2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αγωνιστικό τόξο» σημαίνει μεταλλικό ή ξύλινο τόξο που αποτελείται από μια χειρολαβή στο κέντρο και δύο ενσωματωμένα ή χωριστά ευλύγιστα άκρα τα οποία συνδέονται από μια χορδή η οποία είναι εφαρμοσμένη μόνο στα δύο άκρα και προορίζεται για χρήση αποκλειστικά για σκοπούς του αθλήματος της τοξοβολίας και δεν περιλαμβάνει βαλλίστρα ή παρόμοιο όπλο ή εκπαιδευτικό τόξο του οποίου η χορδή χρειάζεται για να τεντωθεί δύναμη λιγότερη των δεκαπέντε κιλών το οποίο χρησιμοποιείται για σκοπούς εκμάθησης∙
«άδεια εισαγωγής» σημαίνει άδεια που εκδίδεται με βάση το άρθρο 31.
«άδεια απόκτησης και κατοχής» σημαίνει -
(α) αναφορικά με πυροβόλο όπλο, άδεια, η οποία εκδίδεται με βάση το άρθρο 4 ή 5, ανάλογα με την περίπτωση. και
(β) αναφορικά με μη πυροβόλο όπλο, άδεια που εκδίδεται με βάση το άρθρο 22, 23 ή 24, ανάλογα με την περίπτωση.
«άδεια μεταφοράς» σημαίνει -
(α) αναφορικά με τη μεταφορά από τη Δημοκρατία σε κράτος μέλος, άδεια που εκδίδεται με βάση το άρθρο 14, και
(β) αναφορικά με τη μεταφορά από κράτος μέλος στη Δημοκρατία, άδεια που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αποστολής.
«άδεια οπλοπώλη» σημαίνει -
(α) αναφορικά με πυροβόλα όπλα, άδεια που εκδίδεται με βάση το άρθρο 7, και
(β) αναφορικά με μη πυροβόλα όπλα, άδεια που εκδίδεται με βάση το άρθρο 26.
«αεροβόλο» σημαίνει μη αυτόματο αεροβόλο όπλο του οποίου η κάννη είναι λείας ή ραβδωτής εσωτερικής επιφάνειας και το οποίο λειτουργεί με συμπιεζόμενο αέρα και εκτοξεύει σφαιρίδιο από μεταλλική, πλαστική ή άλλη ύλη και περιλαμβάνει και τα εξαρτήματα αυτού, καθώς επίσης και αεροβόλο πιστόλι ή περίστροφο·
«αθλητικό πιστόλι» σημαίνει περίστροφο ή πιστόλι, το οποίο λειτουργεί μόνο με αβολίδωτα φυσίγγια ή καψήλια και δεν μπορεί να εκτοξεύει βλήματα, αλλά και δεν περιλαμβάνει αθύρματα.
«απενεργοποιημένο πυροβόλο όπλο» σημαίνει πυροβόλο όπλο που έχει καταστεί οριστικά ακατάλληλο προς χρήση μέσω απενεργοποίησης, ώστε να διασφαλίζεται ότι όλα τα ουσιώδη συστατικά μέρη του εν λόγω πυροβόλου όπλου κατέστησαν οριστικά ακατάλληλα προς χρήση και μη δυνάμενα να αφαιρεθούν, να αντικατασταθούν ή να τροποποιηθούν κατά τρόπο που να καθιστά δυνατή οποιαδήποτε ενδεχόμενη επανενεργοποίηση του πυροβόλου όπλου·
«αρμόδιο όργανο νομικού προσώπου» σημαίνει τον Πρόεδρο ή το Διευθυντή ή το Γραμματέα του νομικού προσώπου˙
«αρχείο πυροβόλων όπλων» σημαίνει το προβλεπόμενο στο άρθρο 49Α αρχείο·
«Αρχηγός Αστυνομίας» σημαίνει τον Αρχηγό της Αστυνομίας Κύπρου και περιλαμβάνει και οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας Κύπρου το οποίο είναι εξουσιοδοτημένο από τον Αρχηγό της Αστυνομίας.
«Αστυνομικός Διευθυντής» σημαίνει τον Αστυνομικό Διευθυντή της οικείας επαρχίας και περιλαμβάνει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας Κύπρου που αναπληρώνει αυτόν ή ενεργεί εκ μέρους του.
«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ» και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμου·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία˙
«διάθεση στην αγορά» σημαίνει δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά, διανομή ή εμπορία. ο όρος «διαθέτω» ερμηνεύεται ανάλογα.
«Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων και περιλαμβάνει οποιοδήποτε λειτουργό του Τμήματος Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών που αναπληρώνει αυτόν ή ενεργεί εκ μέρους του.
«εισαγωγή» σημαίνει -
αναφορικά με πυροβόλο ή μη πυροβόλο όπλο, εισαγωγή στη Δημοκρατία από τρίτη χώρα. ο όρος «εισάγω» ερμηνεύεται ανάλογα.
«εξαγωγή» σημαίνει -
αναφορικά με πυροβόλο ή μη πυροβόλο όπλο, εξαγωγή από τη Δημοκρατία σε τρίτη χώρα. ο όρος «εξάγω» ερμηνεύεται ανάλογα.
«Επίσημος Παραλήπτης» σημαίνει τον Έφορο Εταιρειών και Επίσημο Παραλήπτη, εφόσον ενεργεί υπό την ιδιότητα του Επίσημου Παραλήπτη.
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
«Ευρωπαϊκό Δελτίο Πυροβόλου Όπλου» σημαίνει –
(α) έγγραφο που εκδίδεται με βάση το άρθρο 18 για νόμιμη κατοχή και χρήση πυροβόλου όπλου σε κράτος μέλος εκτός της Δημοκρατίας, και
(β) έγγραφο το οποίο εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αποστολής σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Κοινοτικής Οδηγίας 91/477/ΕΟΚ για νόμιμη κατοχή και χρήση πυροβόλου όπλου στη Δημοκρατία∙ και
«ιχνηλασία» σημαίνει τη συστηματική παρακολούθηση των πυροβόλων όπλων και, όπου είναι δυνατό, των ουσιωδών συστατικών μερών τους και των πυρομαχικών από τον κατασκευαστή έως τον αγοραστή, προκειμένου ο Αρχηγός Αστυνομίας να επικουρείται στην ανίχνευση, διερεύνηση, και ανάλυση της παράνομης κατασκευής και παράνομης διακίνησης∙
«Κατηγορία Α» αναφορικά με πυροβόλο όπλο, σημαίνει την αντίστοιχη κατηγορία πυροβόλων όπλων που εκτίθεται στο Πρώτο Παράρτημα·
«Κατηγορία Β» αναφορικά με πυροβόλο όπλο, σημαίνει την αντίστοιχη κατηγορία πυροβόλων όπλων που εκτίθεται στο Πρώτο Παράρτημα·
«Κατηγορία Γ» αναφορικά με πυροβόλο όπλο, σημαίνει την αντίστοιχη κατηγορία πυροβόλων όπλων που εκτίθεται στο Πρώτο Παράρτημα·
«κάτοικος» σημαίνει κάτοικο του κράτους εντός της επικράτειας του οποίου χωροθετείται η διεύθυνση που δηλώνεται ως κατοικία αυτού σε επίσημο αποδεικτικό έγγραφο το οποίο επιδεικνύεται στις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους ή σε οπλοπώλη κατά τον έλεγχο της απόκτησης ή της κατοχής όπλου:
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«μέρος πυροβόλου όπλου» σημαίνει οποιοδήποτε στοιχείο ή ανταλλακτικό που είναι ειδικά σχεδιασμένο για πυροβόλα όπλα και είναι απαραίτητο για τη λειτουργία τους, και περιλαμβάνει κάννη, σκελετό ή δοχείο, ολκό ή κύλινδρο, περόνη ή κλείστρο, καθώς και οποιαδήποτε διάταξη που είναι σχεδιασμένη ή προσαρμοσμένη ώστε να μειώνει το θόρυβο που προκαλείται από τον πυροβολισμό με πυροβόλο όπλο˙
«μη πυροβόλο όπλο» σημαίνει όπλο που δεν αναφέρεται στο Πρώτο Παράρτημα και περιλαμβάνει μη πυροβόλο όπλο το οποίο είτε έχει σχεδιαστεί για να δίνει σήμα συναγερμού, για σηματοδοσία, για διάσωση, για σφαγή ζώων ή για αλιεία με καμάκι είτε προορίζεται για βιομηχανικούς ή τεχνικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι δύναται να χρησιμοποιηθεί μόνο για αυτή τη συγκεκριμένη χρήση·
«μουσείο» σημαίνει μόνιμο ίδρυμα στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξης, ανοικτό στο κοινό, το οποίο αποκτά, συντηρεί, ερευνά και εκθέτει συλλεκτικά όπλα και ουσιώδη συστατικά μέρη τους για ιστορικούς, πολιτιστικούς, επιστημονικούς, τεχνικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς και για σκοπούς κληρονομίας ή αναψυχής, και το οποίο έχει αναγνωριστεί με αυτή την ιδιότητα από την εκάστοτε αρμόδια αρχή·
«Οδηγία 91/477/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων˙
«Οδηγία 2008/51/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2008/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων˙
«όπλο» σημαίνει μηχανισμό, συσκευή ή αντικείμενο, το οποίο με ωστική δύναμη, που παράγεται με οποιονδήποτε τρόπο, εκτοξεύει βλήμα και μπορεί να επιφέρει κάκωση ή βλάβη της υγείας σε πρόσωπο ή βλάβη σε πράγμα ή περιουσία ή να προκαλέσει πυρκαγιά, περιλαμβανομένων φλογοβόλου, αγωνιστικού τόξου και ηλεκτροφόρου ροπάλου, και περιλαμβάνει τα εξαρτήματα αυτών.
«όπλο χαιρετισμού και κρότου» σημαίνει πυροβόλο όπλο που έχει υποστεί ειδική μετατροπή, προκειμένου να χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για την πυροδότηση αβολίδωτων φυσιγγίων, όπως σε περίπτωση θεατρικής παράστασης, φωτογράφισης, κινηματογραφικών ή τηλεοπτικών γυρισμάτων, ιστορικής αναπαράστασης, παρέλασης, αθλητικής εκδήλωσης και εκπαίδευσης·
«όπλο χρωματοσφαίρισης» (paintball gun) σημαίνει όπλο το οποίο με τη βοήθεια προωθητικού αερίου, εκτοξεύει μικρό βλήμα από μεμβράνη μικρή πλαστική σφαίρα, συνήθως διαμετρήματος από 12 χιλιοστόμετρα μέχρι 17 χιλιοστόμετρα, που περιέχει αβλαβές χρώμα.
«οπλοπώλης» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή, επισκευή ή επιδιόρθωση πυροβόλων ή μη πυροβόλων όπλων, μερών τους και πυρομαχικών˙
«ουσιώδη συστατικά μέρη» σημαίνει την κάννη, τον σκελετό, τον υποδοχέα, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, του άνω και του κάτω υποδοχέα, τον φορέα κλείστρου, το βύκιο, το κινητό ουραίο ή το κλείστρο, τα οποία, ως μεμονωμένα αντικείμενα, περιλαμβάνονται στην ίδια κατηγορία με το πυροβόλο όπλο στο οποίο είναι ενσωματωμένα ή προορίζονται να ενσωματωθούν·
«παράνομη διακίνηση» σημαίνει την αγορά, πώληση, παράδοση, μεταφορά ή μετακίνηση πυροβόλων όπλων, των ουσιωδών συστατικών μερών τους ή πυρομαχικών από την επικράτεια της Δημοκρατίας, ή μέσω αυτής, προς την επικράτεια άλλου κράτους μέλους ή από την επικράτεια άλλου κράτους μέλους προς τη Δημοκρατία, εφόσον η Δημοκρατία ή και το εν λόγω κράτος μέλος δεν την επιτρέπει ή εάν τα συναρμολογημένα πυροβόλα όπλα ή τα ουσιώδη συστατικά μέρη τους ή τα πυρομαχικά δεν φέρουν σήμανση·
“παράνομη κατασκευή” σημαίνει την κατασκευή ή τη συναρμολόγηση πυροβόλων όπλων, των ουσιωδών συστατικών μερών τους ή πυρομαχικών-
(α) από ουσιώδη συστατικά μέρη τέτοιων πυροβόλων όπλων που αποτέλεσαν αντικείμενο παράνομης διακίνησηςˑ
(β) χωρίς την, σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος Νόμου, χορηγούμενη άδειαˑ
(γ) χωρίς σήμανση των συναρμολογημένων πυροβόλων όπλων τη στιγμή της κατασκευής τουςˑ
«πιστοποιητικό εγγραφής» σημαίνει πιστοποιητικό που εκδίδεται με βάση το άρθρο 33.
«πυροβόλο όπλο» σημαίνει οποιοδήποτε φορητό όπλο με κάννη, το οποίο εξακοντίζει, είναι σχεδιασμένο να εξακοντίζει ή μπορεί να μετατραπεί ώστε να εξακοντίζει σφαίρα, βολίδα ή βλήμα μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης και το οποίο εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο Πρώτο Παράρτημα και περιλαμβάνει συσκευές που είναι σχεδιασμένες να δέχονται και να πυροδοτούν μόνο αβολίδωτα φυσίγγια, ερεθιστικές ουσίες, άλλες ενεργές ουσίες ή πυροτεχνικά βλήματα σηματοδοσίας, και οι οποίες έχουν μετατραπεί ή είναι δυνατόν να μετατραπούν ώστε να εκτοξεύουν βολίδα ή βλήμα μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης:˙
(α) έχει τη μορφή πυροβόλου όπλου, και
(β) λόγω της κατασκευής του ή του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένο, μπορεί να υποστεί τη μετατροπή αυτή·
«πυρομαχικά» σημαίνει τα πλήρη φυσίγγια ή τα συστατικά μέρη τους, συμπεριλαμβανομένων του κάλυκα, του καψυλλίου, του εμπυρεύματος, της προωθητικής πυρίτιδας, των βολίδων ή βλημάτων που χρησιμοποιούνται σε ένα πυροβόλο όπλο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά υπόκεινται αυτοτελώς σε χορήγηση άδειας στη Δημοκρατία·
«συλλεκτικό όπλο» σημαίνει όπλο:
(i) παλαιού τύπου που κατασκευάστηκε πριν το 1880 και δεν μπορεί να δεχθεί πυρομαχικά προοριζόμενα για όπλα η κατοχή των οποίων απαγορεύεται ή απαιτεί άδεια, ή
(ii) οικογενειακό ή ιστορικό κειμήλιο, ή
(iii) μοναδικής αισθητικής ποιότητας, ειδικού τεχνικού ή εθνογραφικού ενδιαφέροντος ή συγκεκριμένης σπανιότητας.
«σήμανση» σημαίνει-
(α) αναφορικά με πυροβόλο όπλο ή ουσιώδες συστατικό μέρος του που κατασκευάζεται, εισάγεται ή κυκλοφορεί στην αγορά, ευκρινή, μόνιμη και μοναδική σήμανση,
(β) αναφορικά με ουσιώδες συστατικό μέρος το οποίο κατασκευάζεται ή εισάγεται στη Δημοκρατία και είναι πολύ μικρών διαστάσεων, αριθμό σειράς ή αλφαριθμητικό ή ψηφιακό κωδικό,
(γ) αναφορικά με στοιχειώδη μονάδα συσκευασίας πυρομαχικών που κατασκευάζεται ή εισάγεται στη Δημοκρατία, το όνομα του κατασκευαστή, τον αναγνωριστικό αριθμό παρτίδας, και το διαμέτρημα και τον τύπο πυρομαχικού,
(δ) αναφορικά με πυροβόλο όπλο ή ουσιώδες συστατικό μέρος του που μεταφέρεται από τα κρατικά αποθέματα για κατοχή από πολίτη, ως απενεργοποιημένο, ευκρινή, μόνιμη και μοναδική σήμανση κατά τρόπο ώστε να επιτρέπεται η αναγνώριση της οντότητας που διενεργεί τη μεταφορά:
Νοείται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου “μοναδική σήμανση” περιλαμβάνει-
(i) την επωνυμία του κατασκευαστή ή την εμπορική ονομασία,
(ii) τη χώρα ή τον τόπο κατασκευής,
(iii) τον αριθμό σειράς και το έτος κατασκευής, αν αυτό δεν περιλαμβάνεται ήδη στον αριθμό σειράς, και
(iv) το μοντέλο,
και δύναται να περιλαμβάνει το εμπορικό σήμα του κατασκευαστή·
«συλλέκτης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ασχολείται με τη συγκέντρωση και διατήρηση συλλεκτικών πυροβόλων όπλων και το οποίο έχει αναγνωριστεί με αυτή την ιδιότητα από τον Αρχηγό Αστυνομίας·
«συλλέκτης Κατηγορίας Β» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ασχολείται με τη συγκέντρωση και διατήρηση ενεργών και ανενεργών συλλεκτικών πυροβόλων όπλων κατασκευής μέχρι και το 1920 και το οποίο έχει αναγνωριστεί με αυτή την ιδιότητα από τον Αρχηγό Αστυνομίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 53∙
«συλλεκτικό όπλο τύπου Β» σημαίνει όπλο Κατηγορίας Β ή Γ, το οποίο κατασκευάστηκε μέχρι και το 1920 και βρίσκεται σε ενεργή κατάσταση∙
«Σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν» σημαίνει τη Σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, η οποία υπογράφηκε στο Σένγκεν στις 19 Ιουνίου 1990, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα άλλη από κράτος μέλος.
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.