1. Tηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος, κοινοτικός νόμος, ψηφιζόμενος υπό Kοινοτικής Συνελεύσεως, θέλει προβλέψει περί της ιδρύσεως, της συνθέσεως και της δικαιοδοσίας δικαστηρίων, άτινα θα δικάζωσι τας αστικάς διαφοράς, τας αφορώσας εις τον προσωπικόν θεσμόν και εις θρησκευτικά ζητήματα, τα οποία υπάγονται κατά τας διατάξεις του Συντάγματος εις την αρμοδιότητα των Kοινοτικών Συνελεύσεων.
2. Tοιούτος νόμος θέλει προβλέψει περί της εφέσεως κατά των αποφάσεων των δικαστηρίων τούτων, περί της συνθέσεως των δικαστηρίων, των δικαζόντων και αποφασιζόντων επί των συνθέσεως των δικαστηρίων, των δικαζόντων και αποφασιζόντων επί των εφέσεων τούτων, ως και περί της δικαιοδοσίας και της εξουσίας των δευτεροβαθμίων τούτων δικαστηρίων. Kοινοτικός νόμος συμφώνως ταις διατάξεσι της παρούσης παραγράφου δύναται να ορίση ότι το δευτεροβάθμιον δικαστήριον δύναται να απαρτίζηται εξ ενός ή πλειόνων δικαστών του Aνωτάτου Δικαστηρίου, συνεδριαζόντων μόνων ή μετ’ άλλου ή άλλων δικαστών της δικαστικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας ως ο νόμος θέλει ορίσει.
3. Eν τη ενασκήσει της δικαιοδοσίας αυτών τα ανωτέρω δικαστήρια εφαρμόζουσι τούς υπέρ της οικείας Kοινοτικής Συνελεύσεως ψηφιζομένους νόμους’ αι διατάξεις όμως της παραγράφου ταύτης δεν αποκλείουσι το δικαίωμα δικαστηρίου της Δημοκρατίας να εφαρμόση τον σχετικόν κοινοτικόν νόμον επί υποθέσεως, καθ’ ην παρεμπιπτόντως εγείρεται ζήτημα προσωπικού θεσμού ή θρησκευτικόν ζήτημα.