2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
«άδεια τεχνίτη οχημάτων» σημαίνει άδεια τεχνίτη οχημάτων που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου˙
«αδειούχος τεχνίτης οχημάτων» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο, στο όνομα του οποίου εκδίδεται άδεια τεχνίτη οχημάτων σε μια ή περισσότερες ειδικότητες˙
«αρμόδια αρχή» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται γενικά ή ειδικά για το σκοπό αυτό από τον ίδιο˙
«βεβαίωση κατάρτισης» σημαίνει βεβαίωση που χορηγείται από την αρμόδια αρχή δυνάμει των διατάξεων του περί των Τεχνιτών Οχημάτων (Πρόγραμμα Κατάρτισης για Ανάκτηση Ορισμένων Φθοριούχων Αερίων Θερμοκηπίου από Συστήματα Κλιματισμού Οχημάτων) Διατάγματος το οποίο εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αρίθ. 307/2008 ή βεβαίωση που έχει εκδοθεί από αρμόδιο όργανο άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αρίθ.307/2008 και έχει τύχει αναγνώρισης από την αρμόδια αρχή∙
«βοηθός τεχνίτη» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο το οποίο ασκεί εργασίες σε σχέση με τη συντήρηση και/ή επιδιόρθωση οχήματος και εξαρτήματος και/ή την εγκατάσταση, συντήρηση και επιδιόρθωση συστημάτων υγραεριοκίνησης υπό την επίβλεψη και ευθύνη αδειούχου τεχνίτη οχημάτων∙
«Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων» ή «ΓΚΠΔ» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Δήλωση Αδειούχου Τεχνίτη Οχημάτων» σημαίνει τη δήλωση που γίνεται από αδειούχο τεχνίτη οχημάτων σε έντυπο που ετοιμάζεται από την αρμόδια αρχή με την οποία βεβαιώνει την πρακτική άσκηση βοηθού τεχνίτη υπό την επίβλεψη του για συγκεκριμένη χρονική περίοδο∙
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων∙
«ειδικότητα» σημαίνει οποιαδήποτε από τις ειδικότητες που καθορίζονται στο άρθρο 8 του παρόντος Νόμου˙
«εκπαιδευτικός οργανισμός» σημαίνει νομικό πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια αρχή για σκοπούς εξουσιοδότησης για την παροχή εκπαιδευτικού προγράμματος καθώς και για τη διοργάνωση σχετικών εξετάσεων και τη χορήγηση πιστοποιητικού βασικής εκπαίδευσης∙
«εκπαιδευτικό πρόγραμμα» σημαίνει πρόγραμμα που προσφέρεται από εξουσιοδοτημένο εκπαιδευτικό οργανισμό για σκοπούς χορήγησης πιστοποιητικού βασικής εκπαίδευσης και το οποίο πληροί τις απαιτήσεις, όπως αυτές καθορίζονται με σχετικό διάταγμα, που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 14∙
«εξάρτημα» σημαίνει διάταξη που αποτελεί ή προορίζεται να αποτελέσει μέρος οχήματος, το οποίο χρειάζεται για την ασφαλή ή ορθή λειτουργία του οχήματος ή του οποίου η λειτουργία ως μέρους του οχήματος δυνατόν να επηρεάσει δυσμενώς την ασφαλή ή ορθή λειτουργία του, όπως ένας προβολέας, φρένα ή εξοπλισμός ελέγχου εκπομπών και περιλαμβάνει κατασκευαστικό στοιχείο, σύστημα και χωριστή τεχνική μονάδα, όπως αυτά ορίζονται στον περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμο˙
«εξ επαγγέλματος τεχνίτης οχημάτων» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο, το οποίο πριν την 31η Δεκεμβρίου 2015 ασκούσε επάγγελμα της ειδικότητας που καθορίζεται στο άρθρο 8 του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένων των τεχνιτών συστημάτων υγραεριοκίνησης·
«εξέταση» σημαίνει εξέταση που διενεργείται βάσει του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου˙
«εξουσιοδοτημένος εκπαιδευτικός οργανισμός» σημαίνει εκπαιδευτικό οργανισμό που έχει εξουσιοδοτηθεί από την αρμόδια αρχή για την παροχή εκπαιδευτικού προγράμματος, καθώς και για τη διοργάνωση σχετικών εξετάσεων και τη χορήγηση πιστοποιητικού βασικής εκπαίδευσης, όπως καθορίζεται με σχετικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 14·
«Ευρωπαϊκός Κανονισμός» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 307/2008 της Επιτροπής της 2ας Απριλίου 2008 για τη θέσπιση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ελάχιστων απαιτήσεων για προγράμματα κατάρτισης και των όρων αμοιβαίας αναγνώρισης βεβαιώσεων κατάρτισης προσωπικού, όσον αφορά συστήματα κλιματισμού με φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου, εγκατεστημένα σε ορισμένα μηχανοκίνητα οχήματα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Κανονισμοί» σημαίνει τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου˙
«όχημα» σημαίνει μoτoπoδήλατo και μοτοσικλέτα, περιλαμβανομένου τετράκυκλου και τρίκυκλου, καθώς και όχημα κατηγορίας Μ, Ν και Ο, όπως αυτά ορίζονται στον περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων Νόμο˙
«πείρα» σημαίνει τις ειδικές γνώσεις και εμπειρίες που κατέχει φυσικό πρόσωπο από την εκτέλεση εργασιών σχετικών με κάθε συγκεκριμένη ειδικότητα, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, οι οποίες αποκτήθηκαν μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους ηλικίας του και μετά την συμπλήρωση του τίτλου εκπαίδευσης ή πιστοποιητικού επαγγελματικού προσόντος που απαιτείται για σκοπούς χορήγησης άδειας τεχνίτη οχημάτων δυνάμει του άρθρου 5∙
«πιστοποιητικό βασικής εκπαίδευσης» σημαίνει πιστοποιητικό που χορηγείται από εξουσιοδοτημένο εκπαιδευτικό οργανισμό σε πρόσωπα μετά από παρακολούθηση εκπαιδευτικού προγράμματος και επιτυχία σε εξέταση·
«πιστοποιητικό ειδικής εκπαίδευσης» σημαίνει πιστοποιητικό που χορηγείται από κατασκευαστή συστήματος μετά από εκπαίδευση στην εγκατάσταση, συντήρηση και επιδιόρθωση συγκεκριμένου συστήματος και πληροί τις απαιτήσεις, όπως αυτές καθορίζονται με σχετικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 14·
«πιστοποιητικό εξουσιοδότησης εκπαιδευτικού οργανισμού» σημαίνει πιστοποιητικό που χορηγείται από την αρμόδια αρχή σε εκπαιδευτικό οργανισμό∙
«πρακτική άσκηση» σημαίνει την άσκηση του επαγγέλματος του τεχνίτη οχημάτων από βοηθό τεχνίτη για την απόκτηση ειδικών γνώσεων και εμπειριών σε συγκεκριμένη ειδικότητα υπό την επίβλεψη αδειούχου τεχνίτη οχημάτων στην ίδια ειδικότητα, μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους ηλικίας του και μετά την απόκτηση τίτλου εκπαίδευσης ή πιστοποιητικού επαγγελματικού προσόντος που απαιτείται για τη χορήγηση άδειας τεχνίτη οχημάτων∙
«σύστημα υγραεριοκίνησης» σημαίνει ειδικό σύστημα υγραερίων (LPG) εκ των υστέρων τοποθέτησης, που εγκαθίσταται σε μηχανοκίνητο όχημα με στόχο τη χρήση υγραερίων στο σύστημα πρόωσής του·
«Τμήμα» σημαίνει το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών Επικοινωνιών και Έργων∙
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων.