1. Το λειτούργημα του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας παραμένει άνευ φορέως:
(α) διά του θανάτου αυτού,
(β) διά της εγγράφου παραιτήσεως αυτού απευθυνομένης προς την Βουλήν μέσω του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου της Βουλής και αφ’ ης ληφθή αντιστοίχως παρ’ αυτών,
(γ) λόγω καταδίκης αυτού επί εσχάτη προδοσία ή επί οιωδήποτε άλλω αδικήματι ατιμωτικώ ή ηθικής αισχρότητος,
(δ) λόγω διαρκούς σωματικής ή διανοητικής ανικανότητος ή λόγω απουσίας μη προσωρινής καθιστώσης αδύνατον την ενεργόν εκπλήρωσιν των καθηκόντων αυτού.
2. Εις πάσας τας ανωτέρω περιπτώσεις και μέχρι της εγκαταστάσεως του κατά την τετάρτην παράγραφον του παρόντος άρθρου εκλεγησομένου Προέδρου ή Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων αντιστοίχως ασκούσι τα καθήκοντα του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας αντιστοίχως.
3. Το Ανώτατον Συνταγματικόν Δικαστήριον αποφασίζει επί παντός ζητήματος γεννωμένου εν σχέσει προς το εδάφιον (δ) της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, επί τη αιτήσει του γενικού εισαγγελέως και του βοηθού γενικού εισαγγελέως της Δημοκρατίας κατόπιν ψηφίσματος των βουλευτών των ανηκόντων αντιστοίχως εις την κοινότητα του Προέδρου ή του αντιπροέδρου της Δημοκρατίας, εγκρινομένου δι’ απλής πλειοψηφίας ουδέν όμως τοιούτον ψήφισμα δύναται να εγκριθή και ουδέν σχετικόν θέμα περιλαμβάνεται εις την ημερησίαν διάταξιν ή συζητείται υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, εάν η πρότασις τοιούτου ψηφίσματος δεν υπογραφή τουλάχιστον υπό του ενός πέμπτου του όλου αριθμού των ανηκόντων εις εκατέραν κοινότητα βουλευτών.
4. Ο νέος Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται δι’ αναπληρωματικής εκλογής διενεργουμένης εντός προθεσμίας μη υπερβαινούσης τας τεσσαράκοντα πέντε ημέρας, αφ’ ης επήλθεν οιονδήποτε των εν τη πρώτη παραγράφω αναφερομένων γεγονότων.