έφορο για το γεγονός αυτό εντός εξήντα (60) ημερών από την ημέρα της επέλευσής του.

(2)  Το πρόσωπο δεν χρειάζεται να ειδοποιήσει τον Έφορο αν την ημέρα αυτή θα ήταν διαφορετικά υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.

 

Ακύρωση της εγγραφής

8.-(1) Ο Έφορος ακυρώνει την εγγραφή του προσώπου δυνάμει του παρόντος Μέρους όταν –

(α) ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο δεν έχει υποχρέωση να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους· και

(β) το πρόσωπο απαιτεί την ακύρωση.

(2) Η ακύρωση διενεργείται με ισχύ από –

(α) την ημέρα κατά την οποία γίνεται η απαίτηση· ή

(β) μεταγενέστερη ημέρα η οποία θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Ο Έφορος δεν ακυρώνει την εγγραφή με ισχύ από οποιοδήποτε χρόνο εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο δεν θα ήταν υπόχρεο για εγγραφή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο κατά το χρόνο εκείνο.

9.-(1) Ο Έφορος δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του προσώπου δυνάμει του παρόντος Μέρους όταν ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο έχει παύσει να έχει υποχρέωση να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους.

(2) Η ακύρωση διενεργείται με ισχύ από –

(α) την ημέρα κατά την οποία γίνεται η απαίτηση· ή

(β) μεταγενέστερη ημέρα η οποία θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Ο Έφορος δεν ακυρώνει την εγγραφή με ισχύ από οποιοδήποτε χρόνο εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο δεν θα ήταν υπόχρεο για εγγραφή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο κατά το χρόνο εκείνο.

10. Για σκοπούς των παραγράφων 8 και 9 για καθορισμό του κατά πόσον ο χρόνος είναι εκείνος κατά τον οποίο πρόσωπο θα ήταν υπόχρεο, ή δικαιούχο, να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου η οποία παρεμποδίζει πρόσωπο από το να καταστεί υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή όταν είναι ήδη εγγεγραμμένο ή όταν καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει οποιασδήποτε άλλης διάταξης, δεν λαμβάνεται υπόψη.

11.-(1) Ο Έφορος δύναται να ακυρώσει την εγγραφή προσώπου δυνάμει του παρόντος Μέρους εάν ικανοποιηθεί ότι το πρόσωπο δεν είχε υποχρέωση εγγραφής δυνάμει του παρόντος Νόμου κατά την ημέρα που αυτό εγγράφηκε.

(2) Η ακύρωση ισχύει από την ημέρα εγγραφής του προσώπου.

 

Εξαίρεση από την εγγραφή

12.-(1) Ο Έφορος δύναται να εξαιρέσει πρόσωπο από την εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους εάν το πρόσωπο ικανοποιήσει τον Έφορο ότι οι φορολογητέες συναλλαγές που πραγματοποιεί ή σκοπεύει να πραγματοποιήσει –

(α) υπόκεινται στο μηδενικό συντελεστή· ή

(β) θα υπόκειντο στο μηδενικό συντελεστή αν το πρόσωπο ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο. ή

(γ) είναι τέτοιες που θα μπορούσαν να τύχουν του ίδιου χειρισμού.

(2) Η εξουσία που παρέχεται στον Έφορο δυνάμει των διατάξεων της υπο-παραγράφου (1) δύναται να ασκηθεί μόνο μετά από απαίτηση του προσώπου και εφόσον ο Έφορος το κρίνει σκόπιμο.

(3) Στην περίπτωση που υπάρχει ουσιαστική αλλαγή της φύσης των συναλλαγών που πραγματοποιούνται από πρόσωπο που εξαιρείται δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, το πρόσωπο ειδοποιεί τον Έφορο αναφορικά με την εν λόγω αλλαγή –

(α) εντός τριάντα (30) ημερών από την ημέρα που επήλθε η αλλαγή· ή

(β) εντός τριάντα (30) ημερών από το τέλος του τριμήνου εντός του οποίου επήλθε η αλλαγή, σε περίπτωση που δεν μπορεί να προσδιοριστεί συγκεκριμένη ημέρα.

(4) Εφόσον ο Έφορος αποφασίσει ότι δεν απαιτείται πλέον καμιά ενέργεια επί τέτοιας απαίτησης κατά ή μετά από οποιαδήποτε ημέρα ή τέτοια απαίτηση έχει αποσυρθεί σε οποιαδήποτε ημέρα, ο Έφορος εγγράφει το πρόσωπο που υπέβαλε την απαίτηση με ισχύ από την ημέρα αυτή.

(5) Οποιαδήποτε αναφορά στην παρούσα παράγραφο σε συναλλαγές, θεωρείται ως αναφορά σε συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσα στο πλαίσιο ή για προώθηση της επιχείρησης που ασκείται από το πρόσωπο.


Συμπληρωματικές διατάξεις

13. Οποιαδήποτε ειδοποίηση η οποία απαιτείται να υποβληθεί στον Έφορο δυνάμει του παρόντος Μέρους, υποβάλλεται σε τέτοιο τύπο και περιέχει τέτοια στοιχεία τα οποία δύναται να καθοριστούν με Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

Τμήμα 2

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ:
ΠΡΟΣΩΠΑ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΣΕ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ
ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

1. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του Τμήματος 1 του Μέρους ΙΑ, τα σημεία 2 έως 13 εφαρμόζονται για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος-“απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση” σημαίνει κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εγκατεστημένο εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο πραγματοποιεί ετήσιο κύκλο εργασιών εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ο οποίος δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), και το οποίο επωφελείται ή επιθυμεί και δικαιούται να επωφεληθεί από απαλλαγή στη Δημοκρατία σύμφωνα με το σημείο 3 του παρόντος Τμήματος.“ετήσιος κύκλος εργασιών εντός της Δημοκρατίας” σημαίνει την ετήσια συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών χωρίς ΦΠΑ, που πραγματοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εντός της Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια  ενός ημερολογιακού έτους.

3. Απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση που δεν καθίσταται υπόχρεη για εγγραφή και κάνει χρήση του δικαιώματος αυτού σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία-

(α) παρέχει προηγούμενη κοινοποίηση  στο κράτος μέλος εγκατάστασής της, με τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησης του κράτους μέλους εγκατάστασής της·

(β) ενημερώνει το κράτος μέλος εγκατάστασής της για τυχόν αλλαγές σε πληροφορίες που είχαν παρασχεθεί με βάση την παράγραφο (α)·

(γ) ενημερώνει το κράτος μέλος εγκατάστασής της για την πρόθεσή της να κάνει χρήση της ευχέρειας που παρέχεται στη Δημοκρατία για απαλλαγή από υποχρέωση εγγραφής, λόγω του ετήσιου κύκλου εργασιών της·

(δ) ενημερώνει το κράτος μέλος εγκατάστασής της για την παύση της απαλλαγής από την υποχρέωση εγγραφής στη Δημοκρατία και τέτοια παύση τίθεται σε ισχύ από την πρώτη ημέρα του επόμενου ημερολογιακού τριμήνου μετά την παραλαβή των πληροφοριών  ή, σε περίπτωση που οι πληροφορίες παραλαμβάνονται κατά τον τελευταίο μήνα του ημερολογιακού τριμήνου, από την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα του επόμενου ημερολογιακού τριμήνου.

4. Προηγούμενη κοινοποίηση που γίνεται δυνάμει του σημείου 3 του παρόντος Τμήματος περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Το ονοματεπώνυμο, την οικονομική δραστηριότητα, τη νομική υπόσταση και τη διεύθυνση της προβλεπόμενης στο σημείο 3 επιχείρησης·

(β) την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος εγκατάστασης επιβεβαιώνει τον αριθμό στο μη εγκατεστημένο πρόσωπο, ως συνέπεια της επικαιροποίησης όταν προβαίνει σε επικαιροποίηση των στοιχείων, που να περιλαμβάνει και τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησης, που έχει κοινοποιήσει προηγουμένως·

(γ) τη συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος στο οποίο είναι  εγκατεστημένο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και σε καθένα από τα άλλα κράτη μέλη κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

(δ) τη συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο και σε καθένα από τα άλλα κράτη μέλη κατά το τρέχον ημερολογιακό έτος πριν την κοινοποίηση:

Νοείται ότι, το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο δεν υποχρεούται να παράσχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν σημείο, εφόσον οι πληροφορίες έχουν περιληφθεί σε αναφορές στοιχείων δυνάμει του σημείου 3, εξαιρουμένων των πληροφορίων που χρήζουν τροποποίησης:Νοείται περαιτέρω ότι, επικαιροποίηση προηγούμενης κοινοποίησης, που γίνεται δυνάμει του παρόντος σημείου, περιλαμβάνει τον αριθμό ταυτοποίησης του κράτους μέλους εγκατάστασης.

5. (1) Απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση εγκατεστημένη σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία και που καθίσταται υπόχρεη για εγγραφή στη Δημοκρατία δυνάμει οποιωνδήποτε διατάξεων του παρόντος Παραρτήματος, απαλλάσσεται από την υποχρέωση αυτή, όταν-

(α) o Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Δημοκρατίας, κατά την περίοδο ενός έτους που αρχίζει κατά τον χρόνο κατά τον οποίο θα καθίστατο υπόχρεη να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου (1) του σημείου 1 του Τμήματος 1, του Μέρους Ι του παρόντος  Παραρτήματος, δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες εξακόσια ευρώ (€15.600)· και

(β) ο ετήσιος της κύκλος εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000).

(2) Ο ετήσιος κύκλος εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την ετήσια συνολική αξία των φορολογητέων συναλλαγών χωρίς ΦΠΑ, που πραγματοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους και περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Την αξία των φορολογητέων συναλλαγών, κατά το μέτρο που θα φορολογούνταν εάν δεν είχαν πραγματοποιηθεί από απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση·

(β) την αξία των συναλλαγών που υπόκεινται στον μηδενικό συντελεστή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25·

(γ) την αξία των εξαγωγών·

(δ) την αξία των ενδοκοινοτικών παραδόσεων·

(ε) την αξία των πράξεων επί ακινήτων, των χρηματοοικονομικών συναλλαγών που προβλέπονται στις παραγράφους (α) έως (στ)  του σημείου 3 του Πίνακα Β του Έβδομου Παραρτήματος και την αξία των συναλλαγών στο σημείο 1 του Πίνακα Β του Έβδομου Παραρτήματος, εκτός εάν οι συναλλαγές αυτές έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα.

(3) Για τον προσδιορισμό του κύκλου εργασιών δεν λαμβάνονται υπόψη οι μεταβιβάσεις ενσώματων ή άυλων αγαθών επένδυσης ενός υποκείμενου στο φόρο προσώπου.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους η  μετατροπή οποιασδήποτε αξίας σε ευρώ γίνεται με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους σύμφωνα με τη συναλλαγματική ισοτιμία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

6. (1) Η απαλλαγή από την υποχρέωση εγγραφής στη Δημοκρατία ισχύει δυνάμει-

(α) της ημερομηνίας προηγούμενης κοινοποίησης, από την ημερομηνία κατά την οποία γνωστοποιείται στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ο ατομικός αριθμός ταυτοποίησης από το κράτος μέλος εγκατάστασης·

(β) της επικαιροποίησης προηγούμενης κοινοποίησης, από την ημερομηνία κατά την οποία το κράτος μέλος εγκατάστασης επιβεβαιώνει τον αριθμό στον υποκείμενο στον φόρο, ως συνέπεια της επικαιροποίησης.

(2) Η προβλεπόμενη στην υποπαράγραφο (α)  ημερομηνία δεν υπερβαίνει τις τριάντα πέντε (35) εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της προηγούμενης κοινοποίησης ή την επικαιροποίηση της προηγούμενης κοινοποίησης που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (α) έως (ε) της παραγράφου (2) του σημείου 5, εξαιρουμένων ειδικών περιπτώσεων στις οποίες για την πρόληψη της φοροδιαφυγής ή της φοροαποφυγής ο Έφορος Φορολογίας ενδέχεται να καθορίσει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τη διενέργεια των απαραίτητων ελέγχων.

7. Απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση η οποία έχει κάνει χρήση του δικαιώματος που προβλέπεται στο σημείο 3 του παρόντος Τμήματος, υποβάλλει εντός ενός μηνός από το τέλος κάθε ημερολογιακού τριμήνου  στο κράτος μέλος εγκατάστασής του-

(α) τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησής του·

(β) τη συνολική αξία των παραδόσεων ή παροχών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού τριμήνου στο κράτος μέλος εγκατάστασης ή «0», σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις ή παροχές·

(γ) τη συνολική αξία των παραδόσεων ή παροχών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού τριμήνου σε καθένα από τα κράτη μέλη εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης ή «0», σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν πραγματοποιηθεί παραδόσεις ή παροχές.

8. Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου που καθορίζεται στην παράγραφο (β) του σημείου 5, το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο-

(α) ενημερώνει το κράτος μέλος εγκατάστασής του εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από το τέλος του ημερολογιακού τριμήνου που σημειώθηκε η υπέρβαση· και

(β) υποβάλλει στοιχεία για την αξία φορολογητέων συναλλαγών, εκφρασμένα σε ευρώ, που έχουν πραγματοποιηθεί από την αρχή του τρέχοντος ημερολογιακού τριμήνου έως την ημερομηνία κατά την οποία σημειώθηκε η υπέρβαση του ορίου του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9. Υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο το οποίο έχει κάνει χρήση του δικαιώματος στη Δημοκρατία που προβλέπεται στο σημείο 3 του παρόντος Τμήματος, δεν υποχρεούται για τις φορολογητέες συναλλαγές που καλύπτονται από την απαλλαγή στη Δημοκρατία-

(α) να εξασφαλίσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ·

(β) να υποβάλει φορολογική δήλωση, όπως προβλέπουν Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 20.

10. Σε περίπτωση κατά την οποία απαλλασσόμενη μικρή επιχείρηση εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, η οποία κάνει χρήση του δικαιώματος που προβλέπεται στο σημείο 3 στη Δημοκρατία, δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, ο Έφορος Φορολογίας δύναται, με γνωστοποίηση που εκδίδει, να επιβάλει την υποχρέωση στο υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο να εξασφαλίσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και να υποβάλει φορολογική δήλωση στη Δημοκρατία, όπως προβλέπουν Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 20.

11. Απαλασσόμενη μικρή επιχείρηση στη Δημοκρατία σύμφωνα με το Άρθρο 284, παράγραφος 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/285 δεν δύναται να επωφεληθεί από την εν λόγω απαλλαγή, σε περίπτωση που έχει σημειωθεί υπέρβαση του ορίου του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρεται στο Άρθρο 284, παράγραφος 2, στοιχείο α)  της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/285 κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους σημειώνεται υπέρβαση του ορίου του ετήσιου κύκλου εργασιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρεται στο Άρθρο 284, παράγραφος 2, στοιχείο α) της Οδηγίας 2020/85, η απαλλαγή που προβλέπεται στο Άρθρο 284, παράγραφος 1, η οποία έχει χορηγηθεί στη Δημοκρατία, παύει να ισχύει από εκείνη τη χρονική στιγμή.

12. Για τους σκοπούς του παρόντος Τμήματος, η  μετατροπή οποιασδήποτε αξίας σε ευρώ γίνεται με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους σύμφωνα με τη συναλλαγματική ισοτιμία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

13. Ο Έφορος δύναται να εκδίδει γνωστοποίηση η οποία να καθορίζει τα αντικείμενα για τα οποία δύναται να εφαρμοστεί το καθεστώς μικρών επιχειρήσεων και αφορούν  αντικείμενα για τα οποία δύναται να εφαρμοστεί το Σχέδιο Περιθωρίου.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ:

[Διαγράφηκε]

 

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙΣ

ΑΠΟ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

 

Υποχρέωση για εγγραφή

1.-(1)  Πρόσωπο το οποίο -

(α)  δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου· και

(β) δεν είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του Μέρους Ι ή Μέρους ΙΙ του παρόντος Παραρτήματος.

καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους στο τέλος οποιουδήποτε μήνα αν, κατά την περίοδο που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου του έτους στο οποίο εμπίπτει εκείνος ο μήνας, το πρόσωπο αυτό έχει πραγματοποιήσει σχετικές αποκτήσεις των οποίων η αξία υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 6.000).

(2) Πρόσωπο το οποίο δεν είναι εγγεγραμμένο ή υπόχρεο για εγγραφή όπως αναφέρεται στις υποπαραγράφους (1)(α) και (β) καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιοδήποτε χρόνο αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των σχετικών αποκτήσεων του κατά την περίοδο των τριάντα (30) ημερών που αρχίζει από αυτό το χρονικό σημείο θα υπερβεί τις έξι χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 6.000).

(3) Πρόσωπο θεωρείται ότι κατέστη υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιοδήποτε χρόνο κατά τον οποίο έχει καταστεί τοιουτοτρόπως υπόχρεο δυνάμει των προηγούμενων διατάξεων της παρούσας παραγράφου, εκτός για οποιανδήποτε εγγραφή η οποία μεταγενέστερα ακυρώνεται δυνάμει της παραγράφου 6(3), της παραγράφου 13(3) του Μέρους Ι ή της παραγράφου 6(2) του Μέρους ΙΙ του παρόντος Παραρτήματος.

(4) Πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους, εκτός σύμφωνα με την παράγραφο 2.

(5) Για τον καθορισμό της αξίας των σχετικών αποκτήσεων οποιουδήποτε προσώπου για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου το ποσό της αντιπαροχής για οποιανδήποτε απόκτηση όσο αντιπροσωπεύει οποιανδήποτε υποχρέωση του προμηθευτή, σύμφωνα με το νόμο άλλου κράτους μέλους, για την καταβολή του Φ.Π.Α. επί της πράξης σύμφωνα με την οποία πραγματοποιείται η απόκτηση δεν λαμβάνεται υπόψη.

(6)  Για τον καθορισμό της αξίας των αποκτήσεων προσώπου για τους σκοπούς των παραγράφων (1) και (2), αποκτήσεις για τις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 13Β(4) δεν λαμβάνονται υπόψη.

2.-(1)  Τηρουμένης της υποπαραγράφου (2), πρόσωπο το οποίο έχει καταστεί υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους, παύει να είναι υπόχρεο σε οποιοδήποτε χρόνο αν –

(α) οι σχετικές του αποκτήσεις κατά τη διάρκεια του έτους που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου δεν είχαν υπερβεί τις έξι χιλιάδες (6.000) λίρες, και

(β) ο Έφορος ικανοποιείται ότι η αξία των σχετικών αποκτήσεων του για το αμέσως επόμενο έτος εκείνου του έτους δεν θα υπερβεί τις έξι χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 6.000).

(2) Πρόσωπο δεν παύει να είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιοδήποτε χρόνο αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των σχετικών του αποκτήσεων στην περίοδο των τριάντα (30) ημερών που αρχίζει από αυτό το χρονικό σημείο θα υπερβεί τις έξι χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 6.000).

 

Ειδοποίηση για την υποχρέωση εγγραφής και εγγραφή

3.-(1)  Πρόσωπο που καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την  υποχρέωση του -

(α) στην  περίπτωση  υποχρέωση δυνάμει της παραγράφου 1(1) μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το τέλος του μήνα εντός του οποίου καθίσταται υπόχρεο· και

(β) στην περίπτωση  υποχρέωσης δυνάμει της παραγράφου 1(2), πριν το τέλος της περιόδου των τριάντα (30) ημερών εντός της οποίας δημιουργείται η υποχρέωση.

(2) Ο έφορος εγγράφει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο, είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι, και η εγγραφή του ισχύει από το σχετικό χρόνο είτε από τέτοιο ενωρίτερο χρόνο που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3)  Στην παρούσα παράγραφο «ο σχετικός χρόνος»-

(α)  στην περίπτωση που εμπίπτει στην υποπαράγραφο (1)(α), σημαίνει το τέλος του μήνα που ακολουθεί το μήνα κατά το τέλος του οποίου δημιουργήθηκε η υποχρέωση· και

(β) στην περίπτωση που εμπίπτει στην υποπαράγραφο (1)(β), σημαίνει την αρχή της περιόδου εντός της οποίας δημιουργήθηκε η υποχρέωση.

 

Δικαίωμα προς εγγραφή, κ.τ.λ.

4.-(1) Όταν πρόσωπο, που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο, ικανοποιεί τον Έφορο ότι πραγματοποιεί σχετικές αποκτήσεις, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το εν λόγω πρόσωπο, προβαίνει στην εγγραφή του και η εγγραφή του ισχύει από την ημερομηνία που το ζήτησε ή από μια προηγούμενη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Όταν πρόσωπο που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, και δεν είναι ήδη εγγεγραμμένο -

(α) ικανοποιεί τον Έφορο ότι προτίθεται να πραγματοποιήσει  σχετικές αποκτήσεις από μια συγκεκριμένη ημερομηνία, και

(β) ζητήσει γραπτώς να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Μέρους,

ο Έφορος δύναται, τηρουμένων τέτοιων όρων όπως κρίνει σκόπιμο να επιβάλει, να το εγγράψει και η εγγραφή ισχύει από τέτοια ημέρα που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3)  Όροι που επιβάλλονται δυνάμει της υποπαραγράφου (2) -

(α) μπορούν να επιβάλλονται εξ ολοκλήρου ή μερικώς με αναφορά σε, ή χωρίς αναφορά σε, οποιουσδήποτε όρους οι οποίοι καθορίζονται για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, και

(β)  μπορούν, όποτε επιβάλλονται, να τροποποιούνται μεταγενέστερα από τον Έφορο.

(4) Όταν πρόσωπο το οποίο είναι δικαιούχο για εγγραφή δυνάμει των παραγράφων 9 ή 10 του Μέρους Ι του παρόντος Παραρτήματος, ζητήσει γραπτώς να εγγραφεί δυνάμει της παρούσας παραγράφου, εγγράφεται δυνάμει του Μέρους Ι και όχι δυνάμει του Μέρους ΙΙΙ, του παρόντος Παραρτήματος.

 

Ειδοποίηση θεμάτων που επηρεάζουν τη συνέχιση της εγγραφής

5.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους το οποίο παύει να είναι εγγράψιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημέρα της επέλευσης του.

(2)  Πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 4(2) οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το πρώτο συμβάν μετά την εγγραφή του όταν πραγματοποιεί σχετική απόκτηση, ότι έχει πραγματοποιήσει τέτοια απόκτηση.

(3)  Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, πρόσωπο παύει να είναι εγγράψιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου όταν -

(α) παύει να είναι πρόσωπο το οποίο θα ήταν υπόχρεο ή δικαιούχο να εγγραφεί δυνάμει του παρόντος Νόμου αν η εγγραφή του και οποιοδήποτε νομοθέτημα που παρεμποδίζει πρόσωπο από το να καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει διαφορετικών διατάξεων κατά τον ίδιο χρόνο δεν λήφθηκαν υπόψη· ή

(β) στην περίπτωση προσώπου το οποίο έχει εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 4(2), δεν ήταν τέτοιο πρόσωπο   κατά   την περίοδο εγγραφής του, παύει να έχει οποιαδήποτε πρόθεση να πραγματοποιήσει σχετικές αποκτήσεις.

 

Ακύρωση της εγγραφής

6.-(1) Τηρουμένης της παραγράφου 7, όταν πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους ικανοποιεί τον Έφορο ότι δεν είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το πρόσωπο, ακυρώνει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα που το ζήτησε ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Τηρουμένης της παραγράφου 7, όταν ο Έφορος ικανοποιείται ότι πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους έχει παύσει να είναι εγγράψιμο δυνάμει του παρόντος Μέρους, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα της παύσης ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(3) Όταν ο Έφορος ικανοποιείται ότι, την ημέρα κατά την οποία πρόσωπο ενεγράφη δυνάμει του παρόντος Μέρους, αυτό -

(α)  δεν ήταν εγγράψιμο δυνάμει του παρόντος Μέρους· και

(β) στην περίπτωση προσώπου εγγεγραμμένου δυνάμει της παραγράφου 4(2), δεν είχε την πρόθεση σε αναφορά της οποίας ενεγράφη,

ο Έφορος δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει, από εκείνη την ημέρα.

(4) Τηρουμένης της παραγράφου 7, όταν ο Έφορος ικανοποιείται ότι πρόσωπο το οποίο έχει εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 4(2) και δεν είναι στον παρόντα χρόνο υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους -

(α) δεν έχει αρχίσει, από την ημερομηνία που καθόρισε στην αίτηση του για εγγραφή, την πραγματοποίηση σχετικών αποκτήσεων· ή

(β)  παρέβηκε οποιαδήποτε προϋπόθεση ή όρο σχετικά με την εγγραφή του,

ο Έφορος, δύναται να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από συγκεκριμένη ημερομηνία ή, ανάλογα με την περίπτωση, από την ημερομηνία της παράβασης ή από άλλη μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(5)  Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, πρόσωπο είναι εγγράψιμο δυνάμει του παρόντος Μέρους σε οποιοδήποτε χρόνο κατά τον οποίο είναι υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει του Μέρους αυτού ή είναι πρόσωπο το οποίο πραγματοποιεί σχετικές αποκτήσεις.

 

Όροι της ακύρωσης

7.-(1)  Ο Έφορος, δεν ακυρώνει την εγγραφή προσώπου δυνάμει της παραγράφου 6(1), με ισχύ της ακύρωσης από οποιοδήποτε χρόνο, εκτός  αν  ικανοποιείται  ότι σε σχέση με το χρόνο αυτό το εν λόγω πρόσωπο δεν θα ήταν υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2)  Ο Έφορος, δεν ακυρώνει την εγγραφή προσώπου δυνάμει της παραγράφου 6(2) ή (4) του Μέρους αυτού, με ισχύ της ακύρωσης από οποιοδήποτε χρόνο, εκτός αν ικανοποιείται ότι σε σχέση με το χρόνο αυτό, το εν λόγω πρόσωπο δεν θα ήταν υπόχρεο, ή δικαιούχο, για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Τηρουμένης της υποπαραγράφου (4), η εγγραφή προσώπου το οποίο -

(α) είναι εγγεγραμμένο δυνάμει της παραγράφου 4 του Μέρους αυτού · ή

(β) δεν θα ήταν, αν δεν ήταν εγγεγραμμένο, υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή δυνάμει οποιαδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου εκτός από αυτή της παραγράφου 4 του Μέρους αυτού,

δεν ακυρώνεται με ισχύ της ακύρωσης από οποιονδήποτε χρόνο πριν την 1η Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί τη συμπλήρωση των εικοσιτεσσάρων (24)  μηνών από την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ η εγγραφή του.

(4) Η υποπαράγραφος (3) δεν εφαρμόζεται για ακύρωση εγγραφής δυνάμει της παραγράφου 6(3) ή (4) του Μέρους αυτού.

(5) Για καθορισμό για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, κατά πόσο πρόσωπο θα ήταν υπόχρεο ή δικαιούχο για εγγραφή σε οποιοδήποτε χρόνο, οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου που παρεμποδίζει πρόσωπο από το να καταστεί υπόχρεο ή   δικαιούχο  για εγγραφή όταν είναι ήδη εγγεγραμμένο ή όταν καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει οποιασδήποτε άλλης διάταξης, δεν λαμβάνεται υπόψη.

 

Εξουσία διαφοροποίησης συγκεκριμένων ποσών με διάταγμα

8. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα να αντικαταστήσει οποιαδήποτε από τα ποσά που καθορίζονται στο παρόν Μέρος με άλλα ποσά.

 

Συμπληρωματικές διατάξεις

9. Κανονισμοί δύναται να προβλέπουν για οποιαδήποτε ειδοποίηση που  απαιτείται  να  υποβληθεί  στον Έφορο δυνάμει του παρόντος Μέρους, να υποβάλλεται σε ορισμένο τύπο και να περιέχει συγκεκριμένα στοιχεία.

10.  Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, απόκτηση αγαθών από άλλο κράτος μέλος, είναι σχετική απόκτηση όταν -

(α)  είναι φορολογητέα απόκτηση αγαθών άλλων από αγαθά που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ή αφορούν καινούργια μεταφορικά μέσα·

(β) δεν είναι απόκτηση  σύμφωνα  με φορολογητέα συναλλαγή και θεωρείται, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ότι πραγματοποιείται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας· και

(γ) το γεγονός το οποίο, σε σχέση με αυτή την απόκτηση, είναι το πρώτο σχετικό γεγονός για σκοπούς φορολόγησης της απόκτησης αυτής.

 

Μέρος ΙV

Υποβολή ειδοποιήσεων με ηλεκτρονικά μέσα

Στις περιπτώσεις που οποιοδήποτε πρόσωπο επιλέξει τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την υποβολή οποιασδήποτε ειδοποίησης που προβλέπεται στο παρόν Παράρτημα, τότε για σκοπούς του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε πολιτικής ή ποινικής διαδικασίας, ο κωδικός αριθμός ο οποίος χορηγείται από τον Έφορο στο πρόσωπο που υποβάλλει τις ειδοποιήσεις με ηλεκτρονικά μέσα, θεωρείται ότι υπέχει θέση της χειρόγραφης υπογραφής που θα έφεραν οι ειδοποιήσεις αν δεν υποβάλλονταν με ηλεκτρονικά μέσα και το πρόσωπο που υποβάλλει τις ειδοποιήσεις θεωρείται ότι έχει γνώση και του περιεχομένου τους.

Ο Έφορος δύναται με Γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει τα ηλεκτρονικά μέσα για την υποβολή ειδοποιήσεων από πρόσωπο που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο.

 

Μέρος V


Εγγραφή για υπηρεσίες που παρέχονται σε υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα σε άλλο κράτος μέλος για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του Φ.Π.Α. είναι ο λήπτης:

1.-(1)  Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ασκεί  επιχείρηση-

(α) δεν είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου, και

(β) δεν είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του Μέρους Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος Παραρτήματος,

καθίσταται υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους, σε οποιαδήποτε ημέρα αυτό το πρόσωπο παρέχει σχετικές υπηρεσίες.

(2) Για σκοπούς του παρόντος Μέρους, «σχετικές υπηρεσίες» είναι υπηρεσίες που παρέχονται σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο σε άλλο Κράτος μέλος για τις οποίες ο ΦΠΑ οφείλεται σε εκείνο το κράτος μέλος από τον λήπτη, δυνάμει διατάξεων που εφαρμόζονται σε εκείνο το Κράτος μέλος, αντίστοιχων των διατάξεων του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου.

Ειδοποίηση για την υποχρέωση εγγραφής

2.-(1) Πρόσωπο το οποίο καθίσταται υπόχρεο να εγγραφεί δυνάμει της παραγράφου 1 πιο πάνω, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωση του μέσα σε τριάντα (30) ημέρες μετά την ημέρα που δημιουργείται η υποχρέωση.

(2) Ο Έφορος εγγράφει οποιοδήποτε πρόσωπο, είτε ειδοποιήσει τον Έφορο είτε όχι, και η εγγραφή ισχύει από την ημέρα κατά την οποία δημιουργήθηκε η υποχρέωση.

Ακύρωση της Εγγραφής

3.-(1)  Όταν πρόσωπο εγγεγραμμένο δυνάμει του παρόντος Μέρους, ικανοποιεί τον Έφορο ότι δεν είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο, ο Έφορος, αν το ζητήσει γραπτώς το πρόσωπο αυτό, ακυρώνει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημερομηνία που το ζήτησε ή από μια μεταγενέστερη ημερομηνία που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.

(2) Πρόσωπο το οποίο έχει καταστεί υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους παύει να είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Μέρους, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο, αν  Έφορος ικανοποιείται ότι δεν προτίθεται να παρέχει σχετικές υπηρεσίες, εντός των δώδεκα μηνών που ακολουθούν αυτό το χρονικό σημείο.

(3) Πρόσωπο το οποίο παύει να είναι υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημέρα της επέλευσης του.

(4) Ο Έφορος δεν ακυρώνει την εγγραφή προσώπου δυνάμει της υποπαραγράφου (1), με ισχύ της ακύρωσης από οποιοδήποτε χρόνο, εκτός αν ικανοποιηθεί ότι σε σχέση με τον χρόνο αυτό το εν λόγω πρόσωπο δεν θα ήταν υπόχρεο για εγγραφή δυνάμει του παρόντος Νόμου.