8.-(1) Κάθε οπλοπώλης υποχρεούται εντός επτά ημερών από την εισαγωγή ή παραλαβή πυροβόλου όπλου Κατηγορίας Δ, μη πυροβόλου ή συλλεκτικού όπλου, να ενημερώνει γραπτώς τον Αρχηγό Αστυνομίας, δίδοντας λεπτομερή περιγραφή του εν λόγω όπλου για σκοπούς ελέγχου:
(2) Κάθε οπλοπώλης υποχρεούται να τηρεί αρχείο, είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή, εισόδου και εξόδου των πυροβόλων όπλων της Κατηγορίας Δ , μη πυροβόλων ή συλλεκτικών όπλων, το οποίο να περιέχει στοιχεία που να επιτρέπουν τον προσδιορισμό του πυροβόλου όπλου, ιδίως τον τύπο, τη μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα, τον αριθμό κατασκευής και το όνομα και τη διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή.
(3) Κάθε οπλοπώλης υποχρεούται να φυλάσσει τα στοιχεία που καταχωρεί στο αρχείο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία της καταχώρησής τους και να επιδεικνύει στον Αρχηγό Αστυνομίας το αρχείο, όποτε αυτό του ζητηθεί:
(4) Για σκοπούς αναγνώρισης και ιχνηλάτησης κάθε συναρμολογημένου πυροβόλου όπλου, ο Αρχηγός Αστυνομίας, τη στιγμή της κατασκευής πυροβόλου όπλου στη Δημοκρατία, μεριμνά για τη διατήρηση εύχρηστης σήμανσης, η οποία φέρει αριθμητικό ή αλφαριθμητικό κωδικό και την οποία αποτυπώνει σε κάθε συναρμολογημένο πυροβόλο όπλο, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εύκολης αναγνώρισης της χώρας κατασκευής.
(5)(α) Όπλο που έχει κατασκευαστεί πριν από το έτος 1880 ή που έχει απενεργοποιηθεί σύμφωνα με τους περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Κανονισμούς του 2005 έως 2006, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, με σκοπό να γίνει συλλεκτικό και το οποίο δεν έχει επαρκή στοιχεία αναγνώρισης που να το καθιστούν μοναδικό, σφραγίζεται με το σήμα της Δημοκρατίας ή της Αστυνομίας και αριθμείται με τρόπο και σε σημείο που η Αστυνομία κρίνει κατάλληλο.
(β) Για την αρίθμηση όπλου σύμφωνα με την παράγραφο (α), αναγράφεται το πρόθεμα «Σ» και ο αριθμός του πιστοποιητικού του όπλου.