37.-(1) Σύμβουλος αφερεγγυότητας ο οποίος με οδηγίες του χρεώστη δυνάμει του άρθρου 31, προτίθεται να υποβάλει πρόταση για Προσωπικό ΣχέδιοΑποπληρωμής,καταχωρεί αίτηση στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, εκ μέρους του χρεώστη, για την έκδοση προστατευτικού πιστοποιητικού.
(2) Η αίτηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1), υποβάλλεται σε έντυπο της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας και συνοδεύεται από τέτοιο τέλος (αν υπάρχει) που δυνατό να καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6, καθώς και με τα ακόλουθα έγγραφα:
(α) τη δήλωση του συμβούλου αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 32·
(β) έγγραφο το οποίο υπογράφεται από το χρεώστη στο οποίο επιβεβαιώνεται ότι ικανοποιεί τα κριτήρια επιλεξιμότητας τα οποία καθορίζονται στο άρθρο 35·
(γ) τη δήλωση του χρεώστη που αναφέρεται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 35 όπου αυτό εφαρμόζεται·
(δ) την Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων·
(ε) κατάσταση των πιστωτών του χρεώστη και των σχετικών χρεών του, στην οποία καθορίζεται σε σχέση με τον κάθε ένα πιστωτή-
(i) το ποσό κάθε χρέους που οφείλεται στον κάθε πιστωτή·
(ii) κατά πόσο, αναφορικά με το εν λόγω χρέος, ο πιστωτής είναι εξασφαλισμένος πιστωτής και εάν ναι, τη φύση της εξασφάλισης·
(iii) εάν, σε σχέση με κάθε χρέος υπάρχει εγγύηση, και εάν ναι, την έκταση της εν λόγω εγγύησης·
(iv) τη φύση και την έκταση ανεξασφάλιστων χρεών· και
(v) κάθε άλλη πληροφορία που δυνατόνα καθορίζεται.
(στ) Τη γραπτή συναίνεση του χρεώστη, όπου αυτό εφαρμόζεται, για-
(i) αποκάλυψη των δεδομένων του στην Υπηρεσία Αφερεγγυότητας·
(ii) την επεξεργασία των δεδομένων του από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας· και
(iii) αποκάλυψη, από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας, στους πιστωτές του χρεώστη, των προσωπικών δεδομένων του εν λόγω χρεώστη, στο βαθμό που απαιτείται από τη διαδικασία Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής που προβλέπεται στο παρόν Κεφάλαιο· και
(ζ) τη γραπτή συναίνεση του χρεώστη για τη διεξαγωγή έρευνας από την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας δυνάμει του άρθρου 38.
(3) Αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύναται να αποσυρθεί σε οποιοδήποτε χρόνο πριν από την έκδοση προστατευτικού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 39 από το χρεώστη ή από το σύμβουλο αφερεγγυότητας εάν κριθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ότι ο χρεώστης δεν πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στο άρθρο 35 ή ότι ο χρεώστης έχει διαπράξει οποιοδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
(4) Σε περίπτωση που σύμβουλος αφερεγγυότητας διαπιστώσει οποιαδήποτε ανακρίβεια ή παράλειψη σε αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου ή σε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που συνοδεύει την εν λόγω αίτηση, ενημερώνει την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας το συντομότερο δυνατό και η Υπηρεσία Αφερεγγυότητας λαμβάνει υπόψη της την εν λόγω ενημέρωση κατά τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης.