Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο:

“άγρια πανίδα” σημαίνει τα θηράματα, τα άγρια πτηνά, την αλεπού και το αγρινό·

“άγριο πτηνό” σημαίνει κάθε πτηνό το οποίο ζει εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση και περιλαμβάνει θηραματικό πτηνό˙

“αγρινό” σημαίνει το είδος ovis orientalis ophion·

“αεροβόλο” σημαίνει αεροβόλο όπλο του οποίου η κάννη είναι λείας ή ραβδωτής εσωτερικής επιφάνειας και το οποίο λειτουργεί με συμπιεζόμενο αέρα και εκτοξεύει σφαιρίδιο από μεταλλική, πλαστική ή άλλη ύλη και περιλαμβάνει και τα εξαρτήματα αυτού∙

“ακίνητη ιδιοκτησία” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου·

“αλεπού” σημαίνει το είδος Vulpes vulpes·

“αλλοδαπός” σημαίνει πρόσωπο το οποίο δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας·

“ανακριτής” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου∙

“ανάπτυξη” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου∙

“απαγορευμένη περιοχή κυνηγιού” σημαίνει τη συγκεκριμένη περιοχή όπου το κυνήγι απαγορεύεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα·

“αποδημητικό” σημαίνει κάθε είδος άγριας πανίδας που μεταναστεύει από το χώρο φωλεοποίησης στο χώρο διαχείμασης και αντίστροφα σε τακτά χρονικά διαστήματα·

“αρμόδια αρχή” σημαίνει τον υπουργό·

“αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης” σημαίνει δήμο ή κοινοτικό συμβούλιο·

“βιολογική ποικιλότητα ή βιοποικιλότητα” σημαίνει τις διαφορετικές δομές με τις οποίες εκφράζεται η ζωή στα διαφορετικά επίπεδα οργάνωσής της, από το γενετικό, το επίπεδο των ειδών, το επίπεδο των οικοσυστημάτων, μέχρι το επίπεδο του τοπίου, όπου και αν βρίσκονται αυτές οι δομές, δηλαδή στη ξηρά, στο νερό ή στον αέρα, καθώς τον τρόπο έκφρασης αυτής της ποικιλίας σε χωρική και χρονική κλίμακα·

“βιότοπος” σημαίνει τη χερσαία περιοχή ή υγρότοπο που διακρίνεται χάρη στα βιοτικά και αβιοτικά χαρακτηριστικά του και στον οποίο είδος άγριας πανίδας διαβιεί σε φυσική κατάσταση·

“δείγμα” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμος του 2003.

“διευθυντής” σημαίνει το διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή εκπρόσωπό του·

“δίκτυ” σημαίνει το πλεκτό νήμα το οποίο είναι ειδικά κατασκευασμένο για παγίδευση άγριων πτηνών και, για σκοπούς επιμέτρησης ποινής, ένα δίκτυ νοείται το δίκτυ με διαστάσεις μέχρι τεσσεράμισι μέτρα (4,5 μ.) πλάτος και μέχρι δώδεκα μέτρα (12 μ.) μήκος·

“εγγεγραμμένος ιατρός” σημαίνει τον εγγεγραμμένο ιατρό, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου·

“είδη κοινοτικού ενδιαφέροντος” σημαίνει το είδος το οποίο αναγράφεται στο Παράρτημα V

“είδη με γηγενούς άγριας πανίδας” σημαίνει τα είδη των άγριων ζώων που απαντώνται εκ φύσεώς τους στα όρια της Δημοκρατίας, αλλά ζουν εκ φύσεώς τους σε άγρια κατάσταση, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων των ειδών των άγριων ζώων που είναι εκτρεφόμενα ή έχουν γεννηθεί σε αιχμαλωσία·

“είδη προτεραιότητας” σημαίνει το είδος κοινοτικού ενδιαφέροντος το οποίο σημειώνεται με αστερίσκο (*) στο Παράρτημα V·

“ειδική ζώνη διατήρησης” σημαίνει τον τόπο κοινοτικής σημασίας, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003·

“είδος” σημαίνει το σύνολο των οργανισμών που αναπαράγονται ή μπορούν να αναπαραχθούν μεταξύ τους, παράγοντας γόνιμους απογόνους, και είναι απομονωμένοι αναπαραγωγικά από άλλα σύνολα οργανισμών·

“είδος υπό απειλή” σημαίνει το είδος της άγριας πανίδας που απειλείται άμεσα με αφανισμό και καθορίζεται στο Παράρτημα ΙΧ ή/και οποιοδήποτε άλλο είδος άγριας πανίδας το οποίο δυνατό να καθοριστεί με γνωστοποίηση του υπουργού·

“εκτρεφόμενα είδη της άγριας πανίδας” σημαίνει τα είδη της άγριας πανίδας που έχουν γεννηθεί σε συνθήκες αιχμαλωσίας από εκτρεφόμενους γονείς και φέρουν σήμανση·

“ενδημικό” σημαίνει κάθε είδος άγριας πανίδας το οποίο απαντά, υπό φυσικές συνθήκες, μόνο στη Δημοκρατία·

“επιδημητικό” σημαίνει κάθε είδος άγριας πανίδας το οποίο απαντά, υπό φυσικές συνθήκες, στη Δημοκρατία και δε μεταναστεύει·

“επιδημητικό κυνήγι” σημαίνει το κυνήγι του λαγού, της πέρδικας και της φραγκολίνας·

“Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

“Επιτροπή Διαχείρισης” σημαίνει την Επιτροπή Διαχείρισης του Ταμείου Θήρας, που εγκαθιδρύθηκε σύμφωνα με τους περί Ταμείου Θήρας Νόμους του 1990 έως 1999·

“Επιστημονική Επιτροπή” σημαίνει την επιτροπή η οποία ιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003·

“ζώο” σημαίνει οποιοδήποτε ζωντανό ζωικό είδος·

“ζωολογικός κήπος” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό ο Κανονισμός 2 των περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων (Διατήρηση Άγριων Ζώων σε Ζωολογικούς Κήπους) Κανονισμών του 2002·

“ζώνες ειδικής προστασίας” σημαίνει τις περιοχές οι οποίες ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7·

“θήραμα” σημαίνει λαγούς (lepus europeus) και θηραματικά πτηνά και περιλαμβάνει οποιαδήποτε άλλα ζώα τα οποία δυνατό να καθοριστούν ως θήραμα·

“θηραματικό πτηνό” σημαίνει κάθε θηρεύσιμο πτηνό του Παραρτήματος ΙΙ·

“θηρεύσιμο” σημαίνει το είδος άγριας πανίδας του οποίου επιτρέπεται το κυνήγι·

“θηροφύλακας” σημαίνει πρόσωπο το οποίο διορίστηκε θηροφύλακας ή λειτουργός του Ταμείου Θήρας, σύμφωνα με το άρθρο 5 των περί Ταμείου Θήρας Νόμων του 1990 έως 1999·

“ιδιοκτήτης σκύλου” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Σκύλων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

“ιερακοθηρία” σημαίνει τη θήρα με τη χρήση ζωντανών αρπακτικών ειδών·

“κατάσταση έκτακτης ανάγκης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτων Αναγκών Νόμου∙

“κάτοχος ανανεωμένης άδειας κυνηγιού με παραπληγία” σημαίνει τον κάτοχο ανανεωμένης άδειας κυνηγιού, που παρουσιάζει μηδενική ή σχεδόν μηδενική κίνηση και στα δύο κάτω άκρα ή/και σοβαρή διαταραχή της αισθητικότητας και των δύο κάτω άκρων, λόγω εκ γενετής πάθησης, ασθένειας ή ατυχήματος, που καθιστά αναγκαία τη συνεχή και μόνιμη χρήση τροχοκαθίσματος για τη διακίνησή του·

“κρατική υπηρεσία” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003·

«“κυνηγετικό όπλο” σημαίνει μακρύκαννο επωμιζόμενο πυροβόλο όπλο, που φέρει λεία εσωτερική κάννη και είναι είτε μονόκαννο, που μπορεί να φέρει μόνο ένα (1) φυσίγγιο εντός της θαλάμης, είτε δίκαννο, που μπορεί να φέρει μόνο ένα (1) φυσίγγιο σε κάθε θαλάμη ή αεροβόλο∙

“κυνηγετικός σκύλος” σημαίνει σκύλο οποιασδήποτε φυλής, που δύναται να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς κυνηγίου·

“κυνηγετικό πορτοκαλί” σημαίνει το έντονο πορτοκαλί χρώμα με κωδικό #ff6700 στο σύστημα χρωμάτων hex colour·

«“κυνήγι” ή “θήρα” σημαίνει τη δραστηριότητα που ασκείται με κυνηγετικό όπλο ή κυνηγετικό τόξο ή αεροβόλο ή σφεντόνα, με ή χωρίς τη συνοδεία κυνηγετικού σκύλου, από κάτοχο άδειας κυνηγίου·

“μέλος της αστυνομικής δύναμης” σημαίνει μέλος της δύναμης, σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου·

“μέλος της Υπηρεσίας του Ταμείου Θήρας” σημαίνει θηροφύλακα ή λειτουργό του Ταμείου Θήρας·

“μέσο μεταφοράς” σημαίνει οποιοδήποτε αεροσκάφος, ζώο, άμαξα, σκάφος, σιδηροδρομικό βαγόνι, ποδήλατο, μηχανοκίνητο όχημα οποιασδήποτε περιγραφής ή οποιοδήποτε άλλο όχημα που χρησιμοποιείται για το σκοπό μεταφοράς προσώπων ή αγαθών·

“μη προστατευόμενο” σημαίνει το είδος άγριας πανίδας ή άλλο ζώο που καθορίζεται στο Παράρτημα Χ·

“ξενικό είδος” σημαίνει το είδος ζώου, που εισάγεται, εκούσια ή ακούσια, από τον άνθρωπο, σε περιοχές εκτός του ιστορικά γνωστού εύρους εξάπλωσής του·

“ξενικό-εισβλητικό είδος” σημαίνει το είδος ζώου, που εισάγεται, εκούσια ή ακούσια, από τον άνθρωπο, σε περιοχές εκτός του ιστορικά γνωστού εύρους εξάπλωσής του και το οποίο, επεκτεινόμενο μέσω της διασποράς, εγκαθιστά πληθυσμός, μακριά από το σημείο της πρώτης εισαγωγής του σε φυσικά ή ημι-φυσικά οικοσυστήματα, επηρεάζοντας αρνητικά τη δομή και λειτουργία τους·

“ξόβεργο” σημαίνει την ξύλινη βέργα ή άλλο αντικείμενο αλειμμένο με κολλώδη ουσία που χρησιμοποιείται για την παγίδευση πτηνών και, για σκοπούς επιμέτρησης ποινής, ένα ξόβεργο νοείται το ξόβεργο με μήκος μέχρι ογδόντα εκατοστά του μέτρου (80 εκ.)·

“οικοσύστημα ή ενδιαίτημα ενός είδους” σημαίνει το περιβάλλον, οριζόμενο από βιολογικούς και μη βιολογικούς χαρακτηριστικούς παράγοντες, στο οποίο ζει το είδος σε ένα από τα στάδια του βιολογικού του κύκλου·

“παγίδα με σιαγόνες” σημαίνει το μηχανισμό που έχει σχεδιαστεί για να συγκρατεί ή να συλλαμβάνει είδος άγριας πανίδας με τη βοήθεια σιαγόνων, οι οποίες κλείνουν σφικτά γύρω από ένα ή περισσότερα μέλη του ζώου, εμποδίζοντας το μέλος ή τα μέλη να αποδεσμευτούν·

“προβολέας” ορίζεται το εξάρτημα ή η συσκευή που είναι εφαρμοσμένη σε όχημα ή μεταφέρεται από άνθρωπο και παράγει φως, σχετικά συγκεντρωμένο σε μία κατεύθυνση, με ένταση φωτισμού μεγαλύτερη των πεντακόσιων (500) lumen:

Νοείται ότι δεν θεωρούνται προβολείς τα εργοστασιακά φώτα πλοήγησης οχημάτων∙

“προϊστάμενος” σημαίνει τον προϊστάμενο του Ταμείου Θήρας ή εκπρόσωπό του·

“προστατευόμενο” σημαίνει το είδος της άγριας πανίδας του οποίου απαγορεύεται η πυροβόληση, φόνευση, σύλληψη, καταδίωξη, κατοχή, πώληση ή έκθεση προς πώληση και καθορίζεται στο Παράρτημα VΙ·

“πυροβόλο όπλο” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Πυροβόλων και μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

“σκύλος” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Σκύλων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

“Συντονιστική Επιτροπή Διαχείρισης Αγρινού” σημαίνει την επιτροπή η οποία ιδρύεται σύμφωνα με το άρθρο 21·

“τάισμα” σημαίνει την εσκεμμένη τοποθέτηση ή μετατόπιση στην ύπαιθρο οποιουδήποτε είδους τροφής ή χημικών παρασκευασμάτων, όπως σπόρους σιτηρών, τροφής πουλιών, άλατος, φρούτων, τα οποία μπορούν να προσελκύσουν είδη άγριας πανίδας ή ζώα για σκοπούς κυνηγιού·

“Ταμείο Θήρας” σημαίνει το ειδικό ταμείο που ιδρύθηκε σύμφωνα με τους περί Ταμείου Θήρας Νόμους του 1990 έως 1999·

“υπεύθυνος αστυνομικού σταθμού” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου∙

“υποβάθμιση ή καταστροφή βιοτόπου” σημαίνει τους  ανθρωπογενείς παράγοντες ή ενέργειες ή δραστηριότητες που μπορούν να επιφέρουν καταστροφή, φθορά, υποβάθμιση ή συρρίκνωση των βιοτόπων ή των οικοσυστημάτων που είναι απαραίτητοι για την επιβίωση της άγριας πανίδας ή αλλοίωση των φυσικών σχηματισμών και των τοπίων ή των επιμέρους στοιχείων τους και περιλαμβάνουν εκχερσώσεις γης με τη χρήση μηχανημάτων, ισοπεδώσεις, εκσκαφές, επιχωματώσεις, διατάραξη των φερτών υλικών εντός ποταμών, μετακίνηση ή μεταφορά λίθων ή άλλων υλικών από ποταμούς, αφαίρεση πέτρας ή άλλου υλικού και διάνοιξη δρόμων:

Νοείται ότι στον όρο αυτό περιλαμβάνονται και οι φυσικές φθορές των βιοτόπων, των οποίων η αποκατάσταση απαιτεί ανθρώπινη παρέμβαση∙

“υποείδος” σημαίνει το σύνολο των οργανισμών φαινοτυπικά όμοιων πληθυσμών, που διακρίνονται γενετικά, που μπορεί να διακρίνονται μορφολογικά, από άλλους του ίδιου είδους και εξαπλώνονται σε τμήμα της συνολικής γεωγραφικής εμφάνισης του είδους ή είναι απομονωμένα γεωγραφικά·

“υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών·

“Φύση 2000” έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003.