41.-(1) Καθορισμένος πιστωτής, ο οποίος θίγεται από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δύναται, εντός δεκατεσσέρων (14) ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης έκδοσης του διατάγματος, να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για παραμερισμό του προστατευτικού διατάγματος σε σχέση με τον ίδιο.
(2) Αίτηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δυνατό να βασίζεται στους πιο κάτω λόγους:
(α) ο χρεώστης δεν πληρούσε τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 35 όταν η αίτηση δυνάμει του άρθρου 39 υποβλήθηκε εκ μέρους του.
(β) ισχύουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα, τα οποία προκαλούν ή έχουν προκαλέσει σημαντική ζημιά στον καθορισμένο πιστωτή:
(i) υπάρχει ουσιώδης ανακρίβεια ή παράλειψη στην Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων ή στις άλλες πληροφορίες που παρέχονται ή στα έγγραφα που προσκομίζονται από το χρεώστη ή για λογαριασμό του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28·
(ii) ο χρεώστης παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 63·
(iii) ο χρεώστης έχει κηρυχθεί πτωχεύσας χωρίς το διάταγμα του δικαστηρίου να έχει ακυρωθεί ή να έχει αποκατασταθεί ο χρεώστης·
(iv) ο χρεωστης μετά την έναρξη ισχύος του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής διέπραξε αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(v) οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παρόν Κεφάλαιο για την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δεν τηρήθηκαν·
(vi) Ο χρεώστης διά των ενεργειών του κακόπιστα ή εκ προθέσεως, εντός περιόδου έξι (6) μηνών, η οττοία λήγει κατά την ημερομηνία της αίτησης έκδοσης προστατευτικού διατάγματος έχει τακτοποιήσει τις οικονομικές του υποθέσεις κατά τρόπο που αποσκοπεί κυρίως στο να καταστεί επιλέξιμος για την έκδοση Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής:
(3) Καθορισμένος πιστωτής ο οποίος καταχωρεί αίτηση δυνάμει του εδαφίου (1), την επιδίδει στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας και στο σύμβουλο αφερεγγυότητας καθώς και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με οδηγίες του δικαστηρίου.
(4) Κατά την εξέταση αίτησης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο δεν εκδίδει το ζητούμενο διάταγμα παραμερισμού του προστατευτικού διατάγματος σε σχέση με το συγκεκριμένο καθορισμένο πιστωτή εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι —
(α) Η μη έκδοση του διατάγματος θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον καθορισμένο πιστωτή, η οποία δεν θα επροκαλείτο με οποιοδήποτε άλλο τρόπο· και
(β) κανένας άλλος καθορισμένος πιστωτής στον οποίο έχει επιδοθεί το διάταγμα δεν θα επηρεαστεί δυσμενώς σε περίπτωση έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος.
(5) Τα έξοδα αίτησης που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, επιδικάζονται στη βάση της αρχής ότι ο κάθε διάδικος αναλαμβάνει τα έξοδά του, εκτός και εάν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η εφαρμογή της εν λόγω αρχής, θα οδηγούσε σε σοβαρή αδικία σε οποιοδήποτε από τα μέρη τέτοιας αίτησης, και διατάζει διαφορετικά.
(6) Όταν το δικαστήριο εκδίδει διάταγμα παραμερισμού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εκτός και εάν κρίνει ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να μην το πράξει, διατάσσει τον καθορισμένο πιστωτή που καταχώρισε την αίτηση, να κατέχει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό ή άλλα περιουσιακά στοιχεία του χρεώστη τα οποία ανακτήθηκαν στο πλαίσιο της αίτησης, ως εμπίστευμα προς όφελος των άλλων πιστωτών οι οποίοι περιλαμβάνονται στο προστατευτικό διάταγμα, μέχρι την έκδοση νέων οδηγιών του δικαστηρίου.
(7) Η ακρόαση της αίτησης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) γίνεται το συντομότερο δυνατόν.