Διαδικασία καταβολής αποζημίωσης από το Ταμείον Ασφαλιστών

32.-(1)  Η διαδικασία που ακολουθείται για την καταβολή αποζημίωσης από το Ταμείον Ασφαλιστών καθορίζεται στη Βασική Συμφωνία.

(2) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) του άρθρου 29 και σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του Ταμείου Ασφαλιστών και του ασφαλιστή αστικής ευθύνης για το ποιος πρέπει να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα, το Ταμείον Ασφαλιστών και ο ασφαλιστής, σε πρώτη φάση, καταβάλλουν εξ’ ημισείας αποζημίωση στον ζημιωθέντα αμελλητί, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά η ποσοστιαία κατανομή του ποσού μεταξύ τους:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία αποφασισθεί τελικά ότι το άλλο μέρος θα έπρεπε να καταβάλει την αποζημίωση εξ’ ολοκλήρου ή εν μέρει, το μέρος αυτό επιστρέφει το οφειλόμενο ποσό στο μέρος το οποίο την κατέβαλε.

(3) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α), (β), (στ) ή (ζ) του άρθρου 29-

(α) ο ζημιωθείς δύναται σε κάθε περίπτωση να υποβάλλει απαίτηση για αποζημίωση απευθείας στο Ταμείον Ασφαλιστών, το οποίο, με βάση τις πληροφορίες που ζητεί και λαμβάνει από τον ζημιωθέντα, παρέχει σε αυτόν αιτιολογημένη απάντηση σχετικά με την καταβολή τυχόν αποζημίωσης·

(β) το Ταμείον Ασφαλιστών, προκειμένου να καταβάλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα, δεν επιτρέπεται να απαιτεί από αυτόν να αποδείξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ότι ο υπαίτιος αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το Ταμείον Ασφαλιστών έχει καταβάλει αποζημιώσεις για σημαντική σωματική βλάβη σε ζημιωθέντα του ιδίου ατυχήματος με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 29, δεν δύναται να αποκλειστεί η καταβολή αποζημίωσης για υλική ζημιά:

Νοείται ότι, σε τέτοια περίπτωση και σε σχέση με την απαίτηση για υλική ζημιά, το Ταμείον Ασφαλιστών δεν έχει ευθύνη για τα πρώτα πεντακόσια ευρώ (€500) της ζημιάς.

(5) Για τους σκοπούς των εδαφίων (3) και (4) εφαρμόζονται οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις της Δημοκρατίας, κατά την καταβολή αποζημίωσης, με την επιφύλαξη κάθε πρακτικής ευνοϊκότερης για τον ζημιωθέντα.

(6) Σε περίπτωση αποζημίωσης δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) ή (ε) του άρθρου 29, ο ζημιωθείς δύναται να αιτηθεί αποζημίωση απευθείας από το Ταμείον Ασφαλιστών, το δε Ταμείον Ασφαλιστών, βάσει, μεταξύ άλλων, πληροφοριών που παρέχονται κατόπιν αιτήματός του από τον ζημιωθέντα, παρέχει στον ζημιωθέντα, χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ημεδαπό δίκαιο, ανάλογα με την περίπτωση, αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης ή αιτιολογημένη απάντηση εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης αποζημίωσης.

(7) Για τους σκοπούς των διατάξεων του εδαφίου (6), το Ταμείον Ασφαλιστών-

(α) προβαίνει σε αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης, σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση, η δε ευθύνη για την απαίτηση δεν αμφισβητείται και οι ζημίες έχουν ποσοτικοποιηθεί εν μέρει ή πλήρως·

(β) παρέχει αιτιολογημένη απάντηση ως προς τα σημεία που αναφέρονται στην αίτηση αποζημίωσης, όταν έχει διαπιστωθεί ότι-

(i) δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση ανάλογα με την περίπτωση·

(ii) η ευθύνη απορρίπτεται ή δεν έχει καθοριστεί με σαφήνεια·  ή

(iii) δεν έχει ποσοτικοποιηθεί πλήρως η ζημιά.

(8) Σε περίπτωση κατά την οποία οφείλεται αποζημίωση δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του άρθρου 29-

(α) το Ταμείον Ασφαλιστών καταβάλλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός τριών (3) μηνών από την αποδοχή από τον ζημιωθέντα της αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5)∙

(β) όταν η ζημιά έχει ποσοτικοποιηθεί μόνο εν μέρει, οι απαιτήσεις σχετικά με την καταβολή της αποζημίωσης που ορίζονται στην παράγραφο (α) ισχύουν για την εν λόγω μερικώς ποσοτικοποιημένη ζημιά και από τη στιγμή της αποδοχής της αντίστοιχης αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης.

(9) Δεν επιτρέπεται στο Ταμείον Ασφαλιστών να εξαρτά την καταβολή αποζημίωσης από άλλους όρους εκτός αυτών που ορίζει η Οδηγία 2009/103/ΕΚ, ειδικότερα δε, δεν επιτρέπεται στο Ταμείον Ασφαλιστών να εξαρτά την καταβολή αποζημίωσης από τον όρο σύμφωνα με τον οποίο ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει ότι το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.