Ερμηνεία

2. Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«ανάκτηση» σημαίνει κάθε εργασία ανάκτησης που προβλέπεται στο Παράρτημα II B του περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμου·

«ανάκτηση ενέργειας» σημαίνει κάθε χρήση καυσίμων αποβλήτων ως μέσων παραγωγής ενέργειας μέσω της άμεσης καύσης με ή χωρίς άλλα απόβλητα αλλά με ανάκτηση της θερμότητας·

«ανακύκλωση» σημαίνει την επανεπεξεργασία αποβλήτων στα πλαίσια μιας διαδικασίας παραγωγής για τον αρχικό σκοπό ή για άλλους σκοπούς, όχι όμως για την ανάκτηση ενέργειας·

«απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού» σημαίνει κάθε απαίτηση που αφορά ένα προϊόν ή το σχεδιασμό ενός προϊόντος, σκοπός της οποίας είναι η βελτίωση των περιβαλλοντικών του επιδόσεων ή κάθε απαίτηση παροχής πληροφοριών για τις περιβαλλοντικές πτυχές ενός προϊόντος·

«απόβλητο» σημαίνει κάθε ουσία ή αντικείμενο που εμπίπτει στις κατηγορίες του Παραρτήματος Ι του περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμου, την οποία ο κάτοχος απορρίπτει ή προτίθεται ή υποχρεούται να απορρίψει·

«Απόφαση 93/465/ΕΟΚ» σημαίνει την Απόφαση 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1993 για τις ενότητες που αφορούν τις διάφορες φάσεις των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας και τους κανόνες επίθεσης και χρήσης της σήμανσης πιστότητας «CE» που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις οδηγίες τεχνικής εναρμόνισης, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ» σημαίνει την Απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2002 για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«αρμόδια αρχή» σημαίνει την καθοριζόμενη με Κανονισμούς για κάθε προϊόν αρχή για την εφαρμογή των σχετικών με αυτό Κανονισμών και την επιτήρηση της αγοράς·

«βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων» σημαίνει τη διαδικασία βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός προϊόντος, κατά τη διάρκεια διαδοχικών γενεών του, αν και όχι κατ' ανάγκην για όλες τις περιβαλλοντικές πτυχές του προϊόντος ταυτοχρόνως·

«γενική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού» σημαίνει κάθε απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που βασίζεται στο οικολογικό προφίλ συνολικά και που δεν θέτει συγκεκριμένες οριακές τιμές για συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πτυχές·

«διάθεση στην αγορά» σημαίνει την κυκλοφορία, για πρώτη φορά, προϊόντος στην Κοινοτική αγορά, με στόχο τη διανομή ή τη χρήση του στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν και ανεξάρτητα από την τεχνική πώλησης·

«ειδική απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού» σημαίνει μια ποσοτικοποιημένη και μετρήσιμη απαίτηση οικολογικού σχεδιασμού που αφορά μια συγκεκριμένη περιβαλλοντική πτυχή ενός προϊόντος, όπως η κατανάλωση ενέργειας κατά τη χρήση, υπολογιζόμενη για δεδομένη μονάδα επίδοσης·

«εισαγωγέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην Κοινοτική αγορά στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων·

«εναρμονισμένο πρότυπο» σημαίνει τεχνική προδιαγραφή που εκδίδεται από αναγνωρισμένο φορέα τυποποίησης βάσει εντολής της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στην Οδηγία 98/34/ΕΚ ∙

«εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το οποίο έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να διεκπεραιώνει, εξ ονόματός του, όλες ή ορισμένες από τις υποχρεώσεις και διατυπώσεις που συνδέονται με τον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς·

«επαναχρησιμοποίηση» σημαίνει κάθε ενέργεια με την οποία ένα προϊόν ή εξαρτήματά του, που έχει φτάσει στο τέλος της πρώτης χρήσης του, χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό για τον οποίο σχεδιάσθηκε, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς χρήσης ενός προϊόντος, το οποίο επιστρέφεται σε σημείο συλλογής, σε διανομέα, σε φορέα ανακύκλωσης ή κατασκευαστή, καθώς και της επαναχρησιμοποίησης ενός προϊόντος μετά από ανακαίνιση∙

«επικίνδυνο απόβλητο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμου·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«θέση σε λειτουργία» σημαίνει την πρώτη χρήση προϊόντος από τον εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τελικό χρήστη προς το σκοπό για τον οποίο προορίζεται·

«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 45 και ενσωματώνουν, μεταξύ άλλων, τα μέτρα εφαρμογής που εκδίδονται για κάθε συγκεκριμένο προϊόν·

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1980/2000» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1980/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000 περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 761/2001» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2001 για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (ΕΜΑS), όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«κατασκευαστής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2005/32/ΕΚ και είναι υπεύθυνο για τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα Νόμο ή την εν λόγω Οδηγία, ενόψει της διάθεσής τους στην αγορά ή/και της θέσης τους σε λειτουργία με τη δική του επωνυμία ή το δικό του σήμα ή για δική του χρήση και σε περίπτωση που δεν υπάρχει κατασκευαστής ή εισαγωγέας κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, ως κατασκευαστής θεωρείται οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαθέτει στην αγορά ή/και θέτει σε λειτουργία προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2005/32/ΕΚ·

«κατασκευαστικά στοιχεία και υπομονάδες συναρμολόγησης» σημαίνει εξαρτήματα που προορίζονται να ενσωματωθούν σε προϊόν και τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες ή οι περιβαλλοντικές επιδόσεις των οποίων δεν μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο·

«κοινοποιημένος οργανισμός» σημαίνει κυπριακό κοινοποιημένο οργανισμό και κάθε οργανισμό, ο οποίος κοινοποιείται από κράτος μέλος στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη, για σκοπούς εκτέλεσης της διαδικασίας εκτίμησης της συμμόρφωσης δυνάμει των σχετικών με το προϊόν Κανονισμών ή Κοινοτικών Οδηγιών και ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο κοινοποιημένων οργανισμών που δημοσιεύεται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«κοινοποίηση» σημαίνει την πράξη με την οποία το Υπουργείο ή η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους γνωστοποιεί στην Επιτροπή αφού αυτή παραχωρήσει τον αριθμό αναγνώρισης, και στα άλλα κράτη μέλη, τους οργανισμούς που επιλέγει για την εκτέλεση της διαδικασίας εκτίμησης της συμμόρφωσης προϊόντος·

«Κοινοτική αγορά» σημαίνει την αγορά των κρατών μελών·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόσθηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993 και όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται·

«κύκλος ζωής» σημαίνει τα διαδοχικά και αλληλοσυνδεόμενα στάδια ενός προϊόντος, από τη χρήση της πρώτης ύλης έως την τελική διάθεση του προϊόντος·

«κυπριακός κοινοποιημένος οργανισμός» σημαίνει εγκεκριμένο οργανισμό, ο οποίος κοινοποιείται από το Υπουργείο στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 21 του περί των Βασικών Απαιτήσεων που πρέπει να πληρούν Καθορισμένες Κατηγορίες Προϊόντων Νόμου·

«μέτρα αυτορρύθμισης» σημαίνει μέτρα, όπως εθελοντικές συμφωνίες, τα οποία, μετά από αξιολόγηση σύμφωνα με το άρθρο 17 της Οδηγίας 2005/32/ΕΚ, αναμένεται να επιτύχουν τους στόχους της σχετικής πολιτικής ταχύτερα ή με μικρότερο κόστος απ’ ό,τι οι υποχρεωτικές απαιτήσεις·

«μέτρα εφαρμογής» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 45(2)(α)∙

«Οδηγία 98/34/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στο τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών και των Κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Οδηγία 2005/32/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2005/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Ιουλίου 2005 για θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια και για τροποποίηση της Οδηγίας 92/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των Οδηγιών 96/57/ΕΚ και 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«οικολογικό προφίλ» σημαίνει την περιγραφή, σύμφωνα με το σχετικό μέτρο εφαρμογής για το συγκεκριμένο προϊόν, των εισροών και εκροών όπως πρώτων υλών, εκπομπών και απόβλητων, που συνδέονται με ένα προϊόν καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του και που είναι σημαντικές από την άποψη του περιβαλλοντικού αντίκτυπού του και εκφράζονται σε φυσικά μεγέθη, τα οποία μπορούν να μετρηθούν·

«οικολογικός σχεδιασμός» σημαίνει την ένταξη των περιβαλλοντικών πτυχών στο σχεδιασμό του προϊόντος με στόχο τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του προϊόντος καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·

«περιβαλλοντικός αντίκτυπος» σημαίνει κάθε μεταβολή στο περιβάλλον, η οποία προκύπτει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από προϊόν κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·

«περιβαλλοντικές επιδόσεις» σε σχέση με προϊόν σημαίνει τα αποτελέσματα της εκ μέρους του κατασκευαστή διαχείρισης των περιβαλλοντικών πτυχών του προϊόντος, όπως αντικατοπτρίζονται στον φάκελο τεχνικών προδιαγραφών·

«περιβαλλοντική πτυχή» σημαίνει στοιχείο ή λειτουργία ενός προϊόντος που μπορεί να αλληλεπιδράσει με το περιβάλλον κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του προϊόντος·

«προϊόν» σημαίνει προϊόν που καταναλώνει ενέργεια και αναφέρεται στο Παράρτημα V·

«προϊόν που καταναλώνει ενέργεια» σημαίνει το προϊόν το οποίο, αφού διατεθεί στην αγορά ή/και τεθεί σε λειτουργία, εξαρτάται από την κατανάλωση ενέργειας, όπως ηλεκτρικής ενέργειας, ορυκτών καύσιμων και ανανεώσιμων ενεργειακών πηγών, για να λειτουργήσει σύμφωνα με τη χρήση για την οποία προορίζεται, καθώς και το προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη μέτρηση της ενέργειας αυτής, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων που εξαρτώνται από την κατανάλωση ενέργειας και προορίζονται να ενσωματωθούν σε προϊόντα που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο, και τα οποία διατίθενται στην αγορά ή/και τίθενται σε λειτουργία ως μεμονωμένα εξαρτήματα για τελικούς χρήστες, και των οποίων οι περιβαλλοντικές επιδόσεις μπορούν να αξιολογούνται με ανεξάρτητο τρόπο·

«σχεδιασμός προϊόντος» σημαίνει το σύνολο των διαδικασιών που μετατρέπουν τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληροί προϊόν από απόψεως νομικής, τεχνικής, ασφαλείας, λειτουργίας, αγοράς ή άλλης σε τεχνικές προδιαγραφές ενός προϊόντος·

«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν αποτελεί κράτος μέλος·

«υλικά» σημαίνει όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής των προϊόντων·

«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.