Εθνική Αρχή Ηλεκτρονικής Υγείας

4.-(1) Ιδρύεται Αρχή υπό την επωνυμία «Εθνική Αρχή Ηλεκτρονικής Υγείας», η οποία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει όλες τις ιδιότητες νομικού προσώπου και διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Η Αρχή ασκεί τα καθήκοντα, τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες που της παρέχονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Η Αρχή διοικείται από και ενεργεί μέσω επταμελούς διοικητικού συμβουλίου, το οποίο διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους της και ασκεί τα καθήκοντα, τις εξουσίες και τις αρμοδιότητές της.

(4) Ως πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής διορίζεται ανεξάρτητο πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και εντιμότητας, ο οποίος είναι κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου και εγνωσμένης δεκαετούς τουλάχιστον πείρας σε έναν από τους ακόλουθους τομείς:

(α) Της δημόσιας διοίκησης ή διοίκησης επιχειρήσεων∙

(β) των οικονομικών∙

(γ)της πληροφορικής ή/και μηχανικής∙

(δ)των επιστημών της υγείας∙

(ε) της νομικής

και ο οποίος επιπλέον έχει να επιδείξει γνώσεις σε έναν ή περισσότερους από τους πιο πάνω τομείς.

(5) Ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής διορίζονται έξι (6) πρόσωπα ανώτατου ηθικού και υψηλού επαγγελματικού επιπέδου εκ των οποίων-

(α) Tα πέντε (5) μέλη κατέχουν πανεπιστημιακό τίτλο και πείρα σε έναν από τους ακόλουθους τομείς και έχουν επιπλέον επιδείξει γνώσεις σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τομείς:

(i) Της δημόσιας διοίκησης ή διοίκησης επιχειρήσεων∙

(ii) των οικονομικών∙

(iii) της πληροφορικής ή/και μηχανικής∙

(iv) των επιστημών της υγείας∙

(v) της νομικής:

Νοείται ότι μεταξύ των πέντε (5) μελών του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο στη δημόσια διοίκηση ή διοίκηση επιχειρήσεων, τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο στα οικονομικά, τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο στην πληροφορική ή/και μηχανική, τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο σε επιστήμες της υγείας, τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει πανεπιστημιακό τίτλο στη νομική. και

(β) το ένα μέλος προτείνεται στον Υπουργό από την Παγκύπρια Ομοσπονδία Συνδέσμων Πασχόντων και Φίλων.

(6) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, έπειτα από εισήγηση του Υπουργού και ο πρώτος διορισμός του γίνεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου μέσα σε δυο (2) μήνες από την έναρξη της ισχύος των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(7) Δεν διορίζονται ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής αξιωματούχοι πολιτικού κόμματος.

(8)(α) Δεν διορίζεται, ούτε διατηρεί τη θέση του ως πρόεδρος ή μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής, πρόσωπο το οποίο είτε το ίδιο είτε ο/η σύζυγός του έχει οποιοδήποτε άμεσο, έμμεσο ή συγκρουόμενο συμφέρον σε επιχειρήσεις συναφείς με τις δραστηριότητες της Αρχής ή έχει συγγενή μέχρι τον τέταρτο (4ο) βαθμό συγγένειας που ασχολείται επαγγελματικά ή κατέχει μετοχές σε ποσοστό πέραν του δέκα τοις εκατόν (10%) του μετοχικού κεφαλαίου ή έχει οποιοδήποτε άλλο άμεσο, έμμεσο ή συγκρουόμενο συμφέρον σε επιχειρήσεις συναφείς με τις δραστηριότητες της Αρχής.

(β) Για σκοπούς διασφάλισης της τήρησης των διατάξεων της παραγράφου (α), ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, προβαίνουν σε δήλωση προς το Υπουργικό Συμβούλιο του τυχόν συμφέροντός τους σε επιχειρήσεις που διατηρούν των οποίων οι δραστηριότητες είναι συναφείς με τις δραστηριότητες της Αρχής.

(γ) Ο πρόεδρος ή οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής δεν παρίστανται κατά τη διάρκεια συνεδρίας στη συζήτηση ή/και στη διαδικασία λήψης απόφασης οποιουδήποτε θέματος προκύψει και για το οποίο έχουν οι ίδιοι ή συγγενικά τους πρόσωπα μέχρι τον τέταρτο (4ο) βαθμό συγγένειας άμεσο ή έμμεσο συμφέρον:

Νοείται ότι, τα αναφερόμενα στην παρούσα παράγραφο πρόσωπα δεν δικαιούνται να υπογράψουν καμία συμφωνία, διευθέτηση, σύμβαση ή έγγραφο που θα κινήσει διαδικασίες συναλλαγής ή δραστηριότητες που αφορούν στο θέμα για το οποίο έχουν δηλώσει συμφέρον.

(δ) Σε περίπτωση που ο πρόεδρος ή οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής έχει άμεσο ή έμμεσο συμφέρον επί οποιουδήποτε θέματος το οποίο συζητήθηκε ή θα συζητηθεί ή/και για το οποίο λήφθηκε ή θα ληφθεί απόφαση, οφείλει να γνωστοποιήσει τη φύση του εν λόγω συμφέροντος σε συνεδρία του διοικητικού συμβουλίου και δεν δύναται να μετέχει σε μετέπειτα συζητήσεις ή/και στη λήψη απόφασης για το συγκεκριμένο θέμα.

(ε) Η γνωστοποίηση του συμφέροντος καταγράφεται στα πρακτικά.

(στ) Πρόσωπο το οποίο προβαίνει σε ψευδή δήλωση κατά παράβαση των διατάξεων των παραγράφων (α), (β), (γ) και (δ), είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες ευρώ (€40.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(9) Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής και οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στην Αρχή δεν υπέχουν αστική ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη έγινε κακόπιστα.

(10) Ο πρόεδρος και τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής εκλέγουν μεταξύ τους τον αντιπρόεδρο.