12. (1) Στον προσδιορισμό, του φορολογητέου εισοδήματος επιχείρησης, η οποία διακόπηκε εντός του φορολογικού έτους, τα ανήκοντα στην επιχείρηση εμπορικά αποθέματα κατά το χρόνο της διακοπής της επιχείρησης, θα εκτιμώνται ως ακολούθως-
(α) στην περίπτωση τέτοιων εμπορικών αποθεμάτων-
(i) τα οποία πωλήθηκαν ή μεταβιβάσθηκαν, έναντι αντιπαροχής που έχει αξία, σε πρόσωπο το οποίο ασκεί ή σκοπεύει να ασκήσει επιχείρηση στη Δημοκρατία· και
(ii) το τίμημα κτήσης των οποίων ο αγοραστής δικαιούται να ζητήσει ως έκπτωση κατά τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος της υπό του αγοραστή ασκούμενης ή ασκηθησόμενης επιχείρησης,
η αξία αυτών θα λογίζεται ότι είναι ίση προς το προϊόν της πώλησης ή ίση προς την αξία της αντιπαροχής που δόθηκε για την πώληση· και
(β) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η αξία τέτοιων εμπορικών αποθεμάτων θα λογίζεται ότι είναι ίση προς την τιμή την οποία θα απέφεραν εάν πωλούντο στην ελεύθερη αγορά κατά το χρόνο κατά τον οποίο διακόπηκε η άσκηση της επιχείρησης.
(2) Για σκοπούς του εδαφίου (1) -
(α) δεν θεωρείται ότι η επιχείρηση διακόπτεται στην περίπτωση θανάτου του ατόμου που ασκεί την επιχείρηση, νοουμένου ότι αυτή εξακολουθεί να ασκείται από τους κληρονόμους οι οποίοι θα υποβάλουν προς τούτο γραπτή δέσμευση·
(β) ο όρος «εμπορικά αποθέματα» αναφορικά προς επιχείρηση, σημαίνει κάθε φύσεως περιουσία, κινητή ή ακίνητη, η οποία αντιπροσωπεύει είτε-
(i) είδη που πωλούνται κατά τη συνήθη διεξαγωγή της εμπορίας ή τα οποία θα πωλούντο εάν ήσαν έτοιμα ή η βιομηχανοποίηση ή κατασκευή τους ήταν συμπληρωμένη, είτε
(ii) υλικά που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανοποίηση, ετοιμασία ή κατασκευή ειδών που περιγράφονται στην προηγούμενη υποπαράγραφο.