Ουδείς διορίζεται ως υπουργός, ειμή όταν είναι πολίτης της Δημοκρατίας και έχει τα προσόντα εκλογιμότητας τα απαιτούμενα δι’ υποψήφιον βουλευτήν.
Το αξίωμα του υπουργού είναι ασυμβίβαστον προς το του βουλευτού ή του μέλους Κοινοτικής Συνελεύσεως ή δημοτικού συμβουλίου, περιλαμβανομένου και του δημάρχου, ή προς την ιδιότητα του ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνάμεις ή τας δυνάμεις ασφαλείας της Δημοκρατίας ή προς παν έτερον δημόσιον ή δημοτικόν αξίωμα ή θέσιν, εν περιπτώσει δε τούρκου υπουργού και προς το αξίωμα του θρησκευτικού λειτουργού.
Ο όρος «δημόσιον αξίωμα ή θέσις» έχει εν τη παρούση παραγράφω οίαν έννοιαν έχει και εν τω άρθρω 41.
Οι έλληνες υπουργοί θα διατηρώσι το αξίωμα αυτών, μέχρις ου παυθώσιν υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι δε Τούρκοι υπουργοί, μέχρις ου παυθώσιν υπό του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας.
Ο διοριζόμενος ως υπουργός υποχρεούται, πριν ή αναλάβει τα καθήκοντα αυτού, να δώσει την ακόλουθον διαβεβαίωσιν ενώπιον του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας.
«Διαβεβαιώ επισήμως πίστιν και σεβασμόν εις το Σύνταγμα και τους συνάδοντας αυτώ νόμους και εις την διατήρησιν της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητος της Δημοκρατίας της Κύπρου».