3.-(1) Ο Υπουργός και ο Διευθυντής έχουν αρμοδιότητα για όλα τα ζητήματα, που αφορούν τις ραδιοεπικοινωνίες στη Δημοκρατία. Ο Υπουργός ευθύνεται για τη διαμόρφωση πολιτικής, αναφορικά με τις ραδιοεπικοινωνίες και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής χρήσης του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων στη Δημοκρατία, και ο Διευθυντής ευθύνεται για την εφαρμογή της εν λόγω πολιτικής.
(2) Ο Υπουργός και ο Διευθυντής εκπληρώνουν τα καθήκοντα τους και ασκούν τις αρμοδιότητες και εξουσίες τους, με στόχο την προαγωγή-
(α) Της χρήσης των ραδιοεπικοινωνιών στη Δημοκρατία προς όφελος του κοινού·
(β) των συμφερόντων των καταναλωτών, με ιδιαίτερη αναφορά στις τιμές και την ποιότητα των παρεχόμενων ραδιοϋπηρεσιών·
(γ) της αποτελεσματικής και δίκαιης διαχείρισης και χρήσης του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, την αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών ή θεμάτων δημόσιας υγείας· και
(δ) της διαθεσιμότητας του φάσματος σε ευρύ πεδίο οργανισμών και χρηστών.
(3) Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών τους, ο Υπουργός και ο Διευθυντής λαμβάνουν δεόντως υπόψη ζητήματα εθνικής ασφάλειας, το δημόσιο συμφέρον και οποιεσδήποτε διεθνείς συμφωνίες ή διευθετήσεις στις οποίες η Δημοκρατία αποτελεί Συμβαλλόμενο Μέρος.
(4) Ο Υπουργός δύναται να εξουσιοδοτεί τη διεξαγωγή, από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, οποιωνδήποτε ερευνητικών ή αναπτυξιακών εργασιών ή και των δύο, που σκοπό έχουν την προαγωγή της αποτελεσματικής χρήσης ή διαχείρισης του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων.
(5) Ο Υπουργός και ο Διευθυντής διαβουλεύονται με αρμόδια πρόσωπα από άλλα Υπουργεία και δημόσιες αρχές, σε σχέση με τη διαχείριση, κατανομή και εκχώρηση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων.
(6)(α) Σε περίπτωση που-
(i) ο Υπουργός αποφασίσει όπως χορηγηθεί ειδική άδεια είτε διά της διαδικασίας που καθορίζεται στο άρθρο 23 ή 24 είτε διά της διαδικασίας διαπραγμάτευσης που καθορίζεται σε Κανονισμούς, και
(ii) κατά την κρίση του Υπουργού, μετά από διαβούλευση με τον Επίτροπο, η εξουσιοδοτημένη δυνάμει της εν λόγω ειδικής άδειας χρήση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων αφορά στην ίδρυση ή λειτουργία δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχή δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002,
ο Υπουργός δύναται να ζητεί γραπτώς από τον Επίτροπο και τον Διευθυντή όπως αμφότεροι ενεργήσουν σύμφωνα με το παρόν εδάφιο. Κατόπιν τέτοιου αιτήματος, ο Διευθυντής και ο Επίτροπος διεξάγουν από κοινού την επιλεγόμενη από τον Υπουργό διαδικασία με σκοπό τη χορήγηση βάσει αυτής τόσο ειδικής άδειας χρήσης ραδιοσυχνοτήτων από τον Διευθυντή όσο και ειδικής άδειας από τον Επίτροπο περί ίδρυσης ή λειτουργίας δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Ο Διευθυντής και ο Επίτροπος διεξάγουν την επιλεγόμενη από τον Υπουργό διαδικασία σύμφωνα με τις παραγράφους (β) μέχρι και (ιβ) και σύμφωνα με τις διατάξεις Κανονισμών.
(β) Σε περίπτωση που η επιλεγόμενη από τον Υπουργό διαδικασία, η οποία διεξάγεται από κοινού από το Διευθυντή και τον Επίτροπο βάσει της παραγράφου (α), είναι η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 23 ή στο άρθρο 24, τότε, με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ), ο Διευθυντής και ο Επίτροπος προσκαλούν με κοινή ειδοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την υποβολή αιτήσεων, στα πλαίσια της κοινώς διεξαγόμενης διαδικασίας, για-
(i) χορήγηση από τον Διευθυντή ειδικής άδειας χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, και
(ii) χορήγηση από τον Επίτροπο ειδικής άδειας ίδρυσης ή λειτουργίας δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημοσίων τηλεπικοινω-νιακών υπηρεσιών.
(γ) Ο Επίτροπος δεν ενεργεί σύμφωνα με την παράγραφο (β), εκτός εάν υπάρχει συμμόρφωση με το άρθρο 30(3)(β) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002.
(δ) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος ενεργεί βάσει των παραγράφων (α), το άρθρο 30(3)(α) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002 δεν εφαρμόζεται.
(ε) Πριν ενεργήσουν κατά τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο (β), ο Διευθυντής και ο Επίτροπος διεξάγουν από κοινού δημόσια ακρόαση σύμφωνα, τηρουμένων όμως των αναλογιών, με τους Κανονισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 19(6)(β) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002.
(στ) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος ενεργεί βάσει της παραγράφου (ε) ή διεξάγει από κοινού με το Διευθυντή, βάσει της παραγράφου (α), διαδικασία διαπραγμάτευσης που καθορίζεται σε Κανονισμούς, το άρθρο 19(6)(α)(iii)(Α) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002 δεν εφαρμόζεται.
(ζ) Στην κοινή ειδοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο (β)-
(i) περιλαμβάνονται με τη μέριμνα του Διευθυντή οι πληροφορίες που καθορίζονται σε Κανονισμούς, και
(ii) περιλαμβάνονται με τη μέριμνα του Επιτρόπου οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 19(2) και 30(4) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002, και στους δυνάμει αυτών εκδιδόμενους κανονισμούς.
(η) Σε περίπτωση που η επιλεγόμενη από τον Υπουργό διαδικασία, την οποία ο Διευθυντής και ο Επίτροπος διεξάγουν από κοινού βάσει της παραγράφου (α), είναι η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 23 ή διαδικασία διαπραγμάτευσης που καθορίζεται σε Κανονισμούς, ο Διευθυντής και ο Επίτροπος, αφού μελετήσουν σχετική έκθεση αξιολόγησης, η οποία ετοιμάστηκε από την εγκαθιδρυόμενη δια Κανονισμών Τεχνική Επιτροπή Ραδιοσυχνοτήτων, ενεργούν ως ακολούθως:
(i) Mε την επιφύλαξη της παραγράφου (ι), ο Διευθυντής αποφασίζει περί της χορήγησης ή όχι της ειδικής άδειας χρήσης ραδιοσυχνοτήτων,
(ii) με την επιφύλαξη της παραγράφου (ια), ο Επίτροπος αποφασίζει περί της χορήγησης ή όχι της ειδικής άδειας ίδρυσης ή λειτουργίας δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημοσίων τηλεπικοινω-νιακών υπηρεσιών, και
(iii) αμφότεροι κοινοποιούν γραπτώς την απόφασή τους στους αιτητές, εντός χρονικής περιόδου που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες, η δε απόφαση εκάστου πρέπει να είναι αιτιολογημένη σε περίπτωση που απορρίπτει την αίτηση του αιτητή.
(θ) Σε περίπτωση που ο Διευθυντής ενεργεί βάσει της παραγράφου (η), το άρθρο 25 του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζεται. Σε περίπτωση που ο Επίτροπος ενεργεί βάσει της παραγράφου (η), το άρθρο 31(1) και (3) των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002 δεν εφαρμόζεται.
(ι) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση που ο Διευθυντής και ο Επίτροπος ενεργούν βάσει του παρόντος εδαφίου, ο Διευθυντής δεν δύναται να χορηγήσει σε αιτητή ειδική άδεια ραδιοσυχνοτήτων εάν ο Επίτροπος αποφασίσει να μη χορηγήσει στον ίδιο αιτητή ειδική άδεια ίδρυσης ή λειτουργίας δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.
(ια) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2002, σε περίπτωση που ο Διευθυντής και ο Επίτροπος ενεργούν βάσει του παρόντος εδαφίου, ο Επίτροπος δεν δύναται να χορηγήσει σε αιτητή ειδική άδεια ίδρυσης ή λειτουργίας δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών εάν ο Διευθυντής αποφασίσει να μη χορηγήσει στον ίδιο αιτητή ειδική άδεια ραδιοσυχνοτήτων.
(ιβ) Σε περίπτωση που η επιλεγόμενη από τον Υπουργό διαδικασία, την οποία ο Διευθυντής και ο Επίτροπος διεξάγουν από κοινού βάσει της παραγράφου (α), είναι η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24, ο Διευθυντής και ο Επίτροπος, αφού μελετήσουν έκθεση αναφορικά με την αξιολόγηση των αιτήσεων, η οποία ετοιμάστηκε από την εγκαθιδρυόμενη δια Κανονισμών Τεχνική Επιτροπή Ραδιοσυχνοτήτων, ενεργούν ως ακολούθως:
(i) Eπιλέγουν από κοινού τους αιτητές τους οποίους κρίνουν κατάλληλους για να λάβουν μέρος στη διαδικασία του πλειστηριασμού, και
(ii) με την επιφύλαξη των διατάξεων Κανονισμών, ο Διευθυντής χορηγεί ειδική άδεια χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και ο Επίτροπος χορηγεί ειδική άδεια ίδρυσης ή λειτουργίας δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου ή/και παροχής δημόσιων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στον αιτητή ο οποίος προέβηκε κατά τον πλειστηριασμό στην υψηλότερη πλειοδοτική προσφορά.