Εκτίμηση της ισοδυναμίας τρίτων χωρών στην ενοποιημένη εποπτεία

89.-(1)(α) Σε περίπτωση που ΚΕΠΕΥ, η μητρική επιχείρηση της οποίας είναι ΕΠΕΥ ή χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η έδρα της οποίας βρίσκεται σε τρίτη χώρα και δεν υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 71, η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον η ΚΕΠΕΥ υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία από εποπτική αρχή τρίτης χώρας η οποία είναι ισοδύναμη με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις απαιτήσεις που ορίζονται στο Πρώτο Μέρος, Τίτλος II, Κεφάλαιο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(β) Η εκτίμηση πραγματοποιείται από την Επιτροπή, ως υπεύθυνη για την ενοποιημένη εποπτεία, εάν ίσχυαν τα εδάφια (2) έως (4), κατόπιν αιτήματος της μητρικής επιχείρησης ή μιας από τις ρυθμιζόμενες οντότητες με άδεια λειτουργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή με δική της πρωτοβουλία.

(γ) Η Επιτροπή συμβουλεύεται τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές.

(δ) Όταν η Επιτροπή διεξάγει την εκτίμηση του εδαφίου (1), λαμβάνει υπόψη της οποιαδήποτε σχετική καθοδήγηση και για τον σκοπό αυτό, συμβουλεύεται την ΕΑΤ προτού λάβει απόφαση.

(2)(α) Ελλείψει ισοδύναμης εποπτείας, η Επιτροπή εφαρμόζει αναλογικά τον παρόντα Νόμο και τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ΚΕΠΕΥ ή εφαρμόζει άλλες κατάλληλες εποπτικές τεχνικές που επιτυγχάνουν τους στόχους της εποπτείας των ΕΠΕΥ σε ενοποιημένη βάση.

(β) Οι εποπτικές τεχνικές που αναφέρονται στην παράγραφο (α) συμφωνούνται από την Επιτροπή η οποία είναι υπεύθυνη για την ενοποιημένη εποπτεία, έπειτα από διαβούλευση με τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές.

(3) Η Επιτροπή δύναται ιδίως να ζητά τη δημιουργία χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που να έχει την έδρα της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να εφαρμόζει τις διατάξεις για την ενοποιημένη εποπτεία στην ενοποιημένη θέση της εν λόγω χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή στην ενοποιημένη θέση των ΕΠΕΥ της εν λόγω μεικτής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών.

(4) Οι εποπτικές τεχνικές είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να επιτυγχάνουν τους στόχους της ενοποιημένης εποπτείας, όπως καθορίζονται στα άρθρα 71 έως 89, και κοινοποιούνται από την Επιτροπή στις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές, την ΕΑΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.