Κατανομή του συμπληρωματικού φόρου βάσει του κανόνα IIR

10.-(1) Ο συμπληρωματικός φόρος βάσει του κανόνα IIR που οφείλεται από μητρική οντότητα σε σχέση με συνιστώσα οντότητα με χαμηλή φορολόγηση δυνάμει του εδαφίου (1) των άρθρων 6, 7, 8 και 9, αντίστοιχα, ισούται με τον συμπληρωματικό φόρο της συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 28, πολλαπλασιαζόμενο επί το μερίδιο του εν λόγω συμπληρωματικού φόρου που αναλογεί στη μητρική οντότητα για το οικονομικό έτος.

(2) Κατόπιν επιλογής, το ποσό του συμπληρωματικού φόρου το οποίο οφείλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δύναται να εκχωρείται, είτε πλήρως είτε μερικώς, από τη συνιστώσα οντότητα («αιτούσα οντότητα») προς άλλη συνιστώσα οντότητα ή οντότητες του ίδιου ομίλου η οποία βρίσκεται στη Δημοκρατία («λήπτρια οντότητα») και η εν λόγω επιλογή προϋποθέτει την καταχώρηση αίτησης από την αιτούσα οντότητα προς την λήπτρια οντότητα και τη συγκατάθεση της λήπτριας οντότητας:

Νοείται ότι, οποιαδήποτε πληρωμή γίνεται σε σχέση με το εδάφιο (2) δεν θα λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς του ΠΦΕΝ:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που ο συμπληρωματικός φόρος ο οποίος οφείλεται δεν καταβληθεί εντός της προθεσμίας η οποία ορίζεται στο εδάφιο 3 του άρθρου 48 από την λήπτρια οντότητα τότε η εν λόγω υποχρέωση επιστρέφει στην αιτούσα οντότητα.

(3) Το μερίδιο του συμπληρωματικού φόρου που αναλογεί στη μητρική οντότητα σε σχέση με μια συνιστώσα οντότητα με χαμηλή φορολόγηση ισούται με το ποσοστό της ιδιοκτησιακής συμμετοχής της μητρικής οντότητας στο αποδεκτό εισόδημα της συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση. Το εν λόγω ποσοστό ισούται με το αποδεκτό εισόδημα της συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση για το οικονομικό έτος, μειωμένο κατά το ποσό του εν λόγω εισοδήματος που αποδίδεται σε ιδιοκτησιακές συμμετοχές τις οποίες κατέχουν άλλοι ιδιοκτήτες, διαιρούμενο διά του αποδεκτού εισοδήματος της συνιστώσας οντότητας χαμηλής φορολόγησης για το οικονομικό έτος.

(4) Το ποσό του αποδεκτού εισοδήματος που αποδίδεται σε ιδιοκτησιακές συμμετοχές σε μια συνιστώσα οντότητα με χαμηλή φορολόγηση τις οποίες κατέχουν άλλοι ιδιοκτήτες είναι το ποσό που θα θεωρούνταν αποδοτέο στους εν λόγω ιδιοκτήτες σύμφωνα με τις αρχές του αποδεκτού χρηματοοικονομικού λογιστικού προτύπου που χρησιμοποιείται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής οντότητας, εάν το καθαρό εισόδημα της συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση ήταν ίσο με το αποδεκτό εισόδημά της και-

(α) η μητρική οντότητα είχε καταρτίσει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με το εν λόγω λογιστικό πρότυπο («υποθετικές ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις»)·

(β) η μητρική οντότητα κατείχε ελέγχουσα συμμετοχή στη συνιστώσα οντότητα με χαμηλή φορολόγηση, τέτοια που θα επέτρεπε όλα τα έσοδα και τα έξοδα της συνιστώσας οντότητας χαμηλής φορολόγησης να ενοποιούνται γραμμή προς γραμμή με εκείνα της μητρικής οντότητας στις υποθετικές ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις·

(γ) το σύνολο του αποδεκτού εισοδήματος της συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση μπορούσε να αποδοθεί σε συναλλαγές με πρόσωπα που δεν είναι οντότητες του ομίλου· και

(δ) όλα τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα που δεν κατέχονται άμεσα ή έμμεσα από τη μητρική οντότητα κατέχονταν από πρόσωπα άλλα από τις οντότητες του ομίλου.

(5) Επιπλέον του ποσού που κατανέμεται σε μητρική οντότητα σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο συμπληρωματικός φόρος βάσει του κανόνα IIR που οφείλεται από μητρική οντότητα δυνάμει του εδαφίου (2) των άρθρων 6, 7, 8 και 9, αντίστοιχα, περιλαμβάνει, για το οικονομικό έτος και σύμφωνα με το άρθρο 28-

(α) το πλήρες ποσό του συμπληρωματικού φόρου που υπολογίζεται για την εν λόγω μητρική οντότητα·και

(β) το ποσό του συμπληρωματικού φόρου που υπολογίζεται για τις οικείες συνιστώσες οντότητες χαμηλής φορολόγησης που είναι εγκατεστημένες στη Δημοκρατία πολλαπλασιαζόμενο επί το μερίδιο του εν λόγω συμπληρωματικού φόρου που αναλογεί στη μητρική οντότητα για το οικονομικό έτος.

(6) Κατόπιν επιλογής, το ποσό του συμπληρωματικού φόρου το οποίο οφείλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) δύναται να εκχωρείται είτε πλήρως είτε μερικώς από τη συνιστώσα οντότητα («αιτούσα οντότητα») προς άλλη συνιστώσα οντότητα ή οντότητες του ίδιου ομίλου η οποία βρίσκεται στη Δημοκρατία («λήπτρια οντότητα») και η εν λόγω επιλογή προϋποθέτει την καταχώρηση αίτησης από την αιτούσα οντότητα προς τη λήπτρια οντότητα και την συγκατάθεση της λήπτριας οντότητας:

Νοείται ότι, οποιαδήποτε πληρωμή γίνεται σε σχέση με το εδάφιο (6) δεν θα λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς του ΠΦΕΝ:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που ο συμπληρωματικός φόρος ο οποίος οφείλεται δεν καταβληθεί εντός της προθεσμίας η οποία ορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 48 από τη λήπτρια οντότητα τότε η εν λόγω υποχρέωση επιστρέφει στην αιτούσα οντότητα.