Χορήγηση ή ανανέωση άδειας

6.─(1) Για τη χορήγηση ή ανανέωση άδειας υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο στο Τμήμα γραπτή αίτηση πάνω σε έντυπο συνοδευόμενο από τέτοια πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα, όπως θα καθοριστούν στους Κανονισμούς.

(2) Η άδεια χορηγείται εφόσον το Τμήμα ικανοποιηθεί, με βάση τα υποβαλλόμενα μαζί με την αίτηση στοιχεία και πιστοποιητικά, ότι ο αιτητής:

(α) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο αλλά όχι το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας του·

(β) τηρούμενης της πιο κάτω επιφύλαξης του παρόντος εδαφίου, είναι κάτοχος, δυνάμει του περί της Άδειας Οδήγησης Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, έγκυρης άδειας οδήγησης μηχανοκίνητου οχήματος της κατηγορίας του οχήματος για την οποία ζητεί την άδεια·

(γ) δεν έχει στερηθεί της ικανότητας να κατέχει άδεια, είτε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου είτε από Δικαστήριο, γεγονός που βεβαιώνεται με σχετικό πιστοποιητικό ποινικού μητρώου για χορήγηση επαγγελματικής άδειας οδηγού, χορηγούμενο από τον Αρχηγό Αστυνομίας κατά τον καθορισμένο τρόπο, έναντι καταβολής τέλους που καθορίζεται από αυτόν:

Νοείται ότι στο πιστοποιητικό ποινικού μητρώου για χορήγηση επαγγελματικής άδειας οδηγού αναφέρεται κάθε ποινή που έχει επιβληθεί για αδίκημα που σχετίζεται με την κατοχή ή απόκτηση άδειας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και δεν έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα για το οποίο έχει επιβληθεί από Δικαστήριο στέρηση του δικαιώματος να κατέχει ή αποκτά άδεια ή δεν έχει επέλθει αποκατάσταση δυνάμει των διατάξεων του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου, ο δε Αρχηγός Αστυνομίας υπέχει καθήκον, μετά την έκδοση οποιουδήποτε τέτοιου πιστοποιητικού, να παρακολουθεί και ελέγχει για τυχόν διαφοροποίηση των δεδομένων και να ενημερώνει σχετικά το Τμήμα:

Νοείται περαιτέρω ότι, τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου (ζ), σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο το οποίο αιτείται έκδοση άδειας κατηγορίας «Λ» είναι πολίτης άλλου Κράτους Μέλους, το Τμήμα, δύναται να αποδεχτεί για σκοπούς βεβαίωσης ότι ο αιτητής δεν έχει στερηθεί της ικανότητας να κατέχει άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο αντίστοιχο έγγραφο λευκού ποινικού μητρώου το οποίο εκδόθηκε από την αρμόδια αρχή του Κράτους Μέλους υπηκοότητας του αιτητή, νοουμένου ότι δεν έχουν παρέλθει τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του εν λόγω εγγράφου.

(δ) διαθέτει φυσική ικανότητα να ασκεί το επάγγελμα του οδηγού, όπως τεκμαίρεται από σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο εκδίδεται από εγγεγραμμένο ιατρό·

(ε) είναι κάτοχος ΠΕΙ σε ισχύ, αν η αίτηση αφορά στη χορήγηση επαγγελματικής άδειας για τις κατηγορίες μηχανοκίνητων οχημάτων «Λ» ή «Φ» που αποκτήθηκε όπως ειδικότερα καθορίζεται στον περί της Αρχικής Επιμόρφωσης και της Περιοδικής Κατάρτισης των Οδηγών Ορισμένων Οδικών Οχημάτων τα οποία Χρησιμοποιούνται για τη Μεταφορά Εμπορευμάτων ή Επιβατών Νόμο του 2007, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

(στ) είναι κάτοχος Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Κατάρτισης Οδηγού Ταξί, αν η αίτηση αφορά στη χορήγηση επαγγελματικής άδειας για την κατηγορία μηχανοκίνητου οχήματος «Τ» που αποκτήθηκε όπως ειδικότερα καθορίζεται στο εδάφιο (7):

Νοείται ότι, για τη χορήγηση επαγγελματικής άδειας οδηγού για την κατηγορία «Τ», όπως αυτή καθορίζεται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου, ο αιτητής επιπρόσθετα πρέπει να είναι για διάστημα τουλάχιστον δύο ετών κάτοχος άδειας οδήγησης μηχανοκίνητων οχημάτων, κατηγορίας Β δυνάμει του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

(ζ) κατέχει, σε περίπτωση κατά την οποία ο αιτητής άδειας κατηγορίας «Λ» είναι πολίτης άλλου Κράτους Μέλους, γνώση της ελληνικής γλώσσας, όπως καθορίζεται σε γνωστοποίηση του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(3) Η άδεια εκδίδεται στο έντυπο που προβλέπεται στους Κανονισμούς, στο οποίο καθορίζεται η κατηγορία ή οι κατηγορίες μηχανοκίνητων οχημάτων τα οποία δικαιούται να οδηγεί ο αδειούχος.

(4) Οι κατηγορίες μηχανοκίνητων οχημάτων, οι οποίες είναι δυνατό να καθορίζονται δυνάμει του εδαφίου (3), είναι οι ακόλουθες:

(α )«Λ», για την οδήγηση λεωφορείου·

(β) «Τ», για την οδήγηση οποιασδήποτε κατηγορίας ταξί·

(γ) «Φ», για την οδήγηση φορτηγού.

(4Α) Αδειούχος ο οποίος εξασφαλίζει άδεια κατηγορίας «Λ» με την υποβολή πιστοποιητικού ή άλλου αντίστοιχου εγγράφου λευκού ποινικού μητρώου εκδιδόμενου από αρμόδια αρχή άλλου Κράτους Μέλους κατά τα προβλεπόμενα στη δεύτερη επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2), υποβάλλει στο Τμήμα, εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της άδειάς του, πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου το οποίο εκδόθηκε από τον Αρχηγό Αστυνομίας.

(5) Τηρούμενων των πιο κάτω επιφυλάξεων, η διάρκεια ισχύος της άδειας, εφόσον αυτή δεν έχει προηγουμένως ανακληθεί ή ανασταλεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου, είναι πενταετής και μπορεί να ανανεώνεται, κατόπιν, σχετικής αίτησης υποβαλλόμενης όχι νωρίτερα από ένα μήνα πριν από τη λήξη της, για περαιτέρω πενταετή περίοδο, εφόσον ο αιτητής ικανοποιεί κάθε φορά το Τμήμα ότι συνεχίζει να πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (2) και καταβάλει τα νενομισμένα τέλη ανανέωσης όπως αυτά καθορίζονται στους Κανονισμούς:

Νοείται ότι η ανανέωση της άδειας γίνεται, για μικρότερη της πενταετίας χρονική περίοδο στην περίπτωση προσώπου που υπερβαίνει ή πλησιάζει να υπερβεί το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του ή στην περίπτωση προσώπου που το ΠΕΙ που κατέχει έχει ημερομηνία λήξης νωρίτερα, οπότε ως ημερομηνία λήξης της άδειας θα είναι ίδια με την ημερομηνία λήξης του ΠΕΙ:

Νοείται περαιτέρω ότι το Τμήμα δε χορηγεί ούτε διατηρεί σε ισχύ άδεια σε οδηγό που με βάση τον περί της Αρχικής Επιμόρφωσης και της Περιοδικής Κατάρτισης των Οδηγών Ορισμένων Οδικών Οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά Εμπορευμάτων ή Επιβατών Νόμο του 2007, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, απαιτείται να κατέχει και δεν κατέχει ΠΕΙ:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, άδεια η οποία δεν ανανεώθηκε μέσα σε χρονική περίοδο δύο ετών από την ημερομηνία της λήξης της ισχύος της καθίσταται μη ανανεώσιμη.

(6) Ο κάτοχος άδειας μπορεί οποτεδήποτε να αποτείνεται γραπτώς στο Τμήμα για συμπερίληψη στην άδεια αυτή επιπρόσθετης κατηγορίας μηχανοκίνητων οχημάτων που προβλέπονται στο εδάφιο (4). Η συμπερίληψη αυτή γίνεται από το Τμήμα, εφόσον αυτό ικανοποιηθεί ότι ο αιτητής είναι κάτοχος ΠΕΙ σε ισχύ για λεωφορεία ή φορτηγά, αν η αίτηση αφορά στη συμπερίληψη κατηγορίας μηχανοκίνητου οχήματος «Λ» ή «Φ», αντίστοιχα, ή είναι κάτοχος Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Κατάρτισης Οδηγού Ταξί, αν η αίτηση αφορά στη συμπερίληψη της κατηγορίας μηχανοκίνητου οχήματος «Τ».

(7) Ο οδηγός ο οποίος επιθυμεί να του χορηγηθεί το προβλεπόμενο στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου πιστοποιητικό οφείλει να παρακαθίσει με επιτυχία στις γραπτές εξετάσεις που προβλέπονται στο Πρώτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να παρακαθίσουν στις γραπτές εξετάσεις που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο και πριν από την απόκτηση ΠΕΙ ή Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Κατάρτισης Οδηγού Ταξί για σκοπούς απόκτησης άδειας οδήγησης για την κατηγορία Β δυνάμει του περί Άδειας Οδήγησης Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(8) Ο Υπουργός ορίζει πενταμελή επιτροπή εξετάσεων η οποία αναλαμβάνει την οργάνωση γραπτών εξετάσεων, οι οποίες γίνονται στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας, όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς, για να εξακριβώσει κατά πόσον οι υποψήφιοι επαγγελματίες οδηγοί της κατηγορίας «Τ» διαθέτουν το απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων στα θέματα που αναφέρονται στο Πρώτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, για τη συμμετοχή στις γραπτές εξετάσεις οι υποψήφιοι επαγγελματίες οδηγοί απαιτείται να υποβάλουν γραπτή αίτηση και να καταβάλουν τέλος εβδομήντα ευρώ (€70).

(9) Ως απόδειξη επιτυχίας, η επιτροπή εξετάσεων χορηγεί, πιστοποιητικό σύμφωνα με το υπόδειγμα πιστοποιητικού, όπως αυτό καθορίζεται στους Κανονισμούς.

(10) Ο κάτοχος πιστοποιητικού επαγγελματικής ικανότητας οδηγού φορτηγού οχήματος ή λεωφορείου το οποίο έχει χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους δεν απαιτείται να παρακαθήσει σε συμπληρωματική ή άλλη εξέταση που αφορά στην επαγγελματική κατάρτιση.

(11) Δεν παραχωρείται άδεια σε αιτητή ο οποίος έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση και δεν έχει αποκατασταθεί δυνάμει των διατάξεων του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου, για οποιαδήποτε από τα ακόλουθα αδικήματα:

(α) Φόνος εκ προμελέτης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα·

(β) ανθρωποκτονία, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 205, 208 ή 209 του Ποινικού Κώδικα·

(γ) κλοπή, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 255 μέχρι 272 του Ποινικού Κώδικα·

(δ) ληστεία, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 282 μέχρι 286 του Ποινικού Κώδικα·

(ε) διάρρηξη, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 291 μέχρι 296 του Ποινικού Κώδικα·

(στ) απάτη, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 300 του Ποινικού Κώδικα·

(ζ) εμπορία ναρκωτικών και γενικά για οποιοδήποτε αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου·

(η) άσεμνος επίθεση της θήλεος, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 151 του Ποινικού Κώδικα·

(θ) άσεμνος επίθεση του άρρενος, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 152 του Ποινικού Κώδικα·

(ι) διαχείριση οίκου ανοχής, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 156 του Ποινικού Κώδικα·

(ια) κτηνοβασία κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 175 του Ποινικού Κώδικα·

(ιβ) άσεμνος πράξη κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 176 του Ποινικού Κώδικα·

(ιγ) ανήθικες προβολές, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 177 του Ποινικού Κώδικα·

(ιδ) οποιοδήποτε αδίκημα προβλέπεται στο Μέρος ΙΙ του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου.