11.-(1) Τα προσβάσιμα τμήματα των συστημάτων κλιματισμού ή των συστημάτων συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος μεγαλύτερης των 70 kW τυγχάνουν ρύθμισης, ελέγχου και επιθεώρησης σε τακτά χρονικά διαστήματα:
(2) Η επιθεώρηση που πραγματοποιείται δυνάμει του εδαφίου (1), περιλαμβάνει αξιολόγηση του βαθμού απόδοσης του συστήματος κλιματισμού και την εκτίμηση του μεγέθους του σε σύγκριση με τις ανάγκες του κτιρίου σε ψύξη και δύναται να λαμβάνει υπόψη τις δυνατότητες του συστήματος κλιματισμού ή του συστήματος συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού να βελτιστοποιήσει την απόδοσή του σε τυπικές ή μέσες συνθήκες λειτουργίας. Ο επιθεωρητής παρέχει στους χρήστες, όποτε χρειάζεται, συμβουλές για βελτίωση ή αντικατάσταση του συστήματος κλιματισμού ή εναλλακτικές λύσεις.
(2Α) Η εκτίμηση του μεγέθους του συστήματος κλιματισμού που προβέπεται στο εδάφιο (2) δεν χρήζει επανάληψης, εάν δεν έχουν γίνει εν τω μεταξύ αλλαγές στο συγκεκριμένο σύστημα κλιματισμού ή στις απαιτήσεις ψύξης του κτιρίου.
(3) Μετά από την επιθεώρηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), παραδίδεται από τον επιθεωρητή συστημάτων κλιματισμού προς τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου έκθεση επιθεώρησης συστήματος κλιματισμού, η οποία φυλάσσεται από τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου και παρουσιάζεται στην αρμόδια αρχή, όποτε αυτή τη ζητήσει.
(4) Μετά από τη ρύθμιση και τον έλεγχο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), εκδίδεται σχετική βεβαίωση από τον εγκαταστάτη τεχνικών συστημάτων κτιρίου προς τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου, η οποία φυλάσσεται από τον ιδιοκτήτη ή ενοικιαστή του κτιρίου, σύμφωνα με το τύπο που καθορίζεται με γνωστοποίηση του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, και παρουσιάζεται στην αρμόδια αρχή, όποτε αυτή τη ζητήσει.
(5) Συστήματα κλιματισμού ωφέλιμης ονομαστικής ισχύς μεγαλύτερης των 12kW ή που αθροιστικά σε ένα κτίριο η ωφέλιμη ονομαστικής ισχύς υπερβαίνει τα 50 kW προαιρετικά δύναται να τύχουν ρύθμισης, ελέγχου και επιθεώρησης και στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι πρόνοιες των εδαφίων (2), (2Α), (3) και (4).
(6) Κτίρια τα οποία δεν χρησιμοποιούνται ως κατοικίες με συστήματα κλιματισμού ή συστήματα συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος μεγαλύτερης των 290kW πρέπει, έως το έτος 2025 να εξοπλιστούν με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου, ταοποία να επιτρέπουν-
(α) τη συνεχή παρακολούθηση, καταγραφή, ανάλυση και δυνατότητα προσαρμογής της κατανάλωσης ενέργειας·
(β) τη συγκριτική αξιολόγηση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου, εντοπίζοντας απώλειες στην αποδοτικότητα των τεχνικών συστημάτων του κτιρίου και ενημερώνοντας τον υπεύθυνο των εγκαταστάσεων ή της τεχνικής διαχείρισης του·
(γ) την επικοινωνία με διασυνδεδεμένα τεχνικά συστήματα κτιρίου και άλλες συσκευές εντός του κτιρίου, και τη διαλειτουργικότητα με τεχνικά συστήματα κτιρίου διαφορετικών κατοχυρωμένων τεχνολογιών, μηχανισμών ή κατασκευαστών.
(7) Η εγκατάσταση των συστημάτων αυτοματισμού και ελέγχου που προβλέπεται στο εδάφιο (6) εφαρμόζεται, νοουμένου ότι κρίνεται ως η πλέον οικονομικά αποδοτική λύση έναντι των επιθεωρήσεων, καθώς η απόσβεσή τους πρέπει να είναι μικρότερη από τρία έτη και νοουμένου ότι τα τεχνικά συστήματα σε υφιστάμενα κτίρια μπορούν να ελεγχθούν χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις.
(8) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις συστημάτων τα οποία, ανεξαρτήτως ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος, έχουν εξοπλιστεί με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου που προβλέπονται στο εδάφιο (6), και στις περιπτώσεις συστημάτων που καλύπτονται από σύμβαση ενεργειακής απόδοσης ή συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης ή που τη λειτουργία τους έχει αναλάβει φορέας εκμετάλλευσης ή διαχειριστής δικτύου και ως εκ τούτου, υπόκεινται σε μέτρα παρακολούθησης της απόδοσής τους.
(9) Η αρμόδια αρχή, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, ώστε να διασφαλιστεί ότι εξετάζεται επαρκώς η οικονομική αποδοτικότητα εφαρμογής των συστημάτων αυτοματισμού και ελέγχου που αναφέρεται στο εδάφιο (7) και ότι ο αντίκτυπος των μέτρωνπου προβλέπονται στο εδάφιο (8) είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο των μέτρων που προβλέπονται στο εδάφιο (1).