33.(1) Ο Επίτροπος δύναται να εξετάζει δυνάμει του άρθρου 32 θέματα αυτεπάγγελτα, ως ακολούθως -
(α)Κατά πόσο σε συγκεκριμένη περίπτωση που περιήλθε σε γνώση του με οποιοδήποτε τρόπο -
(i)Υπήρξε από δημόσιο πρόσωπο ή πρόσωπο του ιδιωτικού τομέα, ή υπάλληλο ή αξιωματούχο τους, μεταχείριση ή συμπεριφορά, ή εφαρμόστηκε διάταξη, όρος, κριτήριο, ή πρακτική, που κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 6 αποτελεί απαγορευμένη με νόμο διάκριση.
(ii)υπήρξε από δημόσιο πρόσωπο ή πρόσωπο του ιδιωτικού τομέα, ή υπάλληλο ή αξιωματούχο τους, μεταχείριση ή συμπεριφορά, ή εφαρμόστηκε διάταξη, όρος, κριτήριο ή πρακτική, που κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 7 συνιστά φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας.
(β)κατά πόσο διάταξη, όρος, κριτήριο, ή πρακτική που εφαρμόζει δημόσιο πρόσωπο ή πρόσωπο του ιδιωτικού τομέα, αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 6, ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 7.
(γ)κατά πόσο διάταξη, όρος, κριτήριο ή πρακτική, την οποία προτίθεται να υιοθετήσει δημόσιο πρόσωπο ή πρόσωπο του ιδιωτικού τομέα, αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας κατά τα διαλαμβανόμενα στα άρθρα 6 και 7.
(2) Σε περίπτωση που κατόπιν εξέτασης θέματος δυνάμει του εδαφίου (1), ο Επίτροπος προβαίνει σε οποιαδήποτε διαπίστωση που αναφέρεται στις παραγράφους (α)-(γ) του εδαφίου (3) πιο κάτω, πληροφορεί σχετικά το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
διαβιβάζοντας σ’ αυτόν τη διαπίστωση του κατά τα διαλαμβανόμενα και για τους σκοπούς του άρθρου 39, και δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε εισήγηση δυνάμει του άρθρου 35.
(3) Ο Επίτροπος ενεργεί όπως προβλέπει το εδάφιο (2) -
(α)Όπου διαπιστώνει μεταχείριση ή συμπεριφορά που κατά την άποψη του συνιστά ή αποτελεί, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση ή φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας, και ότι πρόκειται για μεταχείριση ή συμπεριφορά κατ’ εφαρμογή οποιουδήποτε νόμου, ή κανονισμών, ή άλλου νομοθετήματος,
(β)όπου διαπιστώνει ότι εφαρμόστηκε ή εφαρμόζεται διάταξη, όρος, ή κριτήριο, που κατά την άποψη του αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας, και ότι η διάταξη, ο όρος, ή το κριτήριο, τίθενται με οποιοδήποτε Σχέδιο Υπηρεσίας, νόμο ή κανονισμούς, ή άλλο νομοθέτημα,
(γ)όπου διαπιστώνει ότι δημόσιο πρόσωπο προτίθεται να υιοθετήσει διάταξη, όρο, κριτήριο ή πρακτική, που κατά την άποψη του αποτελεί ή συνιστά, ανάλογα με την περίπτωση, απαγορευμένη με νόμο διάκριση ή φυλετική ή έμμεση φυλετική διάκριση στην απόλαυση προστατευόμενου δικαιώματος ή ελευθερίας, και ότι το εν λόγω πρόσωπο προτίθεται να υιοθετήσει τη διάταξη, τον όρο, το κριτήριο, ή την πρακτική, σε οποιοδήποτε Σχέδιο Υπηρεσίας, νόμο ή κανονισμούς, ή άλλο νομοθέτημα.