28.-(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1Β), οι πιστωτές διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες, ώστε να καταβάλλουν προσπάθειες να ασκείται, όπου εφαρμόζεται, εύλογη ανοχή πριν από την έναρξη διαδικασιών που οδηγούν σε εκποίηση.
(β) Τα μέτρα ανοχής λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων στοιχείων, την κατάσταση του καταναλωτή και δύναται να συνίστανται, μεταξύ άλλων δυνατοτήτων, στα ακόλουθα:
(i) Πλήρη ή μερική αναχρηματοδότηση σύμβασης πίστωσης·
(ii) τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων της σύμβασης πίστωσης, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων-
(αα) παράταση της διάρκειας της σύμβασης πίστωσης·
(ββ) μετατροπή του είδους της σύμβασης πίστωσης·
(γγ) αναβολή της καταβολής του συνόλου ή μέρους των δόσεων αποπληρωμής για μια συγκεκριμένη περίοδο·
(δδ) αλλαγή του επιτοκίου·
(εε) παροχή αναστολής καταβολής δόσεων·
(στστ) μερική αποπληρωμή δόσεων·
(ζζ) μετατροπή νομίσματος·
(ηη) μερική διαγραφή και ενοποίηση του χρέους.
(1Α) Η επίδειξη μέτρων ανοχής που προβλέπονται στο εδάφιο (1) δεν επηρεάζει οποιαδήποτε υποχρέωση προκύπτει από οποιαδήποτε νομοθεσία επιβάλλει σε πιστωτή να εφαρμόζει μέτρα ανοχής πριν από την κίνηση νομικών διαδικασιών ή μέτρων, περιλαμβανομένης της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας:
(1Β) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που κατά την έναρξη της ισχύος του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024 ο πιστωτής έχει ήδη υλοποιήσει ή υλοποιεί οποιαδήποτε υποχρέωσή του σε σχέση με την περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ Νόμου, πιστωτής δύναται να επιβάλλει επιβαρύνσεις στον καταναλωτή σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης νοουμένου ότι-
(α) Καθορίζει στο Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών τις προϋποθέσεις και τον τρόπο υπολογισμού των επιβαρύνσεων αθέτησης υποχρεώσεων, και
(β) τηρουμένων των διατάξεων του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου οι επιβαρύνσεις αυτές, περιλαμβανομένου του τόκου υπερημερίας δεν είναι μεγαλύτερες από ό,τι είναι αναγκαίο για την αποζημίωση του πιστωτή για ζημιά που υπέστη λόγω της αθέτησης της υποχρέωσης του καταναλωτή.
(3) Τα μέρη μιας σύμβασης πίστωσης δύναται να συμφωνούν ρητώς ότι η επιστροφή ή η μεταβίβαση, κατά περίπτωση, της εξασφάλισης ή η καταβολή των εσόδων από την πώληση της εξασφάλισης αρκεί για την εξόφληση της πίστωσης.
(4) Σε περίπτωση που η τιμή που λαμβάνεται για ακίνητο είτε σε περίπτωση πώλησης σε τρίτους είτε σε περίπτωση μεταβίβασης στον πιστωτή, επηρεάζει το ποσό που εξακολουθεί να οφείλει ο καταναλωτής, εκτός εάν συναινέσουν διαφορετικά ο πιστωτής, ο καταναλωτής και οποιοδήποτε άλλο εμπλεκόμενο πρόσωπο, η τιμή αυτή προσδιορίζεται δυνάμει της διαδικασίας που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44Δ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν:
(5) Σε περίπτωση που μετά τις διαδικασίες διακανονισμού ή εκποίησης προς είσπραξη οφειλών, παραμένει ανεξόφλητο χρέος, οι όροι αποπληρωμής που τίθενται από τον πιστωτή για την αποπληρωμή του εναπομείναντος ανεξόφλητου χρέους δεν δύναται να προβλέπουν-
(α) Την πώληση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν αποτελούν μέρος της περιουσίας πτωχεύσαντα, που διανέμεται μεταξύ των πιστωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 42 του περί Πτώχευσης Νόμου, ή
(β) πληρωμές τέτοιου ύψους, ώστε ο καταναλωτής να μην έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδημα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης για τον εαυτό του και για τα μέλη της οικογένειάς του.