Επιπρόσθετες ποινές

17.─(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και ανεξάρτητα από την επιβολή οποιασδήποτε άλλης ποινής για τη διάπραξη των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, το δικαστήριο δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, να διατάξει-

(α) την προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση άσκησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων σχετιζόμενων με την εκπαίδευση, φροντίδα και φύλαξη παιδιών σε περίπτωση που το θύμα του εγκλήματος είναι παιδί∙

(β) την προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση άσκησης, είτε απ΄ευθείας είτε μέσω τρίτου, των επαγγελματικών δραστηριοτήτων με αφορμή τις οποίες διεπράχθη το αδίκημα∙

(γ) το προσωρινό ή μόνιμο κλείσιμο των υποστατικών ή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος· και

(δ) τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

(2) Παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα του δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των παραγράφων (α) μέχρι (γ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου συνιστά ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.