51.(1) Είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, πρόσωπο που λόγω του γεγονότος ότι άλλο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων υπέβαλε, ή προτίθεται να υποβάλει στον Επίτροπο παράπονο δυνάμει του άρθρου 10, ή αίτημα για εξέταση θέματος δυνάμει του άρθρου 34, ή παρέσχε ή προτίθεται να παράσχει στον Επίτροπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οποιαδήποτε πληροφορία, έγγραφο, ή στοιχείο, ή έδωσε ή προτίθεται να δώσει ενώπιον του μαρτυρία ή του έδωσε ή προτίθεται να του δώσει κατάθεση -
(α)Αρνείται να εργοδοτήσει το άλλο πρόσωπο, την ομάδα, ή μέλος της, ή οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας αυτών, ή το απολύει, ή απειλεί πως θα το απολύσει από την εργασία του,
(β)αρνείται να παράσχει στο άλλο πρόσωπο, στην ομάδα ή σε μέλος της, ή σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας αυτών, αγαθά ή υπηρεσίες, ή απειλεί πως δεν θα παράσχει σ’ αυτό αγαθά ή υπηρεσίες, ή παροτρύνει άλλους να μην του παράσχουν αγαθά ή υπηρεσίες, ή
(γ)επηρεάζει, εκφοβίζει ή εξαναγκάζει το άλλο πρόσωπο, ή την ομάδα ή μέλος της, ή οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας αυτών, ή απειλεί πως θα το επηρεάσει, εκφοβίσει ή εξαναγκάσει, ή
(δ)επιβάλλει στο άλλο πρόσωπο, ή την ομάδα ή μέλος της, ή σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας αυτών, οποιαδήποτε χρηματική, ή οικονομική ή άλλης φύσης τιμωρία ή κύρωση, ή αποκλεισμό ή περιορισμό.
(2) Πρόσωπο το οποίο είναι ένοχο οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος κατά παράβαση οποιασδήποτε παραγράφου του εδαφίου (1), υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες, ή και στις δύο αυτές ποινές.