11.—(1) Πρόσωπο, το οποίο δεν ικανοποιείται από απόφαση που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου από το Προϊστάμενο Υπηρεσίας Διαχείρισης Επιδομάτων Πρόνοιας ή εξουσιοδοτημένο λειτουργό, δύναται μέσα σε τριάντα ημέρες από τη γνωστοποίηση σ' αυτό της απόφασης, να την προσβάλει στον Υπουργό με έγγραφη αιτιολογημένη προσφυγή.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή χωρίς υπαίτια βραδύτητα, αποφασίζει πάνω σ' αυτή και κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση την απόφασή του στον προσφεύγοντα.
(3) Ο Υπουργός πριν να εκδώσει οποιαδήποτε απόφαση δυνάμει του εδαφίου (2), δύναται κατά την κρίση του να ακούσει τον προσφεύγοντα ή να δώσει σ' αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίζει την προσφυγή του· ο Υπουργός δύναται να αναθέτει σε λειτουργό του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή σε άλλα πρόσωπα που βρίσκονται στην υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή σε επιτροπή λειτουργών του Υπουργείου του να εξετάσει θέματα που αναφύονται στην προσφυγή και να του υποβάλει το πόρισμα της εξετάσεως πριν αυτός εκδώσει την απόφασή του.
(4) Οποιαδήποτε πράξη ή οτιδήποτε είναι υπόχρεος να πράξει ο Υπουργός, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να διενεργηθεί από το Γενικό Διευθυντή, δυνάμει εξουσιοδότησης του Υπουργού και οποιαδήποτε δήλωση ή και κοινοποίηση υπογραμμένη από τον Υπουργό που πιστοποιεί ότι ο Γενικός Διευθυντής ενεργεί δυνάμει εξουσιοδότησής του, είναι δεκτή ως απόδειξη σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία.