Έρευνα πειθαρχικών αδικημάτων

42.—(1) Όταν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο υποπέσει στην αντίληψή του ότι εγγεγραμμένος εργολήπτης δυνατό να έχει διαπράξει οποιοδήποτε πειθαρχικό αδίκημα από τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 40, τότε το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα σύμφωνα με διαδικασία η οποία θέλει καθοριστεί στους κανονισμούς.

(2) Όταν από την έρευνα που έχει διεξαχθεί δυνάμει του εδαφίου (1) αποδειχτεί εκ πρώτης όψεως η διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος ο εγγεγραμμένος εργολήπτης για τον οποίο πρόκειται πληροφορείται γραπτώς για την εναντίον του υπόθεση και παρέχεται σ' αυτόν ευκαιρία να ακουστεί είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω δικηγόρου.

(3) Η ακρόαση της υπόθεσης διεξάγεται σύμφωνα με διαδικασία η οποία ήθελε καθοριστεί με κανονισμούς.

(4) Το Συμβούλιο με την απόφασή του μπορεί είτε να βρει τον εμπλεκόμενο εγγεγραμμένο εργολήπτη ένοχο όλων ή οποιωνδήποτε από τα πειθαρχικά αδικήματα για τα οποία κατηγορείται και να του επιβάλει οποιαδήποτε από τις πειθαρχικές ποινές την οποία θα δικαιολογούσαν οι περιστάσεις της υπόθεσης ή να τον απαλλάξει από την κατηγορία.

(5) Κάθε φυσικό πρόσωπο περιλαμβανομένου εγγεγραμμένου εργολήπτη το οποίο, εφόσον καλείται κανονικά να εμφανιστεί ενώπιον του Συμβουλίου, παραλείπει να προσέλθει κατά το χρόνο και στο χρόνο που αναφέρεται στην κλήση ή κατά τη διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσης, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες λίρες.