40.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (2), απαγορεύεται στον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου, στον Εκτελεστικό Διευθυντή και στο προσωπικό του Οργανισμού, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει, εμπιστευτικές πληροφορίες που περιήλθαν στην κατοχή του κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων του:
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εμποδίζουν την αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών:
(α) Στη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στο Γενικό Ελεγκτή, στο Γενικό Λογιστή, στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, στο Υπουργείο Οικονομικών και στη Στατιστική Υπηρεσία·
(β) σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για το οποίο οι εν λόγω πληροφορίες είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των λειτουργιών του Οργανισμού και στην Επιτροπή Υπόδειξης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 19·
(γ) οι οποίες χρειάζεται να αποκαλυφθούν διά νόμου ή διά διατάγματος δικαστηρίου αρμόδιας δικαιοδοσίας ή δυνάμει διεθνούς συνθήκης ή πρόνοιας της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙
(δ) για τις οποίες χορηγήθηκε σχετική συγκατάθεση από τον Οργανισμό ή από τρίτο πρόσωπο, ανάλογα με την περίπτωση, ως προβλέπεται στο εδάφιο (3).
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -
(α) Ο όρος «εμπιστευτικές πληροφορίες» σημαίνει πληροφορίες που χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές δυνάμει Νόμου ή πληροφορίες που χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές από τον Οργανισμό ή από τρίτο πρόσωπο στην περίπτωση πληροφοριών που υποβάλλονται στον Οργανισμό από το εν λόγω πρόσωπο, είτε αφορούν συγκεκριμένες πληροφορίες, είτε αφορούν πληροφορίες συγκεκριμένης κατηγορίας ή περιγραφής·
(β) ο όρος «σχετική συγκατάθεση» σημαίνει, στην περίπτωση πληροφοριών που ο Οργανισμός δηλώνει ως εμπιστευτικές, τη γραπτή συγκατάθεση του Οργανισμού και στην περίπτωση πληροφοριών που δηλώνονται ως εμπιστευτικές από άλλο πρόσωπο τη γραπτή συγκατάθεση του εν λόγω προσώπου.
(4) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.